Οι επιτυχίες των αθλητών μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ μου δίνουν αφορμή να αναφερθώ σήμερα σε διάσημους ολυμπιονίκες της αρχαιότητας. Σε ορισμένους μάλιστα από αυτούς οι αρχαίοι μας πρόγονοι απέδιδαν υπερφυσικές ικανότητες καθώς τους θεωρούσαν παιδιά θεών και ημίθεων και τους κατέτασσαν στον κόσμο των ηρώων. Ενας από αυτούς ήταν ο Μίλων από τον Κρότωνα της Μεγάλης Ελλάδας, μια πόλη με λαμπρές επιδόσεις στον αθλητισμό. Αμέτρητες ήταν οι πρωτιές που κέρδισε στο αγώνισμα της πάλης και ανάμεσά τους ξεχωρίζουν αυτές σε έξι (ή επτά) συνεχόμενες Ολυμπιάδες! Για τελευταία φορά πήρε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 512 π.Χ., σε ηλικία άνω των 40 χρόνων. Δεν μπόρεσε όμως τότε να νικήσει τον εικοσιοκτάχρονο Τιμασίθεο, που έτυχε μάλιστα να είναι και συμπατριώτης του και ο οποίος από σεβασμό προς τον μεγάλο του αντίπαλο δεν ήθελε να τον ρίξει κάτω. Ο αγώνας τους κράτησε πολλή ώρα, πράγμα όμως που εξάντλησε τον Μίλωνα και τον οδήγησε στην ήττα. Διηγούνται γι’ αυτόν θαυμαστές όσο και απίθανες ιστορίες. Περνούσε σφικτά γύρω από την κεφαλή του ένα σχοινί σαν στεφάνι και φουσκώνοντας με τη δύναμη της αναπνοής τις φλέβες του κεφαλιού του το έσπαγε. Στην ίδια την Ολυμπία σήκωσε στους ώμους του έναν τετράχρονο ταύρο και αφού τον περιέφερε στο στάδιο τον εναπόθεσε στα πόδια του ιερέα για θυσία. Στη συνέχεια το κρέας του ευμεγέθους αυτού ζώου το… κανόνισε μόνος του, αφού καταβρόχθιζε τεράστιες ποσότητες φαγητού και ήταν συγχρόνως και ασυναγώνιστος πότης. Ωστόσο, η μοίρα τού επεφύλαξε μαρτυρικό τέλος. Προσπάθησε κάποτε στα μέρη του να ανοίξει με τα χέρια τον κορμό ενός μεγάλου δένδρου, τον οποίο είχαν ήδη αρχίσει να σκίζουν με τη βοήθεια σφηνών. Κατά την προσπάθειά του όμως αυτή οι σφήνες πετάχτηκαν έξω και έτσι πιάστηκαν τα χέρια του μέσα στον κορμό. Το βράδυ αβοήθητος και με τα χέρια του παγιδευμένα κατασπαράχτηκε από αγέλη λύκων, ιδιαίτερα επικίνδυνων στην περιοχή του Κρότωνα. Ξεχωριστή είναι και η περίπτωση του επίσης κροτωνιάτη αθλητή Αστύλου. Σε τρεις συνεχόμενες Ολυμπιάδες και συγκεκριμένα στην 73η (488 π.Χ.), στην 74η (484 π.Χ.) και στην 75η (480 π.Χ.) κέρδισε από δύο πρώτες νίκες στα αγωνίσματα του σταδίου (σημερινό διακοσάρι) και του διαύλου (σημερινό τετρακοσάρι). Ωστόσο, στην 74η και στην 75η Ολυμπιάδα, δελεασμένος προφανώς από ακριβά δώρα που του πρόσφερε ο πανίσχυρος τύραννος των Συρακουσών Γέλων, πήρε μέρος στους αγώνες ως αθλητής των Συρακουσών. (Ως γνωστόν, ανάλογα φαινόμενα δεν λείπουν και από τις σύγχρονες Ολυμπιάδες με αυξανόμενα κάθε φορά ποσοστά, βοηθούσης και της… επιπεσούσης παγκοσμιοποίησης.) Η ενέργειά του όμως αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση των συμπατριωτών του. Το σπίτι του μετατράπηκε σε δημόσιο δεσμωτήριο και ο ανδριάντας του, που ήταν στημένος με αφορμή τις πρώτες του νίκες στο τέμενος της Λακινίας Ηρας, στο μεγάλο ιερό του Κρότωνα, κατακρημνίστηκε.


