Οποιοσδήποτε έχει στοιχειώδεις, έστω, γνώσεις οικονομίας αντιλαμβάνεται ότι το μεγαλύτερο και δυσκολότερο οικονομικό πρόβλημα της χώρας είναι το τεράστιο δημόσιο χρέος. Το ακριβές μέγεθός του δεν είναι γνωστό. Ορισμένοι υπολογίζουν ότι είναι λίγο μεγαλύτερο από το μέγεθος του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος, περίπου 112%, άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι περίπου 140%. Ούτως ή άλλως, είναι πολύ μεγάλο. Αρκεί να σκεφθείτε ότι, αν θέλουμε να εξοφλήσουμε το σημερινό χρέος σε 50 χρόνια, πρέπει να αφιερώνουμε στην απόσβεσή του ένα ποσοστό του ετησίου ΑΕΠ ίσο περίπου προς 2,5%. Στο μέλλον η κατάσταση μπορεί να χειροτερεύσει, δεδομένου ότι τα επιτόκια που θα χρειαστεί να πληρώνουμε για την εξυπηρέτηση του χρέους θα αυξηθούν. Εν ολίγοις, έχουμε καταχρεώσει τις επόμενες γενεές. Ακόμη, δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι δεν αποκλείεται και το ενδεχόμενο της πτώχευσης του κράτους αν δεν ληφθούν τα αναγκαία μέτρα.

Με τα δεδομένα αυτά, το έργο της κυβέρνησης, κάθε κυβέρνησης, θα έπρεπε να είναι η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. Η παρούσα όμως κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προτιμά να ακολουθεί την πολιτική του ψιλικατζή, δηλαδή των μικροπαροχών προς διάφορες ομάδες του πληθυσμού με προφανή στόχο τη βελτίωση του προεκλογικού κλίματος υπέρ αυτής. Πριν από μερικούς μήνες ο υπουργός Οικονομικών κ. Παπαθανασίου προέβη σε σημαντικές παροχές υπέρ των εισαγωγέων αυτοκινήτων. Στη συνέχεια επιδότησε την απόσυρση κλιματιστικών, παράλληλα δίδει την εγγύηση του Δημοσίου για δάνεια πολιτών για αγορά κατοικίας, οσονούπω δε έρχεται και η νέα απόσυρση των αυτοκινήτων, προς μεγάλη χαρά των εισαγωγέων. Ολα αυτά, φυσικά, εις βάρος του Δημοσίου, ήτοι εις βάρος ημών των πολιτών και κυρίως εκείνων που πληρώνουν φόρους.

Την ίδια περίοδο, το υπουργείο Παιδείας δέχεται αιτήσεις για ίδρυση πανεπιστημιακών σχολών χωρίς καμία εγγύηση ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου και πολύ σύντομα θα ακολουθήσει η παροχή αδειών. Σήμερα, δε, διαβάζω στην εφημερίδα «Τα Νέα» ότι το υπουργείο Εσωτερικών ανακοινώνει την πρόσληψη 29.293 υπαλλήλων στο Δημόσιο, όταν είναι γνωστό ότι υπάρχει ένα σημαντικό πλεόνασμα υπαλλήλων οι οποίοι απλώς πληρώνονται χωρίς να προσφέρουν στο Δημόσιο τίποτε. Ολα αυτά, και πολλά άλλα, σε ένα κράτος του οποίου τα οικονομικά κινδυνεύουν σοβαρά να καταρρεύσουν.

Είναι φανερό ότι το έργο της κυβέρνησης, αυτής και των επομένων, πρέπει να είναι η σημαντική μείωση των δημοσίων δαπανών και η επεξεργασία ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος. Είναι ανάγκη όχι μόνον ο κρατικός προϋπολογισμός να πάψει να είναι ελλειμματικός, αλλά να καταστεί πλεονασματικός, διότι διαφορετικά το δημόσιο χρέος θα αυξάνεται ταχύτατα. Αν κάτι τέτοιο δεν συμβεί, ας μην εκπλαγεί κανείς αν στα επόμενα χρόνια το ελληνικό Δημόσιο πληρώνει αυτούς στους οποίους χρωστά και ένα μέρος των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με κρατικά ομόλογα. Η κατάσταση είναι άκρως σοβαρή και χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση σοβαρή, και όχι μια κυβέρνηση-ρωποπωλείο. Εννοείται ότι το ίδιο ισχύει και για την αντιπολίτευση.

Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.