Το Βήμα – The New York Times
Πολλοί οικονομολόγοι, συμπεριλαμβανομένης της προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED) Τζάνετ Γέλεν, αντιμετωπίζουν τα παγκόσμια προβλήματα της οικονομίας από το 2008, ως μία ιστορία «απομόχλευσης» – μίας ταυτόχρονης προσπάθειας των οφειλετών σε όλο τον κόσμο να μειώσουν τις ευθύνες τους. Γιατί όμως η «απομόχλευση» είναι πρόβλημα; Γιατί οι δαπάνες μου είναι το εισόδημά σου και οι δαπάνες σου είναι το εισόδημά μου και αν όλοι μειώσουν τις δαπάνες την ίδια στιγμή μειώνονται και τα εισοδήματα παγκοσμίως. Ή όπως το έθεσε η Γέλεν το 2009, «οι προφυλάξεις που μπορεί να είναι ωφέλιμες για μερικούς ανθρώπους και για τις επιχειρήσεις – και στην πραγματικότητα απαραίτητες για να επιστρέψει η οικονομία στη συνήθη της κατάσταση – μεγεθύνουν την πίεση προς την οικονομία στο σύνολό της».
Επομένως πόση πρόοδο έχουμε σημειώσει για την επιστροφή της οικονομίας στη συνήθη της κατάσταση; Καμία. Βλέπετε, οι πολιτικοί βασίζουν τις πράξεις τους σε μία λανθασμένη άποψη για το τι είναι το χρέος και οι προσπάθειές τους να περιορίσουν το πρόβλημα, στην πραγματικότητα το έκανε χειρότερο. Πρώτα, τα δεδομένα: την περασμένη εβδομάδα το McKinsey Global Institute δημοσίευσε μία έκθεση με τίτλο «Debt and (Not Much) Deleveraging» (Το χρέος και η – όχι τόσο πολλή – απομόχλευση), στην οποία αναφερόταν ότι κανένα κράτος δεν έχει μειώσει την αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ. Το ιδιωτικό χρέος έχει μειωθεί σε κάποιες χώρες και ακόμη και σε όσες χώρες έχει σημειωθεί αξιόλογη ιδιωτική απομόχλευση, το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί περισσότερο από όσο έχει μειωθεί το ιδιωτικό.
Μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι η αποτυχία μας να μειωθεί η αναλογία χρέους προς το ΑΕΠ είναι επειδή δεν προσπαθούμε αρκετά – ότι οι οικογένειες και οι κυβερνήσεις δεν καταβάλουν σοβαρή προσπάθεια να σφίξουν τα ζωνάρια και ότι αυτό που χρειάζεται ο κόσμος είναι, ναι, περισσότερη λιτότητα. Αλλά στην πραγματικότητα έχουμε εφαρμόσει μία χωρίς προηγούμενο λιτότητα. Όπως σημείωσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι πραγματικές δημόσιες δαπάνες έχουν μειωθεί στα πλούσια κράτη – μεγάλες περικοπές έγιναν στη Νότια Ευρώπη αλλά περικοπές έχουν γίνει και σε χώρες όπως η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες μπορούν να δανειστούν με τα χαμηλότερα επιτόκια στην Ιστορία. Όλη αυτή η λιτότητα έκανε φυσικά τα πράγματα χειρότερα – και ήταν αναμενόμενο, επειδή οι απαιτήσεις για σφίξιμο του ζωναριού βασίστηκαν σε λανθασμένες αντιλήψεις του ρόλου που το χρέος παίζει στην οικονομία.
Μπορεί κανείς να καταλάβει το μέγεθος της παρανόησης όταν κάποιος αρχίζει να καταφέρεται κατά των ελλειμμάτων λέγοντας «Σταματήστε να κλέβετε από τα παιδιά μας». Ακούγεται σωστό, αν δεν το σκεφτεί κανείς: οι οικογένειες που συσσωρεύουν χρέος γίνονται πιο φτωχές, επομένως δεν γίνεται το ίδιο και όταν αναφερόμαστε στο δημόσιο χρέος; Όχι. Μία χρεωμένη οικογένεια χρωστάει χρήματα σε άλλους ανθρώπους. Η παγκόσμια οικονομία χρωστάει χρήματα στον εαυτό της. Και ενώ είναι αλήθεια ότι κράτη μπορούν να δανειστούν από άλλα κράτη, η Αμερική δανείζεται λιγότερα από το εξωτερικό από το 2008 και μετά, σε σχέση με παλαιότερα και η Ευρώπη δανείζει στον υπόλοιπο κόσμο. Επειδή το χρέος είναι χρήματα που χρωστάμε στον εαυτό μας δεν καθιστά την οικονομία πιο φτωχή και αυτόματα η εξόφλησή του δεν μας κάνει πιο πλούσιους.
Είναι αλήθεια ότι το χρέος μπορεί να λειτουργήσει ως απειλή για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα – αλλά η κατάσταση δεν βελτιώνεται αν οι προσπάθειες να μειωθεί το χρέος σπρώχνουν την οικονομία στον αποπληθωρισμό και στην ύφεση. Κάτι που μας φέρνει στη σημερινή κατάσταση. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες «έχαψαν» την ιδέα ότι η οικονομική κρίση προήλθε από τις αλόγιστες δαπάνες, από κράτη που ζούσαν εκτός των δυνατοτήτων τους. Ο σωστός δρόμος, επέμενε η καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ ήταν η επιστροφή στη φειδώ. Επρόκειτο για τη συνταγή προς μία καταστροφή σε αργή κίνηση.
Τα κράτη που χρωστούσαν έσφιξαν τα ζωνάρια – αλλά η λιτότητα που αναγκάστηκαν να επιβάλλουν ήταν ιδιαιτέρως άγρια. Στο μεταξύ η Γερμανία και άλλες ισχυρές οικονομίες- που έπρεπε να ξοδέψουν περισσότερα για να ισορροπήσουν τη λιτότητα στην περιφέρεια – προσπάθησαν επίσης να περιορίσουν τις δαπάνες. Το αποτέλεσμα ήταν ένα περιβάλλον στο οποίο η μείωση του χρέους προς το ΑΕΠ ήταν αδύνατη. Κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί από εδώ και στο εξής, αν και οι μπουκμέικερ θεωρούν τώρα πιο πιθανό η Ελλάδα να βγει από το ευρώ. Ίσως η ζημιά να σταματούσε εκεί, αλλά δεν το πιστεύω – η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα απειλήσει το οικοδόμημα του κοινού νομίσματος στο σύνολό του. Και αν το ευρώ αποτύχει, αυτό θα πρέπει να γραφτεί στη ταφόπλακα: «Πέθανε εξαιτίας της κακής αναλογίας».