Χουάν Πάμπλο Εσκομπάρ
Πάμπλο Εσκομπάρ, ο πατέρας μου

Μετάφραση Μαρία Παλαιολόγου.
Εκδόσεις Μίνωας, 2016,
σελ. 400, τιμή 18,80 ευρώ

Από τα νεανικά του χρόνια ακόμη, είχε τέσσερις συνήθειες που τον συνόδευσαν σε όλη του τη ζωή. Η πρώτη: το πρώτο κουμπί του πουκαμίσου του έπρεπε να βρίσκεται ακριβώς στη μέση του στέρνου, ούτε πιο πάνω ούτε πιο κάτω. Η δεύτερη: κουρευόταν μόνος του, ψαλίδιζε ο ίδιος τα μαλλιά του, όσο κι αν η σύζυγός του θεωρούσε ότι ένας κομμωτής ήταν επιβεβλημένος. Η τρίτη: είχε εμμονή με τις τσατσάρες από ταρταρούγα, δεν χτενιζόταν αλλιώς και όταν έκανε πολλά λεφτά, την εποχή της απίστευτης χλιδής, έβαλε να του φέρουν καμιά πεντακοσαριά από τις ΗΠΑ. Η τέταρτη: έκανε μπάνιο για ώρες ολόκληρες ενώ το βούρτσισμα των δοντιών του διαρκούσε τουλάχιστον σαράντα πέντε λεπτά της ώρας. Βεβαίως, μπαίνει κανείς στον πειρασμό να σκεφτεί ότι εκείνη η εμμονή με την καθαριότητα δεν σχετιζόταν με κάποια υποχονδρία αλλά με άλλου είδους «βρωμιές». Ο λόγος για τον Πάμπλο Εμίλιο Εσκομπάρ Γκαβίρια που υπήρξε ο μεγαλύτερος έμπορος ναρκωτικών όλων των εποχών και έγραψε ιστορία, μια ιστορία βουτηγμένη στην κοκαΐνη, το χρήμα και το αίμα. Και ποιος θα μπορούσε να ξέρει τέτοιου είδους λεπτομέρειες, όπως οι προαναφερθείσες, για τον κολομβιανό ναρκέμπορο που χαρακτηρίστηκε από πολλούς ένας νέος Ρομπέν των Δασών λόγω της ευαισθησίας που επεδείκνυε (πράγματι) προς τους φτωχούς; Κάποιος από τα μέσα, καταπώς λέμε. Ο ίδιος του ο γιος.

Το βιβλίο του Χουάν Πάμπλο Εσκομπάρ υπό τον τίτλο Pablo Escobar. Mi padre κυκλοφόρησε στην ισπανική γλώσσα το 2014 και –μετά το πέρασμά του από την αγγλοσαξονική αγορά και το έντονο ενδιαφέρον που προκάλεσε η τηλεοπτική σειρά Narcos του αμερικανικού δικτύου Netflix σε ολόκληρο τον κόσμο –κυκλοφόρησε πριν από λίγες ημέρες και στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Μίνωας. Πρόκειται για ένα αφήγημα που όποιος αποφασίσει να το ανοίξει, δύσκολα θα το κλείσει. Αυτό όμως δεν οφείλεται σε κάποια λογοτεχνική δεινότητα αλλά στο ίδιο το υλικό που είναι εκρηκτικό από μόνο του. Και τούτο εδώ είναι καλά οργανωμένο. Ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι τον ακολουθούν συνεχώς οι συριγμοί από τις σφαίρες των σικάριος, των πληρωμένων δολοφόνων. Είναι πάντως γεγονός: υπάρχουν πραγματικές ιστορίες που όχι μόνο υπερβαίνουν τη φαντασία (ενός θρίλερ, εν προκειμένω) αλλά είναι και μοναδικές. Νωρίτερα τον Σεπτέμβριο, ο υιός Εσκομπάρ –αρχιτέκτονας το επάγγελμα, σήμερα ονομάζεται Χουάν Σεμπαστιάν Μαροκίν, ζει στην Αργεντινή με τη γυναίκα και την κόρη του και έχει πλέον αφιερωθεί στην προαγωγή της ειρήνης –προέβη σε μια μακροσκελέστατη ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, προκειμένου να καταδείξει τις 28 (ενοχλητικές για τον ίδιο) ανακρίβειες που εντόπισε στην τηλεοπτική εκδοχή του βίου και της πολιτείας του πατέρα του. «Εκ μέρους της πατρίδας μου και για να τιμήσω την αλήθεια των γεγονότων που έλαβαν χώρα στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, νιώθω υποχρεωμένος να αναδείξω τα σοβαρά λάθη μιας σειράς η οποία διεκδικεί την αλήθεια […] Οχι μόνο απέχει από αυτήν, αλλά είναι και προσβλητική προς ένα ολόκληρο έθνος, για πολλά θύματα και τις οικογένειές τους». Στην ίδια ανάρτηση παραπέμπει στο βιβλίο του που χαρακτηρίζει «μια προσωπική, ιδιωτική έρευνα» την οποία αποφάσισε να γράψει ύστερα από είκοσι και πλέον χρόνια σιωπής, στον απόηχο διάφορων άλλων αφηγήσεων που έχουν δημιουργήσει αλλεπάλληλες επικαλύψεις πάνω στην αληθινή φύση του διαβόητου αφεντικού του καρτέλ του Μεδεγίν. Τις περισσότερες από τις ανέκδοτες ιστορίες που καταγράφει ο υιός Εσκομπάρ του τις διηγήθηκε ο πατέρας του «τις μεγάλες κρύες νύχτες της τελευταίας χρονιάς της ζωής του, καθισμένοι γύρω από τη φωτιά, και άλλες μου τις άφησε γραμμένες, όταν οι εχθροί του κόντευαν να μας εξοντώσουν όλους». Και η αλήθεια είναι ότι ήταν πολλοί οι Pepes, οι «κυνηγημένοι από τον Εσκομπάρ» (Perseguidos por Pablo Escobar). Αυτή ήταν η παραστρατιωτική ομάδα που συγκρότησαν το 1993 και χρηματοδότησαν έμποροι κοκαΐνης, πρώην συνεργάτες ή φίλοι του, σε συνεργασία με ανθρώπους από το (αντίπαλο) καρτέλ του Κάλι, αμερικανούς πράκτορες και κυβερνητικούς παράγοντες, με στόχο την εξολόθρευση του Εσκομπάρ, την οποία και επέτυχαν την ίδια χρονιά. Αλλά, όπως υποστηρίζει ο υιός, τη χαριστική βολή την έδωσε ο ίδιος στον εαυτό του, γιατί «εμένα σε αυτή την πουτάνα τη ζωή δεν πρόκειται να με πιάσουν ζωντανό».
