Το βρογχικό άσθμα είναι μια ετερογενής χρόνια φλεγμονώδης πάθηση των πνευμόνων η οποία εμφανίζει υφέσεις και εξάρσεις που μπορεί να οδηγήσουν τον ασθενή στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών και ευτυχώς σπανιότερα να αποβούν μοιραίες.
Υπολογίζεται ότι 300 εκατομμύρια παγκοσμίως πάσχουν από άσθμα. Το βρογχικό άσθμα προσβάλλει όλες τις ηλικίες και η συχνότητά του αυξάνεται σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Επίσης, το σχετιζόμενο με τη νόσο κόστος είναι σημαντικό και αυξάνεται επίσης. Σύμφωνα με πρόσφατη επιδημιολογική έρευνα της ομάδας βρογχικού άσθματος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας το 8,6% του γενικού πληθυσμού στην Ελλάδα πάσχει από βρογχικό άσθμα.
Τα κύρια συμπτώματα του άσθματος είναι βήχας, συρίττουσα αναπνοή (οι ασθενείς την ονομάζουν συχνά «γατάκια», «σφύριγμα στο στήθος»), σφίξιμο ή βάρος στο στήθος και δυσκολία στην αναπνοή. Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι παρουσιάζουν διακυμάνσεις στον χρόνο είτε ως προς την εμφάνιση είτε ως προς την ένταση και τη συχνότητά τους. Μπορεί να συμβαίνουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους ή να έχουν εποχικό χαρακτήρα, κυρίως κατά τη διάρκεια της άνοιξης ή/και του φθινοπώρου. Χαρακτηριστικά τα συμπτώματα του άσθματος εκδηλώνονται πιο έντονα τις νυχτερινές ώρες ή τις πρώτες πρωινές ώρες.
Τα συμπτώματα του άσθματος πυροδοτούνται συνήθως από κρυολογήματα (συνήθως ιογενείς λοιμώξεις), την έκθεση σε αλλεργιογόνα, την έκθεση σε κρύο αέρα, τη σωματική άσκηση και φάρμακα με κυριότερο εκπρόσωπο την ασπιρίνη ή άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη.
Η διάγνωση του άσθματος βασίζεται στο ιστορικό και στα συμπτώματα του ασθενούς. Ιστορικό ύπαρξης αναπνευστικών συμπτωμάτων όπως ο συριγμός, ο βήχας, η δύσπνοια, το αίσθημα βάρους στο στήθος θέτουν την υπόνοια άσθματος. Τεκμηριώνεται με τη δοκιμασία της σπιρομέτρησης πριν και μετά τη χορήγηση βρογχοδιαστολής. Εκεί η χορήγηση ενός βρογχοδιασταλτικού φαρμάκου (φάρμακο που διευρύνει τους βρόγχους) βελτιώνει σημαντικά την απόφραξη αυτών. Σε περίπτωση διαγνωστικής δυσκολίας, στα σύγχρονα κέντρα υπάρχει η δυνατότητα διάγνωσης μέσω περισσότερο ειδικών δοκιμασιών που «προκαλούν» την εμφάνιση άσθματος (δοκιμασίες πρόκλησης). Στη περίπτωση που ο ασθενής με άσθμα έχει ιστορικό συμβατό με παρουσία ευαισθησίας σε αλλεργικούς παράγοντες πρέπει να υποβάλλεται σε αλλεργικές δοκιμασίες με σκοπό την ταυτοποίηση αυτών των παραγόντων και την αποφυγή τους.
Η θεραπεία του βρογχικού άσθματος είναι φαρμακευτική και μη φαρμακευτική. Στη μη φαρμακευτική ανήκουν η αποφυγή των αλλεργιογόνων και της έκθεσης σε ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες και ερεθιστικούς παράγοντες. Στη φαρμακευτική περιλαμβάνονται κυρίως φάρμακα που δίνονται με τη μορφή εισπνοών και διακρίνονται σε ρυθμιστικά που χορηγούνται σε καθημερινή βάση και ανακουφιστικά. Το κύριο ρυθμιστικό φάρμακο είναι η εισπνεόμενη κορτιζόνη που δίνεται συνήθως σε μικρές δόσεις και δεν προκαλεί παρενέργειες. Αλλα ρυθμιστικά φάρμακα είναι οι β2-διεγέρτες μακράς δράσης, η μοντελουκάστη και η θεοφυλλίνη.
Το σοβαρό άσθμα αφορά ευτυχώς μια μικρή ομάδα ασθματικών ασθενών που η νόσος τους δεν μπορεί να ελεγχθεί με τη συνήθη θεραπεία. Είναι σημαντικό να έχουμε διασφαλίσει ότι ο ασθενής λαμβάνει σωστά τη θεραπεία του, να έχουμε αποκλείσει ή θεραπεύσει συνοδά νοσήματα που μπορεί να επηρεάζουν το άσθμα (π.χ. γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, χρόνια παραρινοκολπίτιδα, άγχος / κατάθλιψη) και να έχουμε ελέγξει την έκθεση σε ερεθιστικούς παράγοντες στο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένου του καπνίσματος. Οι ασθενείς με σοβαρό άσθμα μπορεί να λαμβάνουν κορτιζόνη από το στόμα στη χαμηλότερη δυνατή δόση λόγω των παρενεργειών, ενώ για τους ασθενείς με σοβαρό αλλεργικό άσθμα έχει ένδειξη ένα μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι της ανοσοσφαιρίνης IgE ως πρώτη επιλογή. Στις πρόσφατες οδηγίες έχουν προστεθεί ως επιλογές για το σοβαρό άσθμα η χορήγηση ενός εισπνεόμενου αντιχολινεργικού μακράς δράσης του τιοτροπίου που χορηγείται εδώ και μια δεκαετία σε ασθενείς με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια και ένα νέο μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης-5 (μεπολιζουμάμπη) για ασθενείς με σοβαρό ηωσινοφιλικό άσθμα. Τέτοιοι ασθενείς προτείνεται από τις κατευθυντήριες οδηγίες ότι θα πρέπει να παρακολουθούνται σε ειδικά κέντρα με εμπειρία στο σοβαρό άσθμα.
Ο βασικός στόχος της θεραπείας του είναι η επίτευξη του ελέγχου της νόσου που συνίσταται σε ελαχιστοποίηση των ασθματικών συμπτωμάτων, αποφυγή νυχτερινών αφυπνίσεων λόγω του άσθματος, ελαχιστοποίηση της ανάγκης να χρησιμοποιήσει φάρμακα ανακούφισης, διατήρηση της ικανότητας του ασθενούς να κάνει τις συνηθισμένες σωματικές και κοινωνικές δραστηριότητες και αποφυγή-πρόληψη των παροξύνσεων (κρίσεις) άσθματος.
Ο κ. Στυλιανός Λουκίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ο κ. Πέτρος Μπακάκος είναι επίκουρος καθηγητής Πνευμονολογίας στο ίδιο πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