Είναι ο πιο θρυλικός κλόουν της Γαλλίας. Το περιοδικό «Variety» τον έχει χαρακτηρίσει «ηγετική φυσιογνωμία της κωμωδίας» και ο φίλος του Τζέρι Λούις «ιδιοφυΐα». Ειδικοί τον συμπεριλαμβάνουν στην τριάδα των σημαντικότερων γάλλων κωμικών, μαζί με τον Μαξ Λιντέρ και τον Ζακ Τατί ο οποίος του άνοιξε την πόρτα του κινηματογράφου προσλαμβάνοντάς τον ως βοηθό στον «Θείο μου».

Στην ακμή του, στη δεκαετία του 1960, ο Πιερ Ετέξ συνεργάστηκε στενά με τον σπουδαίο σεναριογράφο Ζαν-Κλοντ Καριέρ και το 1962 κέρδισαν το Οσκαρ καλύτερης ταινίας μικρού μήκους για το «Ηeureux Αnniversaire». Η γνωστότερη ταινία τους, το «Υο yο» (1965), προβάλλεται στις αίθουσες από την περασμένη Πέμπτη και θα ακολουθήσει ο «Μεγάλος έρωτας» (1969). Η συνέντευξη έγινε πριν από μερικές ημέρες τηλεφωνικώς στα γραφεία του Γαλλικού Ινστιτούτου με την πολύτιμη βοήθεια της υπεύθυνης επικοινωνίας κυρίας Τίνας Φωτοπούλου. Ο Ετέξ ακουγόταν ευγενής, γλυκομίλητος, ακριβής και ορεξάτος για καθετί καινούργιο. Παρά τα 83 του χρόνια, επιθυμεί να επιστρέψει στη σκηνοθεσία. Αυτή την εποχή μάλιστα γράφει ένα νέο σενάριο για ταινία.

– Λένε ότι η κωμωδία είναι το δυσκολότερο υποκριτικό είδος. Ποιο είναι το πιο δύσκολο πράγμα στην κωμωδία;

«Να βρίσκεις αστείες ιδέες· που ξεκινούν όλες από μια είδηση, ένα γεγονός».

– Είναι αλήθεια ότι πίσω από κάτι πολύ κωμικό κρύβεται κάτι πολύ τραγικό;

«Δεν ξέρω αν είναι κάτι το πολύ τραγικό, όμως το σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να είναι απολύτως κωμικό. Κάποιος που είναι πλούσιος και όμορφος δεν είναι αυτομάτως αστείος. Κάποιος που δεν είναι όμορφος μπορεί πραγματικά να κάνει τους ανθρώπους να γελάσουν από την έλλειψη χάρης».

– Είναι γνωστό ότι είδατε για πρώτη φορά σινεμά στο σπίτι χάρη στον πατέρα σας. Τι ρόλο έπαιξε η οικογένειά σας στην απόφασή σας να ασχοληθείτε με τον χώρο του θεάματος;

«Είχα κατ΄ αρχάς την τύχη να με πάει ο παππούς μου στο τσίρκο και να δω τους κλόουν, οι οποίοι για μένα είναι εξαιρετικά ταλαντούχοι άνθρωποι. Με συγκλόνισε. Στη συνέχεια χάρη στον πατέρα μου ανακάλυψα τον Σαρλό, τον Χοντρό και τον Λιγνό, τον Χάρολντ Λόιντ. Είδα ταινίες τους σε 8mm, το οποίο ήταν ως ανταμοιβή από τον πατέρα μου, ο οποίος τα νοίκιαζε γιατί ήμουν καλός μαθητής στο σχολείο. Σύντομα συνειδητοποίησα ότι υπήρχε μεγάλη σχέση μεταξύ των κλόουν στο τσίρκο και αυτών που έβλεπα στην οθόνη».

– Η ιστορία σάς έχει κατατάξει ανάμεσα στους σημαντικότερους κλόουν του 20ού αιώνα. Είναι κάτι που δέχεστε ως κομπλιμέντο;

«Δεν ξέρω αν είμαι σημαντικός, αυτό όμως που μπορώ να πω είναι ότι αντιπροσωπεύω μια παράδοση που δημιουργήθηκε από αυτό που εγώ αποκαλώ “master κλόουν”- όπως όλοι αυτοί που προανέφερα. Αυτοί ήταν οι γίγαντες, ιδίως ο Τσάπλιν και ο Μπάστερ Κίτον. Συνεπώς ναι, είναι για μένα κομπλιμέντο, αλλά ποτέ μου δεν συνέκρινα τον εαυτό μου με εκείνους, από τους οποίους ουσιαστικά δανείστηκα τον τρόπο έκφρασής μου».