Διάσημος ήταν και ο θάσιος αθλητής Θεαγένης, που στη ζωή του κέρδισε 1.400 πρώτες νίκες σε πολλά αγωνίσματα και κυρίως σε αυτά του παγκρατίου (συνδυασμός πυγμαχίας και πάλης με χρήση λακτισμάτων) και της πυγμαχίας και ο οποίος λατρεύτηκε ως ήρωας θεραπευτής όχι μόνο στην πατρίδα του αλλά και αλλού. Σε ηλικία μόλις εννέα χρόνων, γυρίζοντας από το σχολείο του άρπαξε ένα ολόκληρο χάλκινο άγαλμα θεού από την Αγορά και το μετέφερε στο σπίτι του! Η ασεβής αυτή πράξη του, που ωστόσο προκάλεσε και δέος στους συμπατριώτες του, παρ’ ολίγον να του κοστίσει ακριβά. Τελικά τη γλίτωσε με τη μόνη υποχρέωση να ξαναφέρει το βαρύ άγαλμα πίσω στη θέση του. Στην 75η Ολυμπιάδα (480 π.Χ.) ετοιμαζόταν να πάρει μέρος στο βασικό αγώνισμά του, που ήταν αυτό του παγκρατίου. Ωστόσο, θέλοντας να ταπεινώσει τον περίφημο πυγμάχο της εποχής του και πολυολυμπιονίκη Εύθυμο, δηλώνει συμμετοχή και στην πυγμαχία. Η λήξη του αγώνα βρίσκει τον Εύθυμο κατατροπωμένο και σε οικτρή κατάσταση. Ο Θεαγένης όμως, εξαντλημένος από την τεράστια προσπάθεια που είχε καταβάλει για το αγώνισμα της πυγμαχίας, δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις μεγάλες απαιτήσεις του παγκρατίου που ακολουθούσε στο πρόγραμμα. Ετσι νικητής σε αυτό αναδείχθηκε ο Δρομεύς από τη Μαντίνεια και μάλιστα «ακονιτί», δηλαδή δίχως αγώνα. Και όχι μόνον αυτό. Εξαιτίας των ταπεινών κινήτρων του που τον οδήγησαν να πάρει μέρος στον αγώνα της πυγμαχίας οι ελλανοδίκες επέβαλαν στον Θεαγένη και βαρύτατα πρόστιμα. Το πάθημα του έγινε μάθημα και στην επόμενη Ολυμπιάδα πήρε μέρος μόνο στο παγκράτιο όπου και εθριάμβευσε. Ενα άγαλμά του που ήταν στημένο στην ιδιαίτερη πατρίδα του υφίστατο μετά τον θάνατό του μια ιδιόρρυθμη κακομεταχείριση. Ενας Θάσιος, με πολλά απωθημένα εις βάρος του Θεαγένη που φυσικά δεν μπορούσαν να εκτονωθούν όσο ο ίδιος ζούσε, πήγαινε κάθε βράδυ και μαστίγωνε το άγαλμα του αθλητή. Από τα πολλά χτυπήματα κάποτε ο ανδριάντας έπεσε και τσάκισε τον ανόητο μαστιγωτή.


