Ξυπνήσαμε μια μέρα λοιπόν και βρήκαμε, στις οθόνες μας, τα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας γαζωμένα με Καλάσνικοφ. Λίγο πριν και λίγο μετά στήθηκε ένας χορός με γκαζάκια σε πυλωτές πολυκατοικιών. Να που η τρομοκρατία επιστρέφει στο προσκήνιο της δημόσιας συζήτησης. Τα κρούσματα όμως δεν πρόσθεσαν μεγάλη ταραχή στο χρονίως ταραγμένο δημόσιο αίσθημα. Και είναι λογικό, όσο πρόκειται για τρομοκρατία, πυκνή στην εκδήλωσή της, αλλά χαμηλής έντασης. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν είχαμε να κάνουμε με ευθείες απόπειρες κατά της ζωής. Εχουμε ζήσει πολύ χειρότερα στο παρελθόν. Και το μέλλον είναι άδηλο.
Εκ πρώτης όψεως, ο αντίκτυπος του μπαράζ των τρομοκρατικών επιθέσεων αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για την ταλαίπωρη δημοκρατία μας. Φαίνεται πως υπάρχει συσχετισμός με την ανακατάληψη κτιρίων από τη δημόσια δύναμη, στην οποία απαντούν οι οπλισμένοι βραχίονες της αριστερίστικης και αναρχικής ουτοπίας. Η κυβέρνηση, και ιδιαίτερα η μείζων συνιστώσα της, αποκομίζει κέρδη στην κοινή γνώμη. Η αξιωματική αντιπολίτευση παραπάτησε.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στέκεται αμήχανος στο σταυροδρόμι. Ολοφάνερα, το δίλημμά του είναι αν θα μετασχηματιστεί ή όχι σε αστικό κόμμα.

Το δίλημμα είναι σύνθετο, διότι τίθεται σ’ ένα έδαφος αμφιβολίας για το μέλλον της αστικής δημοκρατίας στην Ελλάδα.

Ως γνωστόν, η αστική δημοκρατία είναι το μόνο είδος υπαρκτής δημοκρατίας στον κόσμο. Οι δημοσκοπικές μετρήσεις δείχνουν ότι, επί του παρόντος, η κρίσιμη μάζα της ελληνικής κοινής γνώμης εξακολουθεί να συμμερίζεται την άποψη αυτή. Οι προσδοκίες του πολιτικού σώματος είναι ζωντανές και ίσως να έχουν και λιγάκι αναζωπυρωθεί.

Πραγματικά, η χώρα βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Αν στους επόμενους μήνες οι προσδοκίες τροφοδοτηθούν με ψήγματα εκπλήρωσης, το δημοκρατικό απόθεμα της κοινωνίας μας τουλάχιστον θα διατηρηθεί. Και θα επιβεβαιώνεται απέναντι σε ενδεχόμενα μελλοντικά τρομοκρατικά χτυπήματα.

