Τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις που ενδέχεται να αλλάξουν άρδην τους συσχετισμούς των πολιτικών δυνάμεων και των οικονομικών ιδεών που κυριαρχούν σήμερα η Ευρώπη διεξάγονται την Κυριακή. Διότι εκτός από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία και από τις βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, κάλπες στήνονται για την εκλογή νέας κυβέρνησης στο κρατίδιο του Σλέσβιγκ-Χολστάιν, στη βόρεια Γερμανία και νέων δημοτικών αρχόντων στην Ιταλία.

Οι κάλπες που θα βγάλουν τον νέο πρόεδρο της Γαλλίας είναι αδιαμφισβήτητα οι κρισιμότερες από αυτές που θα βγάλουν βουλευτές στην Ελλάδα και το Σλέσβιγκ Χολστάιν και δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους σε περισσότερες από 1.000 ιταλικές πόλεις. Ενδεχόμενη εκλογή του Φρανσουά Ολάντ πιθανότατα θα αλλάξει τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης χρέους.

Ο σοσιαλιστής υποψήφιος έχει υποσχεθεί ότι αν εκλεγεί θα δώσει στην Ευρώπη την αναπτυξιακή πνοή που της έχει στερήσει η μικροσκοπική εμμονή Βερολίνου-Φραγκφούρτης (γερμανικής κυβέρνησης και Ευρωτράπεζας δηλαδή) στην άνευ όρων και πάση οικονομική και κοινωνική θυσία μείωση των ελλειμμάτων. Αίσθηση προκαλεί το συμπέρασμα ανάλυσης του πρακτορείου Bloomberg, που θεωρεί ότι έχει πει τόσα πολλά ο Ολάντ για την ανάπτυξη, που τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια της θητείας του θα είναι αδύνατο γι’ αυτόν να μην τα προωθήσει, τουλάχιστον ως έναν βαθμό.
Φόβοι από τις ελληνικές κάλπες
Οι ελληνικές κάλπες ανησυχούν τους Ευρωπαίους επειδή η χώρα αποτέλεσε τη θρυαλλίδα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και μετατράπηκε κατά έναν τρόπο σε δοκιμαστικό σωλήνα των αντιαναπτυξιακών πολιτικών δημοσιονομικής εξυγίανσης.

Δύο πράγματα φοβούνται οι εταίροι:

Πρώτον, την πιθανότητα παρενεργειών από μια εκ βάθρων ανατροπή του πολιτικού σκηνικού. Η ανακατανομή της πολιτικής εκπροσώπησης των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων με τη δημιουργία νέων κομμάτων δεν είναι προφανής λόγω του καίριου οικονομικού πλήγματος που έχει δεχθεί η μεσαία εισοδηματική τάξη.

Δεύτερον (και συναφές με το πρώτο), οι εταίροι φοβούνται την άνοδο κομματικών σχηματισμών με ακραίες πολιτικές και κοινωνικές θέσεις και αντιευρωπαϊκή ρητορική.
Δοκιμασία για τη Μέρκελ
Οι εκλογές στο κρατίδιο του Σλέσβιγκ-Χολστάιν αποτελούν ένα διπλό στοίχημα για τον κυβερνητικό συνασπισμό του οποίου ηγείται η γερμανίδα καγκελάριος.

Το ενδιαφέρον εστιάζεται πρώτον στο συνεργαζόμενο με τους Χριστιανοδημοκράτες κόμμα των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP), το οποίο απηχεί τις απόψεις του βιομηχανικού κόσμου της Γερμανίας και αποτελεί εδώ και δεκαετίες τους κυβερνητικούς εταίρους είτε των Χριστιανοδημοκρατών είτε των Σοσιαλδημοκρατών για το σχηματισμό κυβέρνησης – παραδοσιακά στέλεχος του FDP αναλαμβάνει το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εξωτερικών.

Στις τοπικές εκλογές των τελευταίων δύο χρόνων οι Ελεύθεροι Δημοκράτες έχουν αφανιστεί κυριολεκτικά – τα ποσοστά τους έπεσαν από το 7-8% στο… 1% κι αυτό μετά βίας. Αν και στις εκλογές της Κυριακής καταποντιστούν, τότε προβάλλει βέβαιος ο σχηματισμός κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού (Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών δηλαδή) μετά από τις εκλογές του φθινοπώρου του 2013.

