H εγκληματική πάλη κατά του πολιτισμού δεν είναι παρά η άλλη όψη ενός εγκληματικού πολιτισμού.


Πιερ Κλοσοφσκί


Ενα μόνο περιστατικό, σταχυολογημένο ανάμεσα σε αναρίθμητα παρόμοια: περαστικοί μπροστά από μια διαφημιστική πινακίδα γνωστής εταιρείας λογισμικού παρατηρούν ξαφνικά ότι το συνηθισμένο σλόγκαν της, «Suddenly everything clicks» (θα μπορούσε να αποδοθεί ως «Ξαφνικά όλα μπαίνουν στη θέση τους»), έχει μεταμορφωθεί σε «Suddenly everything sucks» («Ξαφνικά όλα είναι σκατά»).


Ανάλογα με την αίσθηση του χιούμορ του καθενός, πρόκειται για κάτι λιγότερο ή περισσότερο αστείο. Και ανάλογα με την πολιτική του τοποθέτηση, πρόκειται για πράξη βανδαλισμού ή αντίστασης (ή μάλλον πρόκειται για βανδαλισμό που συνιστά είτε εγκληματική είτε πολιτική πράξη). Αλλά – άσχετα με το χιούμορ ή τις πολιτικές μας πεποιθήσεις – είναι μάλλον δύσκολο να μη δεχθούμε ότι σε έναν κόσμο όπου η πρόσβαση στην ηλεκτρονική πληροφορία ελέγχεται ως επί το πλείστον από μία ιδιωτική εταιρεία η παρέμβαση αυτή του άγνωστου ακτιβιστή βανδάλου κατά της εταιρείας Microsoft αποπειράται να εκφράσει κάτι.


Ισως είναι παρακινδυνευμένο να υποθέσει κανείς ότι όλοι οι βανδαλισμοί εκφράζουν κάτι. Ωστόσο μοιάζει μάλλον λογικό ότι το κάνουν αφού – αν το καλοσκεφθούμε – αυτό που στην πραγματικότητα θέλουμε να πούμε όταν συχνά-πυκνά καταφερόμαστε κατά των «ανεγκέφαλων βανδάλων» είναι ότι ο τρόπος έκφρασης δεν συμφωνεί με τις πεποιθήσεις ή το γούστο μας ή ότι το περιεχόμενο που εκφράζεται ανήκει σε ένα φάσμα που κυμαίνεται από αυτό με το οποίο διαφωνούμε ως αυτό που απλώς βρίσκουμε αφελές.


Ενα ακόμη χρήσιμο ίσως παράδειγμα είναι το εξής: πολλοί άνθρωποι είδαν αν όχι με συμπάθεια, έστω με κατανόηση ή με συγκατάβαση, τον βανδαλισμό του έργου του Θανάση Τότσικα στη γνωστή έκθεση Outlook. Αν μη τι άλλο, το γεγονός ότι κατά τη γνώμη πολλών το έργο αυτό ήταν άσεμνο και αντέβαινε σε ένα δεδομένο αξιακό σύστημα (θυμίζω ότι μία ανάμεσα σε μια σειρά φωτογραφίες απεικόνιζε τον δημιουργό της να συνουσιάζεται με ένα καρπούζι) το καθιστούσε τουλάχιστον κατανοητό στόχο. Οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι όμως πιθανότατα θα διαφωνούσαν με τον εκτεταμένο βανδαλισμό των αγελάδων της Cow Parade, τον οποίο θα έβλεπαν ως έκφανση μιας παραστρατημένης κοινωνίας που στερείται αξιών ή έστω ως πράξη αντικοινωνικών στοιχείων που χρήζουν απομόνωσης από το υγιές κοινωνικό σύνολο. Επιπροσθέτως, οι δύο κατηγορίες βανδάλων – αυτοί που κατέστρεψαν τα έργα της Outlook και αυτοί που κατέστρεψαν τις αγελάδες – επ’ ουδενί δεν θα παραδέχονταν ότι τους αρμόζει ένας παραλληλισμός: οι της Outlook θα θεωρούσαν τους άλλους «κακοποιά στοιχεία» ή κάτι παρόμοιο και οι των αγελάδων τους πρώτους «αλλοτριωμένα φερέφωνα της εξουσίας» ή κάτι παρόμοιο.


