Δεν χρειάζεται υψηλή θεωρία για να αξιολογηθεί μια πολιτική ως αριστερή ή όχι. Αρκεί η προσφυγή στην κοινή εμπειρία: σε ποιον βαθμό προάγει μια πολιτική τα συλλογικά αγαθά της Υγείας και της Παιδείας; Αν η απάντηση είναι «σε μεγάλο βαθμό», η πολιτική τείνει να είναι αριστερή. Αν, αντιθέτως, τα συλλογικά αγαθά υποβαθμίζονται ή η διαχείρισή τους είναι σπάταλη, η πολιτική αυτή κάθε άλλο παρά αριστερή είναι.
Το κριτήριο αυτό δεν είναι αυθαίρετο. Αν κάτι διακρίνει τη σύγχρονη Αριστερά στο πολιτικό τοπίο είναι η πεποίθηση ότι η κοινωνία είναι κάτι παραπάνω από ένα άθροισμα ατόμων –είναι παραγωγός νοήματος, ισότητας και αλληλεγγύης. Η Υγεία και η Παιδεία είναι τα κατ’ εξοχήν συλλογικά αγαθά που πρέπει να παρέχονται ποιοτικά και αποτελεσματικά στους πολίτες.
Ο λόγος για την Υγεία. Γράφτηκε στις εφημερίδες, αλλά πέρασε σχετικά απαρατήρητο. Ο υπουργός Υγείας κ. Κουρουμπλής αποφάσισε (με ερμηνευτική εγκύκλιο – προσφιλή διαδικασία των πολιτικών στη διαμόρφωση του νομικού πλαισίου κατά το δοκούν) να επιτραπεί η συνταγογράφηση γενοσήμων φαρμάκων με την εμπορική τους ονομασία. Ο προβαλλόμενος λόγος; Θα αυξηθεί, λέει, η χρήση των γενοσήμων.
Δείτε τη μεγάλη εικόνα και κρίνετε μόνοι σας. Ενας ισχυρός παράγοντας που εκτροχίασε τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας τα τελευταία 15 χρόνια είναι η φαρμακευτική δαπάνη: το 2012 ήταν το 26% της συνολικής δαπάνης για την Υγεία και το 4% του ΑΕΠ. Τα αντίστοιχα ποσοστά σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες είναι κάτω από το 16% και μεταξύ 1,8% και 2,5% αντιστοίχως. Με λίγα λόγια, ξοδεύουμε πολλά λεφτά για φάρμακα. Γιατί;
Οχι, ο ελληνικός πληθυσμός δεν παρουσιάζει αυξημένη νοσηρότητα. Η υψηλή φαρμακευτική δαπάνη οφείλεται σε ενδογενείς θεσμικές στρεβλώσεις, κύρια μεταξύ των οποίων είναι η πολυπληθής ιατρική κοινότητα σε σχέση με τις ανάγκες του πληθυσμού. Το αποτέλεσμα της ιατρικής «υπερπροσφοράς» είναι η προκλητή «ζήτηση» –η υπέρογκη ανάπτυξη των υπηρεσιών Υγείας και ιδιαίτερα των φαρμακευτικών δαπανών.
Επρεπε να χρεοκοπήσει η χώρα για να μας επιβάλουν οι δανειστές τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης. Η τρόικα επέβαλε τις αυτονόητες σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες πολιτικές: την εισαγωγή των γενοσήμων και τη συνταγογράφηση της δραστικής ουσίας, όχι της εμπορικής ονομασίας των φαρμάκων. Θεσπίστηκε διά νόμου η υποχρέωση του γιατρού να συνταγογραφεί με τη δραστική ουσία και του φαρμακοποιού να χορηγεί στον ασφαλισμένο το φθηνότερο γενόσημο που την περιέχει. Με άλλα λόγια, ο γιατρός αποφασίζει για τη θεραπευτική ουσία που πρέπει να χορηγήσει στον ασθενή και όχι για το ποιος θα είναι ο προμηθευτής της ουσίας αυτής. Εφόσον για τη συγκεκριμένη δραστική ουσία κυκλοφορεί γενόσημο σκεύασμα, ο ασθενής οφείλει να λάβει το γενόσημο και μάλιστα αυτό με τη μικρότερη τιμή. Ετσι και ποιοτικά φάρμακα χορηγούνται και δημόσιο χρήμα εξοικονομείται.
Ωστόσο, με την παράλληλη νομοθέτηση (ελληνικής πρωτοβουλίας αυτή τη φορά) περί συμμετοχής του ασθενούς στη φαρμακευτική δαπάνη, αλλά και την ανασφάλεια που παράγεται από ιδιοτελείς «ψιθύρους» για την «ποιότητα» των γενοσήμων, ο νόμος αυτός ουσιαστικά δεν εφαρμόζεται. Η θεσμική αδράνεια κυριαρχεί, τα οργανωμένα συμφέροντα επιχαίρουν. Ο ασθενής, με την αφανή καθοδήγηση του συστήματος, εξακολουθεί εν πολλοίς να επιλέγει ένα μη γενόσημο σκεύασμα. Ο κ. Κουρουμπλής δικαιολόγησε την απόφασή του ως «παρότρυνση» να αυξηθεί η χρήση των γενοσήμων. Ευγενής σκοπός, θα πείτε. Αμ δε! Τι σημαίνει αυτή η «παρότρυνση» στην εμπεδωμένη ελληνική πρακτική; Ο γιατρός επιλέγει σκεύασμα συγκεκριμένης φαρμακευτικής εταιρείας για την εγγύηση της ποιότητας του φαρμάκου ή γιατί έχει κάποια κρυφά οφέλη από την εταιρεία που το παράγει;
Η συνταγογράφηση με τη δραστική ουσία είναι μία από τις τομές στην Υγεία, η οποία, αν εφαρμοστεί σωστά και με επιμονή, επιφέρει και δημοσιονομικά οφέλη και διαμορφώνει νοοτροπίες ορθολογικής επαγγελματικής συμπεριφοράς –προάγει, δηλαδή, το δημόσιο συμφέρον. Είναι ένα μικρό μέρος του 70% των μνημονιακών μέτρων, τα οποία, όπως λέει ο υπουργός Οικονομικών, έπρεπε να είχαμε εφαρμόσει μόνοι μας. Η αντιμεταρρύθμιση του κ. Κουρουμπλή όμως μας πάει πίσω: αντί να επιμείνει και να ελέγξει την εφαρμογή του νόμου, άρχισε να τον ξηλώνει, διαιωνίζοντας ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις σχέσεις συναλλαγής γιατρών, φαρμακοβιομηχανίας.
Ο σοβαρός μεταρρυθμιστής, ιδιαίτερα αν είναι ένας σύγχρονος αριστερός, είναι προσηλωμένος στην υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Εργάζεται αθόρυβα και μεθοδικά να δημιουργήσει τους μηχανισμούς που προστατεύουν τα δημόσια αγαθά και εξοικονομούν δημόσιο χρήμα. Ο προσχηματικός μεταρρυθμιστής και ο κατ’ επίφαση αριστερός νοιάζεται για την, με κάθε τρόπο, πολιτική του επιβίωση.
Η κυρία Φωτεινή Ν. Σκοπούλη είναι ομότιμη καθηγήτρια του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, πρώην υφυπουργός Υγείας.

Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στα πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