Το σενάριο αλλάζει αν οι προσδοκίες διαψευστούν. Τότε, υφίσταται ο κίνδυνος να συνενωθούν οι εστίες παραγωγής βίας, που είναι ποικίλες και με διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Ηδη, το γνώρισμα της πρόσφατης τρομοκρατικής έξαρσης είναι μια έμμεση αλληλοτροφοδότηση: αυτές οι τρομοκρατικές επιθέσεις εμφανίζονται να απαντούν στις επιχειρήσεις της δημόσιας δύναμης που συνιστούν την αντίδραση του φορέα της νόμιμης βίας στην αμφισβήτησή του από τη δράση της ναζιστικής ακροδεξιάς.
Η τρομοκρατία στην Ελλάδα δεν είναι πια αυτό που ήταν. Οχι επειδή οι παραδοσιακοί φορείς της μετεξελίχθηκαν σε κάτι διαφορετικό. Αντίθετα, οι δράστες οι προερχόμενοι από τον αναρχικό χώρο και τον συγκοινωνούντα χώρο του αριστερισμού παραμένουν προσκολλημένοι στις παραδόσεις τους. Ομως, το συνολικό σκηνικό και μαζί το φόντο της δράσης τους έχει αλλάξει δραματικά. Το παιχνίδι δεν παίζεται πια με δύο. Η γνωστή και ως τώρα αντιμετωπίσιμη αμφισβήτηση του μονοπωλίου της νόμιμης βίας εξ αριστερών έχασε το μονοπώλιο της αμφισβήτησης.
Ο νέος παράγοντας του σκηνικού είναι η εμφάνιση της ναζιστικής τρομοκρατίας. Και χρειάζεται να το πούμε απερίφραστα: οι φόνοι μεταναστών από χρυσαυγίτες και ομοϊδεάτες τους συνιστούν τρομοκρατία. Η ακροδεξιά τρομοκρατία έχει το επιπλέον εφιαλτικό χαρακτηριστικό να βρίσκεται ενταγμένη στην καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας. Ασκείται οργανωμένα και συστηματικά, λαμβάνοντας ενίοτε διαστάσεις πογκρόμ. Απέναντι στο φαινόμενο αυτό η ελληνική κοινωνία στέκεται βουβή.
Είναι κατανοητό, η κοινωνία δοκιμάζεται. Και μέσα στη δοκιμασία αποκαλύπτεται επίσης η προηγούμενη έλλειψη συνοχής: ένα συνονθύλευμα από κάστες που βαίνει προς διάλυση. Και είναι άδηλο αν από τη διάλυση θα προκύψει κοινωνική ανασύνθεση ή πολτοποίηση. Αλλά αυτό είναι το διακύβευμα όλων μας. Αν διατηρούμε προσδοκίες ευημερίας, χρειάζεται να δείξουμε χωρίς άλλη καθυστέρηση τα δημοκρατικά μας αντανακλαστικά. Οι δημοκρατικοί πολίτες πρέπει να αμφισβητήσουν το ακροαριστερό μονοπώλιο της αντίδρασης στη νεόκοπη ναζιστική τρομοκρατία και στις αξιώσεις της για κοινωνικό έρεισμα. Και να συνειδητοποιήσουν χωρίς καθυστέρηση τον θανάσιμο κίνδυνο που συνιστά η διάχυση, απολύτως μεθοδευμένη, της ιδεολογίας του ρατσιστικού μίσους στα σχολεία μας και στις γειτονιές μας. Η «κατάπτωση των αξιών» για την οποία θρηνούν μονότονα γενεές συντηρητικών διανοουμένων δεν είναι τίποτα μπροστά στην αξιακή ανατροπή που βρίσκεται σήμερα στα σκαριά και αποθεώνει ξεδιάντροπα το νταηλίκι ως στάση ζωής στον δημόσιο χώρο.
Είναι κατανοητό ότι η κυβέρνηση επικαλείται εξισωτικά τη θεωρία των δύο άκρων απέναντι στη βία που λαμβάνει διαστάσεις τρομοκρατίας. Αλλά στον δημόσιο λόγο οφείλουμε να κάνουμε τις διακρίσεις εκείνες που θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε και να δράσουμε. Τα άκρα δεν είναι ομόλογα. Και η διαφορά τους, ως διαφορά δυναμικού, μπορεί να προκαλέσει την ηλεκτρική εκκένωση που θα κάψει τη δημοκρατία μπροστά στα σαστισμένα μάτια των χλιαρών υποστηρικτών της.
Οι βάρβαροι υπάρχουν. Και βρίσκονται στην αγορά. Χρειάζεται να κατέβουμε ξανά στην αγορά. Να συναθροιστούμε και να τους στείλουμε πίσω, στα λαγούμια τους.
Ο κ. Αλέξης Καλοκαιρινός διδάσκει στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