Εκφραση και ιστορία


Στην πραγματικότητα, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ούτε το ιστορικό βάθος ούτε την εννοιακή πολλαπλότητα του βανδαλισμού ως πράξης ή ως τακτικής, ούτε φυσικά τη στενή συνάρτησή του με την τέχνη και την πρόσληψή της ανά τους αιώνες. Ορος που, όπως είναι γνωστό, αναφέρεται στη λεηλασία της Ρώμης από τους Βανδάλους το 455, ο βανδαλισμός χρησιμοποιήθηκε με τη σύγχρονή του έννοια από τον επίσκοπο του Μπλουά Ανρί Γκρεγκουάρ (1750-1831), μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες της Γαλλικής Επανάστασης, όταν σε μια αναφορά του θέλησε να περιγράψει πλευρές της συμπεριφοράς των επαναστατών. Και, φυσικά, ο κατ’ εξοχήν υπεύθυνος για τη συνάρτηση του βανδαλισμού με την τέχνη είναι ο ζωγράφος Γκυστάβ Κουρμπέ (1819-1877), ο οποίος, κατά τη διάρκεια της Κομμούνας του Παρισιού, το 1871, υποστήριξε ότι η Στήλη της Βαντόμ, το διάσημο καλλιτεχνικό μνημείο-σύμβολο της απολυταρχικής αυτοκρατορίας του Ναπολέοντα Γ΄, έπρεπε να καταστραφεί, προοιωνιζομένος έτσι τη φράση του συγγραφέα και ζωγράφου Πιερ Κλοσοφσκί (1905


-2001) ότι «η εγκληματική πάλη κατά του πολιτισμού δεν είναι παρά η άλλη όψη ενός εγκληματικού πολιτισμού». Εκτοτε η έννοια του βανδαλισμού ως καλλιτεχνικής – ή αντι-καλλιτεχνικής – πρακτικής είναι κάτι που έχει συσχετισθεί με διάφορες καλλιτεχνικές τάσεις, από το κίνημα Dada ως την performance, τις σύγχρονες ακτιβιστικές ομάδες και τους καλλιτέχνες των γκραφίτι.


Δίχως το ιστορικό βάθος, με την εννοιακή πολλαπλότητα ή τη στενή συνάρτησή του με την τέχνη να αποτελούν τα μόνα «εργαλεία» για να προσεγγίσει κανείς το φαινόμενο του βανδαλισμού – ένα άλλο αξιακό σύστημα που κρίνει το φαινόμενο απλώς ως ποινικά κολάσιμη πράξη αποτελεί επίσης μια προσέγγιση -, ενδεχομένως δύο παρατηρήσεις είναι χρήσιμες. H μία είναι περισσότερο μια γενική διαπίστωση σε σχέση με τις κοινωνικές αντιλήψεις και η άλλη μια λίγο ειδικότερη άποψη σε σχέση με τις καλλιτεχνικές πρακτικές και τους τρόπους πρόσληψής τους:


H σύγχρονη αστική δημοκρατία έχει αναπτύξει έναν ισχυρό λόγο όπου το κοινωνικό πεδίο παρουσιάζεται ως ένα πεδίο συναίνεσης. Ωστόσο, ποικίλες συμπεριφορές που καθιστούν τις σύγχρονες πόλεις δύσκολους, καταπιεστικούς και ενίοτε απειλητικούς τόπους θα έπρεπε να μας δείχνουν ότι το κοινωνικό πεδίο παραμένει – όπως ήταν πάντα – ένα πεδίο σύγκρουσης. H αναγνώριση αυτού του γεγονότος δεν σημαίνει ότι κάποιος οφείλει να συμφωνήσει ιδεολογικά με την όποια δύσκολη, καταπιεστική ή απειλητική συμπεριφορά, σημαίνει όμως ότι οφείλει να μην την εξορίσει από το κοινωνικό πεδίο ως απαράδεκτη ή αφύσικη αλλά να αποδεχθεί ότι αποτελεί και αυτή μια θέση. Το να μην αποδεχθεί κάτι τέτοιο σημαίνει ότι – για να δανειστώ από διάφορους σοφότερους όπως ο Βάλτερ Μπένγιαμιν (1892-1940), ο Ερικ Χόμπσμπαουμ (γενν. 1917) και ο Τζιόρτζιο Αγκάμπεν (γενν. 1942) – κρίνει μια πράξη σαν να αποτελεί απλώς και μόνον ένα μέσον δίχως στόχο.


