Αφού δεν βρέθηκε κάποιος πολιτικός ή κάποιο κόμμα για να σώσει την τιμή του πολιτικού μας κόσμου, θα πρέπει να επαινεθεί ο κόσμος του Διαδικτύου που έβαλε, έστω εξωθεσμικώς, τα πράγματα στη θέση τους. Αναφέρομαι στο φαινόμενο της μακαρία τη λήξει Προέδρου της Βουλής (του τρίτου τη τάξει αξιώματος στην πολιτειακή μας ιεραρχία), η διαδικτυακή διακωμώδηση του οποίου αποτέλεσε μια πνοή υγείας, που δυστυχώς δεν μπόρεσε να φυσήξει και στις αίθουσες των ποικίλων συνεδριάσεων του Κοινοβουλίου για να διασκεδάσει την αποπνικτική ατμόσφαιρα των προεδρεύσεών τους.
Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε το κύριο χαρακτηριστικό της ατμόσφαιρας της Βουλής κατά τη διάρκεια της θητείας της κυρίας Κωνσταντοπούλου ως Προέδρου της, αυτό θα πρέπει να είναι η παθολογική ανοχή των μελών του Κοινοβουλίου στην πρωτοφανή και απίστευτη για τα κοινοβουλευτικά χρονικά της χώρας (και όχι μόνο αυτής) συμπεριφορά της. Θα πρέπει να χαρακτηρίσουμε την ανοχή αυτή παθολογική γιατί οι φωνές διαμαρτυρίας των βουλευτών όλων των κομμάτων (συμπεριλαμβανομένου και του δικού της –πλην της Χρυσής Αυγής, το ύφος της οποίας είναι αναλογικά ομόλογο προς το δικό της) για τον τρόπο με τον οποίο διηύθυνε (για την ακρίβεια, χειραγωγούσε) τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, όση ένταση και αν είχαν (ακόμη και η κραυγή απελπισίας του κ. Σαμαρά προς τον Πρωθυπουργό: «Μαζεύτε την!»), ήταν απλοί ψίθυροι απέναντι στο μέγεθος του εγωκεντρισμού, της αγένειας, της θρασύτητας και της ιταμότητάς της. Η διαγωγή της δεν ήταν εκείνη ενός Προέδρου της Βουλής αλλά ενός αυταρχικού αρχηγίσκου ενός προσωποπαγούς κόμματος εκπροσωπούμενου στη Βουλή μόνο από ένα ωχρό (παρότι παρδαλό) αντίγραφο της ηγέτιδος.
Καθώς η ανεύρεση των αιτίων αυτής της ανοχής ανήκει κυρίως στην αρμοδιότητα των πολιτικών αναλυτών, θα περιοριστούμε να υπογραμμίσουμε ότι το γεγονός πως η κυρία Πρόεδρος ήταν από άλλον πλανήτη έγινε φανερό από την πρώτη κιόλας εβδομάδα της επτάμηνης προεδρίας της. Δεν λέω από άλλον πολιτικό πλανήτη, γιατί –στο πλαίσιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος –η περί πολιτικής πραγματικότητας αντίληψη της κυρίας Κωνσταντοπούλου ελάχιστη σχέση έχει με την πολιτική. Διότι το βασικό γνώρισμά της ως πολιτικού όντος είναι (δεν λέω ήταν, γιατί αυτό είναι εγγενές και αμετάλλακτο συστατικό του διανοητικού της χρωμοσώματος) ο αυτισμός. Δεν πιστεύω να υπήρξε άλλο μέλος του ελληνικού Κοινοβουλίου στη διαχρονία του –πλην των βουλευτών της Χρυσής Αυγής –που να είναι τόσο βυθισμένο στον εαυτό του, να εμφανίζεται τόσο βέβαιο ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια και να πιστεύει τόσο βαθιά ότι οι αντίπαλοί του (δηλαδή, όλοι οι άλλοι) βρίσκονται (και θα βρίσκονται εσαεί) εν ψεύδει, εν αδίκω ή εν αγνοία.
Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά του πολιτικού αυτισμού είναι η απάθεια απέναντι στις επικρίσεις, στις απειλές και στους κινδύνους, στάση εντελώς διαφορετική από τον έλεγχο του αισθήματος και τη διατήρηση της ψυχραιμίας, που αποτελούν ισχυρά προσόντα ενός πολιτικού. Η απάθεια με την οποία η κυρία Πρόεδρος αντιμετωπίζει τις εναντίον της διαμαρτυρίες δεν φαίνεται να έχει καμία σχέση με την αυτοσυγκράτηση, γιατί παρουσιάζει όλα τα συμπτώματα ενός πολιτικού αυτισμού βαριάς μορφής. Αποτελεί την αναγωγή στον κύβο του αυτισμού του ΣΥΡΙΖΑ που, λίγες μέρες προτού προσγειωθεί στην πραγματικότητα της Ευρώπης, ζητούσε από την Ευρώπη να προσγειωθεί στην πραγματικότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι, ενώ η ελαφρότερης μορφής αυτιστική πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε σημεία βελτίωσης, η κυρία Κωνσταντοπούλου, που παρουσιάζει συγχρόνως (συνδυασμός πρωτοφανής) και έκδηλα συμπτώματα μανίας καταδίωξης, έχει βυθιστεί ακόμη βαθύτερα στον εαυτό της καθώς εμφανίζεται αποφασισμένη περισσότερο από ποτέ να βάλει επιτέλους μια τάξη σε αυτόν τον τόπο, στον οποίο πιστεύει ότι βασιλεύει η εναντίον της «άθλια και κατάπτυστη διαπλοκή».
Οι δηλώσεις της στην πρόσφατη (31 Αυγούστου) συνέντευξη Τύπου, που έδωσε με αφορμή την προσχώρηση –όπως φαίνεται να πιστεύει –του κόμματος του κ. Λαφαζάνη στις θέσεις της, συνέντευξη κατά την οποία εξέφρασε την «πλήρη απογοήτευσή» της για τη σύμπραξη του Προέδρου της Δημοκρατίας «στο σχέδιο κατάργησης της δημοκρατίας και υποδούλωσης του πληθυσμού» (sic) και για τη συμμετοχή του «στη συνωμοσία για τη δολοφονία της προσωπικότητάς της», δεν αφήνουν αμφιβολία για τον κορυφαίο ρόλο που πιστεύει ότι της έχει αναθέσει η Ιστορία. Στη συνέντευξη αυτή, επικαλούμενη την προεκλογική διακήρυξη του σημερινού «προδότη της δημοκρατίας» κ. Τσίπρα ότι «οι αλλαγές σε μια κοινωνία επιτυγχάνονται μόνο όταν αλλάζει το υπόδειγμα της ηγεσίας», η κυρία Κωνσταντοπούλου, με την κατάφωρη υπόδειξη του δικού της υποδείγματος, διατράνωσε με ακόμη μεγαλύτερη απάθεια τη βεβαιότητά της ότι η δημοκρατία δεν θα αργήσει να επιβληθεί.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