Σύμφωνα όμως με τη νομοθεσία το άψυχο άγαλμα που προκάλεσε τον θάνατο απομακρύνθηκε από το νησί και ρίχτηκε στη θάλασσα. Από την επομένη όμως τίποτε δεν φύτρωνε στη Θάσο. Εντρομοι οι κάτοικοι καταφεύγουν στους Δελφούς για να πληροφορηθούν την αιτία του κακού που τους βρήκε. «Ξεχάσατε το μεγάλο σας τέκνο, τον Θεαγένη» ήταν η απάντηση της Πυθίας. Ευτυχώς, κάποιοι ψαράδες βοήθησαν να βρεθεί το άγαλμα. Στήθηκε στη θέση του, η ακαρπία σταμάτησε και οι Θάσιοι άρχισαν τη λατρεία του Θεαγένη. Μια επιγραφή που βρέθηκε στις ανασκαφές της Θάσου είναι ενδεικτική: «Οσοι θυσιάζουν στον Θεαγένη, θα πρέπει να ρίχνουν στον κουμπαρά του ιερού του ποσό όχι μικρότερο του οβολού. Οποιος δεν συμμορφώνεται με το παραπάνω, ας το έχει βάρος στη συνείδησή του. Το ποσό που θα συγκεντρώνεται κάθε χρόνο να παραδίδεται στον ιερομνήμονα προς φύλαξη, και όταν αυτό φθάνει τις χίλιες δραχμές να αποφασίζουν κάθε φορά η Βουλή και η Εκκλησία του Δήμου αν τα χρήματα αυτά θα ξοδευθούν για να αγορασθεί κάποιο ανάθημα ή για να κατασκευασθεί κάποιο οικοδόμημα στο Θεαγένειο».


Και θα τελειώσω με τον μεγαλύτερο ίσως πυγμάχο της αρχαιότητας, τον Ρόδιο Διαγόρα. Με ύψος που ξεπερνούσε τα 2 μ., με έξοχη τεχνική αλλά και με άμεμπτο ήθος, κέρδισε πρώτη νίκη στην 79η Ολυμπιάδα (464 π.Χ.). Τον θαυμασμό του κόσμου τον κέρδισε και με το ότι ευτύχησε να έχει τρεις γιους και δύο εγγονούς, επίσης ολυμπιονίκες. (Η περίπτωσή του μου θυμίζει αυτή του Φινλανδού Werner Jaervinen, του αξέχαστου κήρυκα του ολυμπισμού, νικητή της ελληνικής δισκοβολίας στη Μεσολυμπιάδα των Αθηνών του 1906. Τα παιδιά του, Matti, Kaarlos και Achilles, κέρδισαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Αντζελες το 1932 πρώτη νίκη στον ακοντισμό ο πρώτος και δεύτερη νίκη οι άλλοι δύο στη σφαιροβολία και στο δέκαθλο αντίστοιχα. Δεύτερη νίκη στο δέκαθλο είχε κερδίσει ο Achilles και στην Ολυμπιάδα του Αμστερνταμ το 1928.) Το 448 π.Χ. ο Διαγόρας πηγαίνει στην Ολυμπία για να παρακολουθήσει αγωνιζόμενα τα δύο παιδιά του, Δημάγητο και Ακουσίλαο. Μόλις αυτοί ανακηρύχθηκαν ολυμπιονίκες, έσπευσαν προς τις κερκίδες του σταδίου αναζητώντας τον πατέρα τους. Τον βρήκαν και τον περιέφεραν θριαμβευτικά στους ώμους τους, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή επευφημούμενος από τα πλήθη. Λένε ότι εισάκουσε τα λόγια που του φώναξε κάποιος θεατής, θέλοντας να τον προφυλάξει από τα άσχημα τερτίπια που παίζει η τύχη στους υπερβολικά ευτυχούντες: «Πέθανε πια, Διαγόρα. Αλλο δεν σου μένει παρά να γίνεις θεός».


* Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.