Η επιτυχής έκδοση του 5ετούς ομολόγου προσθέτει ένα ακόμη επιχείρημα για την επερχόμενη διαπραγμάτευση ελάφρυνσης του χρέους ενώ αναμένεται να μειώσει και το κόστος δανεισμού με δεδομένο ότι θα συνεχιστεί η μεταρρυθμιστική προσπάθεια αναφέρει σε ανάλυσή της η Eurobank.

Η ανάλυση της Eurobank
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της τράπεζας, η αυριανή επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ αλλά και η σημερινή έξοδος της χώρας στης αγορές μετά από τέσσερα χρόνια σηματοδοτούν μια νέα περίοδο για την ελληνική οικονομία την οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως περίοδο ανάκαμψης υπό προϋποθέσεις.
Την Τετάρτη 9 Απριλίου 2014, τα περιθώρια των 10-ετών ελληνικών ομολόγων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων μειώθηκαν στις 431,5 μβ. Σε εβδομαδιαία βάση η μείωση ήταν μόνο 26,6 μ.β. Ταυτόχρονα τα περιθώρια ήταν χαμηλότερα κατά 257,7 μ.β. σε σχέση με την μέγιστη τιμή του 2014 (27/01/2014) και κατά 2.267,0 μ.β. σε σχέση με το ιστορικό υψηλό της 6ης Μαΐου 2012.
«Θεωρούμε την επόμενη περίοδο ως περίοδο ανάκαμψης γιατί μετά από 6 χρόνια ύφεσης και μια σωρευτική μείωση του ΑΕΠ κατά 26.2% – πρωτοφανή και για τα παγκόσμια χρονικά –το 2014 θα είναι η πρώτη χρονιά που η χώρα θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης» σημειώνει η Alpha Bank.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της, ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ για το 2014 θα είναι στο 0,4%. «Υποστηρίζουμε την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης γιατί από το 2010 (αλλά με ιδιαίτερη έμφαση από τα τέλη του 2011 και μετά) στην Ελλάδα έχουν επιλυθεί μια σειρά από δημοσιονομικά και διαρθρωτικά προβλήματα που επιτρέπουν την αισιοδοξία για το μέλλον» επισημαίνουν σχετικά.
Πάντως, δε θεωρούν ότι τα προβλήματα της χώρας με κύρια έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν επιλυθεί. «Αντίθετα, ο δρόμος είναι δύσκολος ακόμη και πολλά απομένουν για να υλοποιηθούν. Την αμέσως επόμενη περίοδο αναμένεται να δημοσιευθούν τα προαπαιτούμενα μέτρα για την τμηματική καταβολή της δόσης των €8,3 δισ» τονίζουν σχετικά στην ίδια ανάλυση.
Επιπλέον, υπογραμμίζουν πως δεν αναμένεται να είναι εύκολη η υλοποίηση των νέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τουλάχιστον όχι ευκολότερη από τις προαπαιτούμενες μεταρρυθμίσεις που ολοκληρώθηκαν μέχρι τώρα.
Στο πλαίσιο αυτό σημειώνουν πως «είναι αναγκαία λοιπόν η διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας αλλά και η δημιουργία κλίματος συναίνεσης όσον αφορά τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια αφού γίνεται πλέον φανερό ότι η έξοδος από την κρίση θα επιτευχθεί μόνο την στροφή της ελληνικής οικονομίας προς ένα αποτελεσματικότερο παραγωγικό υπόδειγμα».
«Θεωρούμε ότι η απόφαση της κυβέρνησης για έξοδο στις αγορές, για πρώτη φορά μετά από 4 χρόνια, με μια μικρή έκδοση (5-ετές ομόλογου συνολικού ύψους €3,0 δισ.), καθώς και η άμεση και θετική ανταπόκριση από τους επενδυτές δείχνουν ότι οι διεθνείς αγορές είναι διατεθειμένες να αναλάβουν το στοίχημα υπέρ της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας» τονίζουν οι αναλυτές της τράπεζας.
Όπως εξηγούν, «είναι στοίχημα γιατί ακόμη δεν έχει κριθεί οριστικά η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης καθώς και η διατηρησιμότητα τους για τα επόμενα χρόνια. Αν αυτό είχε συμβεί το επιτόκιο δανεισμού δε θα ήταν κοντά στο 5,0% αλλά αρκετές μονάδες βάσεις χαμηλότερα».
Ενδεικτικά αναφέρουν ότι η απόδοση του πενταετούς ομολόγου της Πορτογαλίας ήταν στο 2,58% στις 9 Απριλίου 2014.
«Δε θα πρέπει να ξεχνάμε όμως, πως τον Μάρτιο του 2012 η Ελλάδα με την εφαρμογή του προγράμματος Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (PSI) απομείωσε την αξία των ελληνικών ομολόγων κατά 53.5%. Η πρόσφατη απομείωση του χρέους αποτιμάται στην παρούσα απόδοση και είναι λογικό –μαζί με την υπάρχουσα αβεβαιότητα για την συνέχιση της εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού προγράμματος –να αυξάνει τον κίνδυνο και συνεπώς και το ασφάλιστρο κινδύνου των νέων ελληνικών τίτλων» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι οικονομολόγοι της Eurobank.
Δε θα πρέπει να παραγνωρίζουμε επίσης, σύμφωνα με τη Eurobank, ότι η στροφή της οικονομίας προς το νέο εξωστρεφές υπόδειγμα δεν είναι ακόμα εμφανής. «Οι εξαγωγές αγαθών της χώρας για το 2013 ήταν στο -2,2% ενώ η βελτίωση του ισοζυγίου πληρωμών οφείλεται κυρίως στην συμπίεση των εισαγωγών εξαιτίας της ύφεσης» σημειώνει η τράπεζα.