Θα ήταν αφέλεια να παραδεχθούμε ότι το αποτέλεσμα του πολύκροτου δημοψηφίσματος στη Βρετανία αποτέλεσε μια δυσάρεστη έκπληξη, όπως τείνει να μας πείσει το γενικότερο κλίμα που δημιουργείται τις ημέρες αυτές. Και τούτο διότι εδώ και καιρό έχει καταστεί απόλυτα σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη κρίση και η αδυναμία αντιμετώπισής της, όχι μόνον από τις Βρυξέλλες αλλά και από τις επιμέρους κυβερνήσεις, έχει οδηγήσει τους ευρωπαίους πολίτες στην απογοήτευση και σε μια ξεκάθαρη αντίθεση προς καθετί που οδηγεί σε μια περαιτέρω ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αυτό άλλωστε έχουν δείξει όλες οι πρόσφατες μετρήσεις της κοινής γνώμης. Ο μόνος ίσως που δικαιολογείται να εμφανίζεται έκπληκτος είναι ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, διότι αλλιώς δεν μπορεί να εξηγηθεί η απόφασή του να οδηγήσει τη χώρα του σε ένα αβέβαιο μέλλον, απλώς για να αντιμετωπίσει την εσωκομματική αμφισβήτηση των ευρωσκεπτικιστών του κόμματός του.
Επαιξε λοιπόν και έχασε ο κ. Κάμερον και γι’ αυτό ανέλαβε την ευθύνη των ενεργειών του παραιτούμενος, πιστός στις βρετανικές δημοκρατικές παραδόσεις. Δεν προσπάθησε δηλαδή, όπως κάποιοι άλλοι, να αλλοιώσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και να κάνει το άσπρο μαύρο. Εδωσε μάλιστα την ευκαιρία στον βρετανικό λαό να αναπτύξει τις αντιτιθέμενες απόψεις του κατά τη διάρκεια μιας πολύμηνης προεκλογικής εκστρατείας και όχι μόνο μέσα σε μία εβδομάδα, όπως συνέβη στην υπέροχη χώρα μας, όπου ως γνωστόν το «Οχι» έγινε «Ναι», με τα γνωστά επώδυνα αποτελέσματα. Και είναι αυτό ένα μάθημα δημοκρατικής συμπεριφοράς από τη Βρετανία που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ομως δεν μπορεί να αγνοηθεί παράλληλα και ο κίνδυνος που τώρα διανοίγεται και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες να ακολουθήσουν τον δρόμο της Βρετανίας, καθώς είναι ηλίου φαεινότερον ότι πήραν αέρα οι γνωστοί ακραίοι εθνικιστές και ευρωσκεπτικιστές, έτοιμοι να επενδύσουν στις ανεκπλήρωτες προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών.
Αυτή είναι και η πρόκληση που καλείται τώρα να αντιμετωπίσει η Ενωμένη Ευρώπη, καθώς δεν θέλει και πολλή σκέψη για να γίνει κατανοητό ότι το σημερινό μοντέλο λειτουργίας έχει εκπνεύσει προ πολλού, εφόσον αποδείχθηκε ότι δεν μπόρεσε να δώσει λύσεις ούτε στην οικονομική κρίση, ούτε στις αυξανόμενες προσφυγικές ροές, ούτε στην αντιμετώπιση της τρομοκρατικής απειλής. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που οι πολίτες επιστρέφουν στην αγκαλιά των εθνικών κρατών, την οποία θεωρούν πιο ασφαλή, έχοντας απογοητευθεί από τις επιδόσεις του ευρωπαϊκού υπερεθνικού εγχειρήματος. Και το ερώτημα είναι τι μας επιφυλάσσουν οι επόμενες μεγάλες εκλογικές αναμετρήσεις: σήμερα στην Ισπανία και το 2017 στη Γαλλία και στη Γερμανία. Τώρα, βέβαια, ακούγονται πολλά για την ανάγκη επανίδρυσης της Ευρώπης, αλλά είναι σίγουρο ότι τα λόγια δεν αρκούν πλέον.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