– Είναι αλήθεια ότι αντιπαθείτε τίτλους, όπως «Ο Μπάστερ Κίτον της Γαλλίας», τους οποίους σας έχουν κατά καιρούς αποδώσει;

«Πώς είναι δυνατόν να συγκριθώ με ένα πρόσωπο που για μένα είναι ένας ημίθεος; Παίζω πιάνο, έχω γράψει μουσική, εξακολουθώ να το κάνω, αλλά ποτέ δεν θα μου ερχόταν στο μυαλό να συγκριθώ με διευθυντή ορχήστρας. Οχι, όχι, το βρίσκω πραγματικά παράλογο».

– Ο κλόουν είναι επάγγελμα ή τρόπος ζωής; Οταν σταματάει η παράσταση, ο κλόουν σταματά να είναι κλόουν;

«Οχι. Κλόουν σημαίνει τρόπος ζωής. Δεν είναι μια ιδιότητα, είναι μια κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που παντρεύτηκα μια κλόουν».

– Θεωρείτε ότι στα έργα του Αριστοφάνη υπάρχει το στοιχείο του κλόουν;

«Γνωρίζω πολύ λίγα από τα έργα του Αριστοφάνη, άρα δεν μπορώ να επεκταθώ. Σε κάθε περίπτωση όμως, όπως και στα έργα του Σαίξπηρ, υπάρχουν σαφώς στοιχεία από κωμωδίες “κλοουνικές”. Το ίδιο ισχύει και για έργα του Μολιέρου- σε ορισμένες από τις φάρσες του».

– Ο Τζέρι Λούις σάς έχει αποκαλέσει ιδιοφυΐα. Εσείς ποιον θεωρείτε ιδιοφυΐα;

«Τον Τσάπλιν. Θεωρώ ότι είναι λίγο τραβηγμένη η δήλωση του Τζέρι – με συγκινεί πολύ, αλλά είναι δύσκολο να δεχτείς κάτι τέτοιο για τον εαυτό σου. Ο Τσάπλιν ήταν ιδιοφυΐα, δεδομένου ότι το χιούμορ του πέρασε από όλες τις ηπείρους και όλος ο κόσμος το καταλάβαινε, ανεξαρτήτως κοινωνικής διαστρωμάτωσης και ηλικίας».

– Γιατί οι διάλογοι στις ταινίες σας είναι ελάχιστοι; Θα έλεγε κανείς ότι θέλετε η εικόνα να μιλάει από μόνη της. Ετσι είναι;

«Ναι, και δεν μπορώ να σας πω τίποτα περισσότερο από αυτό. Ο διάλογος δεν εξηγεί πάντοτε τις καταστάσεις. Το να μπορούμε να γίνουμε κατανοητοί σε διαφορετικές χώρες, χωρίς τη χρήση κειμένου, είναι σαφώς πιο ενδιαφέρον. Είναι καταστάσεις με τις οποίες ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί είτε γιατί τις έχει ζήσει είτε επειδή προσελκύουν το ενδιαφέρον μας για τον συνάνθρωπό μας».

– Θα μπορούσε ο τύπος του ήρωα των ταινιών σας να επιβιώσει κάνοντας τα ίδια πάνω-κάτω πράγματα σήμερα;

«Ποτέ δεν έχω αναρωτηθεί. Δουλεύω τώρα ένα σενάριο. Η κοινωνία εξελίχθηκε, ο κόσμος έχει αλλάξει πάρα πολύ· έτσι και το στυλ έκφρασης που θέλω να παρουσιάσω σήμερα σίγουρα θα αντιπροσώπευε την εποχή μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα έκανα μεγαλύτερη χρήση του “λόγου”».

– Οταν (και εάν) βλέπετε ξανά τις ταινίες σας, τις αντιμετωπίζετε με νοσταλγία ή κυριαρχεί κάποιο άλλο συναίσθημα;

«Οχι, δεν νιώθω καθόλου νοσταλγία. Ο,τι έχει γίνει στο παρελθόν είναι πίσω μου. Συγκινούμαι όταν βλέπω ξανά τα πράγματα που μου έδωσαν χαρά την εποχή που τα έκανα, αλλά τα βλέπω πλέον ως ντοκουμέντα».

