Είναι απορίας άξιον πώς, παρ’ όλη τη συγκρουσιακή ατμόσφαιρα και τις εξτρεμιστικές τάσεις που κρατούν σε κατάσταση συναγερμού το πολιτικό σύστημα, επιμελώς αποφεύγεται η κατά τον νόμο δρομολόγηση αναθεώρησης διατάξεων του Συντάγματος που υποθάλπουν τα προαναφερθέντα.
Είναι γεγονός ότι κατά καιρούς υποδεικνύεται η ανάγκη αυτή, αλλά εντελώς φιλολογικά. Ωστόσο το «εδώ και τώρα» απουσιάζει από την πολιτική αντιμαχία. Ισως διότι στην πραγματικότητα οι αμφισβητήσεις για το ποιον και το πώς εκλέγουμε βουλευτή ή Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή οι περιώνυμες αντισυνταγματικότητες που συχνά ασκόπως εμποδίζουν την ομαλή διακυβέρνηση της χώρας διευκολύνουν τα εκάστοτε πράγματι αντισυνταγματικά ή θιγόμενα συμφέροντα στην αρνητικότητά τους και στο να βάζουν συνεχείς τρικλοποδιές στην εκάστοτε εκτελεστική εξουσία. Είναι αναμφίβολο ότι το ισχύον Σύνταγμα έχει επείγουσα ανάγκη εκσυγχρονισμού, σαφέστερης διατυπώσεως και απαλλαγής από διατάξεις που συνιστούν εκτροπή από την ανάγκη ξεκάθαρης διάκρισης των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των τριών εξουσιών. Στην ουσία η νομοθετική εξουσία έχει καταστεί υποτακτικός εκτελεστής των κυβερνητικών επιταγών, ενώ η δικαστική εξουσία επωφελούμενη αμφιλεγόμενων διατάξεων του Συντάγματος τείνει να υποκαθιστά τη νομοθετική εξουσία.
Η διόρθωση αυτών και άλλων συνταγματικών αστοχιών είχε πιέσει στην πρωτοβουλία της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή να προωθήσει κάποια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία όμως εξελίχθηκε σε φιάσκο με συμβολή όλων των κομμάτων, επειδή προφανώς βόλευαν πολλούς τα κακώς κείμενα. Κατά την περίοδο εκείνη είχε εκπονηθεί από την Επιτροπή Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του υπουργείου Οικονομίας (Γιάννης Μαρίνος, Λάζαρος Εφραίμογλου, Πάνος Καζάκος, Πλάτων Τήνιος και με κύρια συμβολή του ειδικού μελετητή καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλου) εμπεριστατωμένη αλλά εξαφανισθείσα(!) εισήγηση για τις κατ’ άρθρον αναγκαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποκτήσουμε ανταγωνιστική οικονομία σε ένα κοινωνικό κράτος δικαίου. Στη μελέτη αυτή αντιμετωπίζονταν μεταξύ άλλων οι δυσλειτουργίες στην εκλογή βουλευτών, στον ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας, και των συνδικάτων, στην προστασία των παραγωγικών επενδύσεων, στην αναβάθμιση γενικά του κύρους των θεσμών και στην εμπέδωση του κράτους δικαίου. Αντιμετωπίζονταν ιδιαίτερα το άγος της ουσιαστικής απαλλαγής από κάθε ευθύνη για τις αδικοπραγίες υπουργών και βουλευτών και η καταχρηστική επίκληση αντισυνταγματικότητας από κάθε δικαστήριο με αποτέλεσμα χρονοβόρες διαδικασίες ως την έκδοση τελικής απόφασης, που παραλύουν τη λειτουργία της πολιτείας και υπονομεύουν το κύρος των νόμων και κυβερνητικών αποφάσεων, όπως συμβαίνει σήμερα. Η προτεινόμενη θέσπιση Συνταγματικού Δικαστηρίου, θεσμού που ισχύει ευδοκίμως σε πολλές δημοκρατικές χώρες, φρονούμε ότι θα έδινε σύντομα και τελεσιδίκως απάντηση σε κάθε επίκληση συνταγματικότητας και έτσι θα έβαζε τέρμα στην καταχρηστική αμφισβήτηση αντισυνταγματικότητας σε κάθε σχεδόν νομοθετική και κυβερνητική πράξη. Η Επιτροπή αυτή εισηγούνταν επίσης ένα σταθερότερο και δικαιότερο εκλογικό σύστημα και δικλίδα ασφαλείας, ώστε να αποτρέπεται η ατμόσφαιρα προεκλογικής περιόδου από την επομένη των εκλογών. Τέλος διορθωνόταν και το άρθρο 106, η ισχύουσα διατύπωση του οποίου επιτρέπει στον κ. Λαφαζάνη και στον κ. Κουτσούμπα, αν σχηματίσουν κυβέρνηση, να κρατικοποιήσουν αμέσως ακόμη και τα περίπτερα. Οσο κι αν δεν το πιστεύετε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