Το ενδιαφέρον εστιάζεται όμως και στην επίδοση του κόμματος της Ανγκελα Μέρκελ στις εκλογές του Σλέσβιγκ-Χολστάιν (αλλά και στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, όπου διεξάγονται τοπικές εκλογές την επόμενη Κυριακή, 13 Μαΐου). Εν προκειμένω, στο Σλέσβιγκ-Χολστάιν το στοίχημα της Μέρκελ είναι να κρατήσει την τοπική κυβέρνηση (στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία επικρατούν οι Σοσιαλδημοκράτες). Χαριτολογώντας θα σημείωνε κανείς ότι τα χρώματα της τοπικής σημαίας του Σλέσβιγκ-Χολστάιν είναι μπλε-άσπρο-κόκκινο, όπως και της γαλλικής σημαίας, κι αυτό δεν αποτελεί καλό οιωνό για το κόμμα της καγκελαρίου…
Πρώτο τεστ για τον Μόντι
Στις δημοτικές εκλογές της Ιταλίας το «θύμα» είναι εύκολα προβλέψιμο (και δημοσκοπικά μετρήσιμο άλλωστε): ονομάζεται Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Το «μαύρισμα» του κόμματος του «καβαλιέρε» είναι οιονεί προδιαγεγραμμένο. Όπως άλλωστε και το μαύρισμα της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά, που δεν έχει καταβάλει ακόμη το πολιτικό κόστος από το σκάνδαλο διαφθοράς που αποκαλύφθηκε προ μηνών και στο οποίο εμπλέκεται ο ηγέτης του Ουμπέρτο Μπόσι – ένας υπερφίαλος πολιτικός που καλλιεργούσε με επιμέλεια ένα προφίλ «ατσαλάκωτου Βορειοευρωπαίου».

Η καταψήφιση της δεξιάς του Μπερλουσκόνι και της ακροδεξιάς του Μπόσι θεωρείται δεδομένη. Αν όμως το εκλογικό σώμα εκλέξει με μεγάλη πλειοψηφία (και με μεγάλη συμμετοχή) δημοτικές παρατάξεις και υποψηφίους της Αριστεράς, τότε μοιραία η ψήφος του θα ερμηνευθεί ως αποδοκιμασία και της κυβέρνησης τεχνοκρατών του Μάριο Μόντι. Διότι ο Μόντι, ο οποίος έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα κατέβει στις γενικές εκλογές του Μαΐου 2013 στην Ιταλία, έχει θέσει σε εφαρμογή (σε συνεννόηση βεβαίως με τις Βρυξέλλες δηλαδή το Βερολίνο) ένα πρόγραμμα λιτότητας που έχει ως στόχο την εξοικονόμηση 20 δισ. ευρώ.

Το πρόγραμμα Μόντι βελτιώνει μεν τη δημοσιονομική εικόνα της Ιταλίας, αλλά βυθίζει την ιταλική οικονομία βαθύτερα στην ύφεση – είναι η τέταρτη από το 2001 για τη γειτονική χώρα. Το ερώτημα της ανάπτυξης είναι, βεβαίως, πρωταρχικό και στην Ιταλία. Όπως και το συναφές ερώτημα της απασχόλησης. Διότι στην Ιταλία, όπως και στις 16 από τις 17 χώρες της ζώνης του ευρώ (η Γερμανία εξαιρείται), η ανεργία εκτινάχθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από «κτίσεως» ευρωζώνης.

Οι ευρωπαϊκές πολιτικές, όμως, για την τόνωση της ανάπτυξης και της απασχόλησης θα επανακαθοριστούν πιθανότατα σε περίπτωση που μετακομίσουν ο Φρανσουά Ολάντ με τη συμβία του Βαλερί Τριερβελέρ, από το 15ο Διαμέρισμα του Παρισιού, όπου διαμένουν, στο «αριστοκρατικότερο» 8ο Διαμέρισμα και στην οδό Φομπούρ Σεντ Ονορέ συγκεκριμένα, όπου βρίσκεται το Μέγαρο των Ηλυσίων.