Ο μυστικός διάλογος με τον θεατή



Ο Rufino Tamayo (1899-1991) αντανακλά την ιδιοσυγκρασία καθ’ εαυτήν της μεξικανικής ιστορίας του 20ού αιώνα. Ζωγράφος, τοιχογράφος και λιθογράφος, εμφανίζεται στο καλλιτεχνικό προσκήνιο την περίοδο του Μεσοπολέμου. Το έργο του, όπως αυτό των Agustin Lazo, Maria Izquierdo, Carlos Orozco Romero, συνιστά διακριτή τομή μεταξύ της παραδόσεως των ιστορικών τοιχογραφιών και της αναφυόμενης εικαστικής πρωτοπορίας. Τέχνη ονειρική όσο και τραγική, συνενώνει το αίσθημα της λατινοαμερικανικής πολιτιστικής ιδιαιτερότητας και την επίγνωση της ευρωπαϊκής ζωγραφικής παραδόσεως.


Ο Tamayo παρακάμπτει τον σκόπελο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, που υποβάθμιζε την ιδεατή παραστατικότητα, για να επανασυνδεθεί με την εσώτερη όψη των πραγμάτων και την ηχώ ενός εξωτικού παρελθόντος. Οι εικόνες του αφηγούνται υπεριστορικές αλήθειες, καταγράφουν τους σταθερούς εκείνους νόμους που διαφεντεύουν τα άστρα στον ουρανό και τις ψυχές των ανθρώπων στη γη.


Κυβισμός και συμβολισμός


Στα πρώιμα έργα του υιοθετεί το κυβιστικό λεξιλόγιο χωρίς να αλλοτριώνει τη φόρμα. Το αντικείμενο δεν αποθεώνεται κάτω από την επιφάνειά του όμως φέρει μυστική σημασία. Οι νεκρές φύσεις, τα μουσικά θέματα, η συσχέτιση της προσωπογραφίας με τον περιβάλλοντα χώρο, αποτελούν τα ενδιαφέροντά του στην αρχική περίοδο. Το ζωγραφικό του ιδίωμα εξαίρει τον ηρωισμό που ενέχουν οι στιβαρές μορφές, αλλά και την υπερλογική νοητική υφή του μαγικού ρεαλισμού. Αναζητεί την πλαστική αυτάρκεια της μορφής και την εικαστική επιβεβαίωση της ανθρώπινης ουσίας.


Οι συνθέσεις του Tamayo θυμίζουν ενίοτε τα τέχνεργα των προκολομβιανών πολιτισμών, ενώ διακρίνονται για αρχαϊκότητα στην εξεικόνιση, ως έκφραση του ρεύματος προς την εγχώρια παράδοση, που χαρακτήριζε Αμερική και Ευρώπη κατά τον Μεσοπόλεμο. Από τον κυβισμό συγκρατεί περισσότερο μια διδαχή παρά αποδέχεται μια καταλυτική επιρροή. Γνωρίζει τους πίνακες του Braque και του Picasso, δεν μετουσιώνει όμως απλώς, αναδημιουργεί.


Σταδιακά το έργο του προσλαμβάνει χροιά συμβολιστική, γιατί κατ’ αυτό τον τρόπο κατορθώνει να αποκαταστήσει τη χαμένη ενότητα κόσμου και ψυχής, μορφής και νοήματος. Σε ένα έργο τέτοιας εκφραστικής δυνάμεως, όπως τα Κτήνη (1941), ο ζωγράφος απεικονίζει την ίδια τη φρίκη και το αδιέξοδο του αιώνα. Ο χρωματισμός είναι δυνατός, με τόνους σκοτεινούς, που ενδυναμώνουν την επιθετικότητα της εκφράσεως. Και εδώ η λειτουργία της καταγγελίας καθίσταται βιαιότητα του περιεχομένου, ως έγερση δυνάμεων στοιχειακών. Η φύση χρησιμοποιείται για την ερμηνεία της πραγματικότητας με διάθεση πεισιθάνατη.