Τέχνη και διείσδυση


Οσον αφορά την τέχνη τώρα, αν θεωρήσουμε ότι η διείσδυση με μια σειρά μορφές στο κοινωνικό πεδίο (είτε οι μορφές είναι φωτογραφίες γενειοφόρων που συνουσιάζονται με ευμεγέθη φρούτα είτε είναι συμπαθή βοοειδή διακοσμημένα με περισσή φαντασία) αποτελεί την πρόσκληση σε κάποιου είδους συνδιάλεξη, τότε μέρος της ευθύνης που πρέπει να αναλάβει αυτός που απευθύνει την πρόσκληση είναι το ενδεχόμενο της μη αναμενόμενης αντίδρασης του άλλου μέρους. Για να το θέσω ακόμη πιο προκλητικά, αν θεωρήσει κανείς ότι η διείσδυση με μια σειρά μορφές στο κοινωνικό πεδίο μπορεί να αποτελεί κάποιου είδους βία (η οποία ασφαλώς έχει διακυμάνσεις από την απλή οικειοποίηση του δημόσιου χώρου ως την ευθεία επίθεση κατά ιδεοληψιών ή βαθέων πεποιθήσεων), τότε γιατί να μη θεωρήσουμε ότι ο πιθανός αντίλογος επίσης μπορεί να αποτελεί κάποιου είδους βία (η οποία επίσης κυμαίνεται από μια φλογερή δημόσια κριτική ως τον βανδαλισμό); Στην πραγματικότητα, αν η διείσδυση με μια σειρά μορφές στο κοινωνικό πεδίο λειτουργεί αποκλειστικά ως επιβεβαίωση μιας συναίνεσης (πράγμα που συμβαίνει τόσο όταν δεν υπάρχει αντίλογος όσο και όταν ο αντίλογος εκφράζεται αποκλειστικά με τον τρόπο που ο αυτουργός της διείσδυσης κρίνει ως θεμιτό), τότε δεν αποτελεί άραγε μια μη-επιτελεστική κίνηση, μια διείσδυση δηλαδή – συγχωρήστε μου τον συνειρμό – την οποία ουδείς αισθάνεται; Και, με τον κίνδυνο να γίνει η παρομοίωση κουραστική, μια καλλιτεχνική πρακτική που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια ανεπαίσθητη διείσδυση δεν είναι άραγε απλώς η διακόσμηση είτε ενός εσωτερικού χώρου είτε ενός αστικού τοπίου με τους όρους ενός επινοημένου κοινωνικού πεδίου που δεν ανταποκρίνεται στη βιωμένη πραγματικότητα;


Το συμπέρασμα μπορεί να είναι σκληρό αλλά μοιάζει αναπόδραστο: τόσο για τα έργα της Outlook όσο και για τις αγελάδες της Cow Parade ο βανδαλισμός φαίνεται να είναι αυτό που αναδεικνύει και όχι αυτό που παρεμποδίζει την επιτελεστικότητά τους· φαίνεται να είναι αυτό που τα επικυρώνει ως πράξεις και όχι αυτό που τα προσβάλλει ή τα ακυρώνει ως τέχνη.


Οι αγελάδες της Cow Parade θα δημοπρατηθούν σε ειδική εκδήλωση τον Σεπτέμβριο και μέρος των εσόδων θα διατεθεί προς ενίσχυση της ένωσης σωματείων «Μαζί για το Παιδί».