– Αν σας ζητούσα να μου πείτε ένα πολιτικό μήνυμα που εσείς βρίσκετε να υπάρχει στις ταινίες σας, τι θα μου λέγατε;

«Δεν υπάρχει κανένα πολιτικό μήνυμα, τουλάχιστον όχι με κομματική ταυτότητα. Εφ΄ όσον παρατηρώ καταστάσεις και τις μεταφράζω σίγουρα πάντα υπάρχουν πράγματα που αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα. Αυτή η πραγματικότητα κάποιες φορές έχει να κάνει με την πολιτική. Ούτως ή άλλως τα πάντα είναι πολιτική… αλλά τίποτε δεν αποτελεί πολιτικό μήνυμα».

– Αν σας ζητούσαν να σατιρίσετε ένα πρόσωπο της πολιτικής, τον Νικολά Σαρκοζί για παράδειγμα, σε τι θα εστιάζατε;

«Είναι εντελώς άλλο επάγγελμα η σάτιρα. Κάθε πρόσωπο που αντιπροσωπεύει την εξουσία, συγκριτικά με αυτόν που αποτελεί το θύμα, δείχνει κατά την άποψή μου την κωμική πλευρά της κατάστασης. Και αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι δεν υπάρχει κατάσταση που να είναι καθαρά κωμική, όπως σας έλεγα. Υπάρχουν μόνον αστείες καταστάσεις, οι οποίες μπορεί να προέρχονται από κάτι τραγικό».

– Ποια είναι η σχέση σας, αν υπάρχει, με την Ελλάδα; Τη γνωρίζετε; Αν όχι, θα θέλατε να τη γνωρίσετε;

«Ω, ναι, θέλω πραγματικά να ανακαλύψω την Ελλάδα. Εχω γυρίσει μια ταινία με ένα παιδί που λεγόταν Ζακ Γραν Χουάν δίπλα στην Ελλάδα, αλλά δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να επισκεφθώ τη χώρα σας. Θα ήμουν πολύ ευτυχής αν μου δινόταν η ευκαιρία» (σ.σ.: με αφορμή αυτή τη συνέντευξη το Γαλλικό Ινστιτούτο προκάλεσε τον Πιερ Ετέξ στο επόμενο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ και εκείνος φάνηκε πρόθυμος να έρθει).

ΤΟ ΖΕΥΓΑΡΙ ΤΩΝ ΚΛΟΟΥΝ

Κλόουν στην τέχνη,κλόουν και στη ζωή.Στη δεκαετία του 1960 ο Πιερ Ετέξ παντρεύτηκε την εξίσου θρυλική κλόουν Ανί Φρατελινί (1932-1997, στη φωτογραφία),την πρώτη γυναίκα που μπήκε στο Clown Ηall of Fame,το 1994.Μαζί ίδρυσαν τη Σχολή Τσίρκου με το ονοματεπώνυμό της και εμφανίστηκαν στην ταινία «Οι κλόουν» του Φεντερίκο Φελίνι.

Η ΦΙΓΟΥΡΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΥΛΟ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΤΟΥ ΖΑΚ ΤΑΤΙ

Η περίφημη φιγούρα του σκίτσου του Ζακ Τατί αποτελεί δημιούργημα του Πιερ Ετέξ: «Σχεδίασα τη σιλουέτα του κυρίου Υλό για τον “Θείο μου” του Ζακ Τατί, όπως σχεδίασα όλους τους χαρακτήρες,τις σιλουέτες,τα κοστούμια της ταινίας,όλα τα σκηνικά,τα εξαρτήματα…Σχεδίασα τα πάντα.Για τον χαρακτήρα τού κυρίου Υλό έκανα πολλή-πολλή διαφήμιση».

– Η παρεξήγηση που προέκυψε ανάμεσα σε εσάς και τον Τατί πιστεύετε ότι έβλαψε ή βοήθησε την καριέρα σας;

«Ποτέ δεν έθεσα στον εαυτό μου αυτό το ερώτημα.Υπέφερα από την περιφρόνηση του Τατί προς εμένα,η οποία ξεκίνησε από τη στιγμή που μπήκα στον χώρο του κινηματογράφου.

Ηταν κρίμα που δεν με έβλεπε πλέον όπως πριν· δεν με δεχόταν και αυτό με πίκρανε πολύ.

Ημουν όμως πολύ, πολύ-πολύ ευτυχής την ημέραύστερα από 20 και κάτι χρόνια- που ήρθε να με βρει μόλις είδε την ταινία “Yo yo” στο Παρίσι και μου είπε: “Δεν είχα δει την άλλη ταινία, αλλά αυτή δεν είναι κακή”. Με άγγιξε πολύ».

ΠΟΤΕ & ΠΟΥ

Η ταινία «Υo yo» προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την περασμένη Πέμπτη. Ο «Μεγάλος έρωτας» θα προβληθεί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