Το Βήμα, The New York Times
Όλα έμοιαζαν πολύ καλή ιδέα πίσω στο 1951: ένας παγκόσμιος πόλεμος είχε τελειώσει μόλις πριν από έξι χρόνια και ένας ψυχρός πόλεμος μόλις ξεκινούσε. Οι παλαιοί εχθροί θα γινόντουσαν καινούριοι φίλοι. Το πρώτο βήμα ήταν η ανταλλαγή. Αντί να αρμέγουν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές των ηττημένων – πανάρχαια κατάληξη του πολέμου – τις μοιράζονταν: έχεις γαιάνθρακες, έχω χάλυβα, θα ανταλλάξουμε.
Αυτή η δίκαιη ανταλλαγή βρισκόταν στην καρδιά της Συνθήκης του Παρισιού, στην απαρχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, του σπόρου που έγινε η πανίσχυρη Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 1951 το πολιτικό πλεονέκτημα σήμαινε πρακτική ανάγκη. Ο γερμανός καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ ήθελε να δει τη χώρα του να βγαίνει από τον πάγο, ενώ ο Σαρλ ντε Γκολ πήρε απόφαση ότι καθώς η Γερμανία θα ήταν πάντα γείτονας της Γαλλίας, καλύτερα να ήταν φίλοι. Οι Κάτω Χώρες, το Λουξεμβούργο και η Ιταλία συμφώνησαν.
Η πολιτική ενότητα ήταν ακόμη μακριά. Ο Ζαν Μονέ, ο πνευματικός πατέρας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το έθεσε καλύτερα όταν διακήρυσσε ότι «δεν θα υπάρξει ειρήνη στην Ευρώπη αν τα κράτη επανιδρυθούν στη βάση της εθνικής κυριαρχίας». Η συνεργασία και το τέλος του έθνους κράτους ήταν ο τρόπος για να σταματήσουν οι πόλεμοι μεταξύ των ευρωπαίων «αδελφών».
Αυτή η πολιτική διάσταση παρουσιάστηκε με τη Συνθήκη της Ρώμης, που περιελάμβανε περιορισμένη συνεργασία στην άμυνα και την πολιτική, και τέθηκε σε ισχύ το 1958. Έκτοτε, καθώς η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα μεγάλωνε, αυτή η πολιτική διάσταση γινόταν ολοένα πιο επιτακτική – ειδικά μετά την εισδοχή της Βρετανίας το 1973. Και ενώ η Βρετανία επωφελήθηκε από τα εμπορικά πλεονεκτήματα της Ένωσης, πάντα αντιτίθετο στην εκχώρηση κυριαρχίας και προωθούσε μία «ειδική σχέση» με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όταν το ζήτημα της πολιτικής ένωσης μπήκε πάλι στη συζήτηση στο Μάαστριχτ (1993) και στη Λισσαβόνα (2009), η στάση της Βρετανίας ενόχλησε ακόμη περισσότερο. Στο Μάαστριχτ, η ΕΟΚ έγινε Ευρωπαϊκή Ένωση και η ενοχοποίηση όσων ήθελαν να διατηρήσουν την κυριαρχία πιο έντονη. Ο «ευρωσκεπτικισμός» εξαπλώθηκε και σε χώρες πέρα από τη Βρετανία. Οι πραγματικές τριβές όμως ήλθαν με το ευρώ, που πλέον χρησιμοποιείται σε 17 από τα 27 κράτη μέλη αλλά όχι στη Βρετανία. Στα μάτια των ευρωσκεπτικιστών το ευρώ είναι πολλά περισσότερα από ένα απλό νόμισμα. Συμβολίζει την απώλεια κυριαρχίας προς όφελος της Γερμανίας.
Ποτέ άλλοτε ένα νόμισμα δεν είχε μεγαλύτερη συμβολική σημασία. Αν πιστέψουμε τις Κασσάνδρες, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Η διάσωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς τους. Οι ευρωσκεπτικιστές Βρετανοί σνομπάρουν περισσότερο το ευρώ τώρα, παρότι τα επίπεδα της ανεργίας στη χώρα δεν είναι κάτι για το οποίο υπερηφανεύονται. Οι προοπτικές για τους νέους ανθρώπους στη Βρετανία δεν είναι καλύτερες από ό,τι σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Κάποιοι από εμάς τους φιλο – Ευρωπαίους αναρωτιούνται πώς γίνεται μία τόσο ευγενής και αξιέπαινη ιδέα να έφθασε σε τέλμα. Ίσως η γρήγορη «συγκόλληση» βιομηχανικών και μετα – βιομηχανικών κρατών με αγροτικά κράτη να ήταν λάθος.
Η ιδέα ότι «εμείς» πληρώνουμε για τα υποανάπτυκτα κράτη είναι ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των πολέμιων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράδειγμα το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν και το γερμανικό αντι – ευρωπαϊκό νεοσύστατο κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Έχουν περάσει 68 χρόνια από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και τουλάχιστον στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη η ειρήνη βασιλεύει για το μεγαλύτερο διάστημα στη σύγχρονη Ιστορία. Θα ήταν κρίμα να παίξουμε «κορώνα – γράμματα» το διάστημα που περάσαμε θάβοντας τις διαφορές μας.
Ο Giles MacDonogh είναι συγγραφέας βιβλίων για την ευρωπαϊκή Ιστορία, περιλαμβανομένου του «After the Reich» (Μετά το Ράιχ). Τώρα ασχολείται με τη συγγραφή του «Hitler’s Germany: A Social History of the Third Reich» (Η Γερμανία του Χίτλερ: Η κοινωνική Ιστορία του Τρίτου Ράιχ).