Ως τοιχογράφος (muralista) ο Tamayo αναδεικνύει μια αμιγή μεξικανική αισθητική, συνδυάζοντας την παράδοση της μεγαλόπνοης εικόνας με τους ονειρικούς σχεδιασμούς της μυθιστορίας της χώρας του. Δεν υποπίπτει, ωστόσο, στην εμμονή του φολκλόρ, όπως πολλοί σύγχρονοι ομότεχνοί του. Διερευνά τις ποιητικές αντιστοιχίες των θεμάτων, όχι τον αφελή τους ρεαλισμό.


Οι ανθρώπινες μορφές


Οι ανθρώπινες μορφές στο έργο του σταδιακά αποδεσμεύονται από την κυβιστική προσήλωση στην ανάδειξη των επιφανειών και απογυμνώνονται, για να φανερωθούν στην αληθινή τους ουσία. Κάτω από τη σάρκα λάμπει το αίμα και ο κρυμμένος στον καθένα μας ήλιος. Ο ζωγράφος ερωτοτροπεί με την αφαιρετική γραφή, δεν απαρνείται όμως ποτέ την αλήθεια της αισθητής φόρμας. Προς το τέλος μάλιστα της ζωής του επανακάμπτει στον τονισμό της ανθρώπινης μορφής, ως εκδήλωση πίστης σε μια ανθρωπότητα που δοκιμάζεται αλλά συνεχίζει να εκφράζει τις αρχές της ιστορίας.


Η αισθητική των εικόνων του καταργεί την ηρεμία των συναισθημάτων προκρίνοντας την ταραχή της ονείρωξης και του εφιάλτη. Η χρωματική κλίμακα περιορίζεται στους πλέον εκφραστικούς τόνους. Πρόκειται για μια λιτότητα, που συμπυκνώνει το δραστικό μήνυμα σε μια κραυγή, μια κίνηση ηδονής ή απόγνωσης. Η προοπτική μεταλλάσσεται, το περιβάλλον υποκαθίσταται από τον εσωτερικό χώρο των συναισθημάτων, τις εκτάσεις που αντικρίζουν τα υπνωμένα μάτια.


Η δυαδικότητα των αντιλήψεων είναι ορατή εδώ. Ο κόσμος δεν φωτίζεται μόνο από τον ήλιο, αλλά λατρεύει και τη σελήνη, την αινιγματική σιωπή και την τελετουργία της θλίψης. Το γκροτέσκο χρησιμοποιείται ως ένδειξη τραγικότητας. Μορφές τερατώδεις ουρλιάζουν τις αλήθειες τους, οι χρωματικοί τόνοι είναι καταθλιπτικοί, οι συνθέσεις κυριαρχούνται από μια κλειστοφοβική αίσθηση. Η φαντασία εκδικείται τον άνθρωπο της μεταβιομηχανικής εποχής. Η στοιχειακή φύση δεν υποτάσσεται, απλώς κατευνάζεται προσωρινά. Συχνά όμως διαφεύγει σε πίνακες, όπου επικρατεί το κόκκινο του αίματος και το τεφρό του θανάτου.


Ο Tamayo με τη ζωγραφική του δεν περιορίζεται στην περιγραφή ή στην επίκριση· κάνει κάτι περισσότερο, ελπίζει. Αν μας μένει κάτι από την εικαστική του δημιουργία ως πνευματική παρακαταθήκη, είναι η δυσδιάκριτη αλληλουχία των νοημάτων του, ο μυστικός διάλογος των μορφών του με τον θεατή και η πεποίθηση της τελικής αναστάσεως. Το σώμα φθείρεται, οι λόγοι ξεχνώνται, όμως η τέχνη επιζεί.


Ο κ. Ιωάννης Κωτούλας είναι επιστημονικός συνεργάτης του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών.