Τώρα που το φθινόπωρο έχει μπει πια για τα καλά, μαζί με τα κυκλάμινα και τα κάστανα (οι γνώσεις μου στα αγροτικά, και στα της υπαίθρου γενικότερα, καθιστούν αυτή τη φράση ιδιαίτερα παρακινδυνευμένη, αλλά ας το ρισκάρω), έρχονται και οι παρουσιάσεις. Ο λόγος βέβαια για τις παρουσιάσεις βιβλίων, οι οποίες γνωρίζουν ίσως τις καλύτερες μέρες τους από τώρα και έως τις αρχές Δεκεμβρίου. Ηδη οι προσκλήσεις έχουν αρχίσει να έρχονται η μια πίσω από την άλλη, με αποστολέα κατά κανόνα τον εκδότη, αλλά ενίοτε και με παράλληλη «υπόμνηση» από τον συγγραφέα.
Επειτα από παρά κάτι πενήντα χρόνια στον χώρο του βιβλίου –μολονότι, απ’ ό,τι μπορώ να θυμηθώ, τα πρώτα χρόνια της μακράς αυτής πορείας οι παρουσιάσεις των βιβλίων που εκδίδονταν ήταν μάλλον άγνωστο είδος –νομίζω πως νομιμοποιούμαι να καταθέσω κάποιες σκέψεις για το ποια είναι τα γνωρίσματα μιας επιτυχημένης παρουσίασης και κυρίως για το τι θα πρέπει να αποφεύγει κανείς.
  • Ο συνηθέστερος αριθμός παρουσιαστών είναι τρεις. Σε αυτούς θα πρέπει να προστεθούν ακόμα ο συντονιστής, ο συγγραφέας, ενίοτε και ο εκδότης. Σύνολο, πέντε ή έξι, ζωή να ‘χουν. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις όπου οι παρουσιαστές είναι και περισσότεροι, οπότε φτάνουμε έτσι τους επτά-οκτώ. Αν υπολογίσει κανείς ότι ο καθένας από το πάνελ σπάνια μιλάει λιγότερο από ένα τέταρτο –κι αυτό ανεξαρτήτως αν του έχει ζητηθεί να μην ξεπεράσει τα δέκα λεπτά –φτάνουμε αισίως τη μιάμιση ώρα, καμιά φορά ακόμα και τις δύο. Ζόρικα τα πράγματα.
  • Σε μια παρουσίαση βιβλίου το ακροατήριο δεν πηγαίνει συνήθως ούτε για να ακούσει όλο το περιεχόμενο του βιβλίου σε περίληψη ούτε για να εντρυφήσει στα άδυτα της επιστήμης ή της τέχνης την οποία θεραπεύει ο συγγραφέας. Πηγαίνει πρωτίστως για να βρεθεί σε κλίμα ευφρόσυνο και φιλικό, για να ακούσει μερικές καίριες, ερεθιστικές με την καλύτερη δυνατή έννοια του όρου επισημάνσεις για όσα περιλαμβάνει το βιβλίο. Τα υπόλοιπα, αν και όταν το διαβάσει.
Και όμως, δυστυχώς ακούει κατά κανόνα να του διαβάζουν (sic) ένα κείμενο κατάλληλο ίσως για επιστημονική ημερίδα ή για να δημοσιευτεί με τη μορφή κριτικής παρουσίασης. Το (sic) στο «διαβάζουν» είναι γιατί –υποτίθεται ότι –σε μια παρουσίαση καλό είναι να κυριαρχεί το στοιχείο της προφορικότητας, να υπάρχει αμεσότητα και ζωντάνια. Αν είναι ο παρουσιαστής να μας «κάνει κοινωνούς» μιας μικρής μελέτης ή εισήγησής του για το θέμα του βιβλίου, μπορεί κάλλιστα να το κάνει ακόμα και στέλνοντάς μας το κείμενό του με ιμέιλ ώστε να το διαβάσουμε με όλη μας την άνεση. Μάλιστα, συχνά οι παρουσιαστές δεν έχουν καν την πονηριά (ή λεπτότητα να την πω;) να βγάζουν μία μία τις σελίδες της ομιλίας τους, από κάποιο ντοσιέ ας πούμε. Ετσι όπως τις έχουν ακουμπήσει πάκο στο τραπέζι του πάνελ, νιώθεις πανικό βλέποντας πόσες ακόμα μένουν.
  • O συντονιστής, συνήθως δημοσιογράφος ή κάτι σχετικό, υποτίθεται ότι έχει ως ρόλο να πει δυο-τρεις κουβέντες εισαγωγικές, να δίνει τον λόγο στον επόμενο ομιλητή ανακοινώνοντας και την ιδιότητά του, να συντονίζει τυχόν παρεμβάσεις από το κοινό, άντε και να κάνει ένα συμπαθητικό κλείσιμο. Να, όμως, που υπάρχουν και συντονιστές οι οποίοι θεωρούν ότι ο ρόλος τους περιλαμβάνει επίσης το να πουν κάτι τσαχπίνικο ή/και ευτράπελο σε κάθε τους παρέμβαση, όπως και να μας εξηγούν, υπό μορφήν σύντομης διευκρινιστικής(;) περίληψης, τι είπε ο ομιλητής που μόλις ολοκλήρωσε την παρέμβασή του.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, έχουμε και λέμε:
  • Ποτέ περισσότερους από τρεις παρουσιαστές, εκτός και αν πρόκειται για πρόσωπα με μεγάλη πείρα από ανάλογα πάνελ, οπότε είναι βέβαιο ότι θα τηρήσουν τον χρόνο, ακόμα και αν τους ζητηθεί να είναι πεντάλεπτο.
  • Ποτέ συντονιστή με τάσεις ή κρυφό ταλέντο… κονφερανσιέ. Ούτε βέβαια κάποιον που έχει καταπιεί μπαστούνι. Απλώς κάποιον που να ξέρει και να θυμάται ποιος είναι ο ρόλος του.
  • Ειδικά τους παρουσιαστές/εισηγητές που έχουν ετοιμάσει κείμενο (αυτός είναι, άλλωστε, ο κανόνας) θα έπαιρνα το θάρρος να τους συμβουλέψω να σηκώνουν τουλάχιστον πότε πότε το βλέμμα από τα χειρόγραφά τους, μήπως και έτσι λιγοστέψουν οι πιθανότητες της γενικευμένης υπνηλίας στην αίθουσα. Και βέβαια, όπως είπαμε: αποφεύγετε να φαίνεται το πάκο που έχετε φέρει μαζί σας για να διαβάσετε, ώστε, αν μη τι άλλο, οι ακροατές να μην κοιτάζουν με αγωνία πόσες σελίδες μένουν ακόμα.
  • Τελευταίο, αλλά βασικό. Φροντίστε οι άνθρωποι που θα παρουσιάσουν το βιβλίο να είναι και λίγο αλέγροι, λίγο ανεκδοτολογικοί (με την πρώτη έννοια του όρου), λίγο του προσωπικού τόνου και κυρίως… καλοί στα προφορικά. Είπαμε: τις ενδελεχείς γραπτές εισηγήσεις τις φυλάμε για άλλες περιπτώσεις.
Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