O Αλ Καπόνε και το «διπλό παιχνίδι»

Το βιβλίο είναι ένα χρονικό της ανόδου και της πτώσης του Πάμπλο Εσκομπάρ, περιγράφει τη μετάβασή του από τη φτώχεια στην καθημερινή παρανομία προτού φθάσει, το 1981, να στεφθεί ο βασιλιάς του ναρκεμπορίου. Γινόμαστε μάρτυρες όλων των καθοριστικών στιγμών της πορείας του: πώς εισήλθε στον κόσμο της εγκληματικότητας όταν ανακάλυψε τον τρόπο να πλαστογραφήσει το απολυτήριο λυκείου, υπό ποιες συνθήκες διέπραξε την πρώτη δολοφονία, πώς γνώρισε στη φυλακή τον Αλμπέρτο Πριέτο, τον ισχυρότερο κάπο του λαθρεμπορίου κόκας εκείνη την εποχή με το παρατσούκλι «Ο Νονός», πώς αποφάσισε να εμπλακεί αργότερα με την πολιτική υπογράφοντας ουσιαστικά τον χαμό του, τη σχέση του με τους αντάρτες αλλά και τις γυναίκες (ήταν ο άπιστος άνδρας μιας πιστής συζύγου, της Βικτόρια, την οποία προσπαθούσε να ικανοποιήσει με τον τρόπο του Ωνάση). Επίκεντρο των δραστηριοτήτων του έγινε η ασιέντα Νάπολη (κάτι σαν φέουδο, όπου υπήρχε και ένας ιδιωτικός ζωολογικός κήπος) από όπου μέρα – νύχτα έφευγαν αεροπλάνα γεμάτα κόκα με προορισμό το Μεξικό, την Κεντρική Αμερική, την Καραϊβική και τις ΗΠΑ. Ο Πάμπλο Εσκομπάρ θαύμαζε τον Αλ Καπόνε και όταν ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε αν πίστευε πως τον ξεπερνούσε, εκείνος απάντησε: «Αγνοώ πόσο ύψος είχε ο Αλ Καπόνε, αλλά νομίζω πως είμαι μερικά εκατοστά ψηλότερός του». Στην πραγματικότητα ήταν 1,65 και το έφερε βαρέως. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες δεν είναι μόνο οι σελίδες στις οποίες ακούγεται ο γδούπος των σωμάτων που πέφτουν νεκρά ποικιλοτρόπως, αλλά και ό,τι ο υιός Εσκομπάρ περιγράφει ως το «διπλό παιχνίδι εκείνων που είχαν το ίδιο αίμα μ’ εμάς», μια οικογένεια σαν βδέλλα που συνωμοτούσε (με τους εχθρούς) σε βάρος του πατέρα του με σκοπό να την απομυζήσει οικονομικά (τα κληρονομικά λ.χ. ενδέχεται να σας προκαλέσουν πονοκέφαλο). Εξέχων «προδότης» υπήρξε ο αδελφός του Εσκομπάρ από την πλευρά του πατέρα του, ο απίθανος «θείος Ρομπέρτο». Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα, λέει το ρητό. Αν μάλιστα οι γονείς έχουν μεγάλο σόι, η ταλαιπωρία πολλαπλασιάζεται.
Ο στοργικός πατέρας και το σπαθί του Μπολίβαρ
Με την κατάθεση αυτή, ο πρώτος στόχος του υιού είναι να προσθέσει, δίπλα στην εγκληματική εκδοχή του Εσκομπάρ, την οποία δεν αμφισβητεί καθόλου, άλλη μία, αυτή του στοργικού πατέρα, του ανθρώπου που προσέφερε μονάχα άδολη αγάπη στους οικείους του. Ναι, μπορούν να συμβαίνουν και τα δύο, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη αυτό, ακόμη και για κάποιον που «μπορούσε να φθάσει σε αφάνταστα σημεία ακραίας βίας» και είχε κάνει τη φονική αντεκδίκηση δεύτερη φύση του. Ο δεύτερος στόχος είναι πιο προσωπικός, ο υιός Εσκομπάρ προσπαθεί να συμφιλιωθεί με μια βαριά κληρονομιά (εξορία, φόβο και κατατρεγμό) που έχει καθορίσει απολύτως τον ψυχικό και συναισθηματικό του κόσμο. «Ευχαριστώ τον πατέρα μου, που μου έδειξε ποιον δρόμο να μην πάρω» γράφει χαρακτηριστικά. «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, από τότε που ήμουν παιδί, μου συμπεριφέρονταν σαν να ήμουν εγώ ο ενορχηστρωτής του συνόλου των εγκλημάτων του πατέρα μου» σημειώνει κάπου αλλού. Ο ίδιος (που για κάποιο διάστημα υπήρξε ο κάτοχος του σπαθιού του Απελευθερωτή Σιμόν Μπολίβαρ και επέζησε από μια βομβιστική επίθεση μεγάλης κλίμακας) ορκίστηκε να εκδικηθεί τον θάνατό του, άλλα έσπασε τον όρκο του δέκα λεπτά αργότερα. Γιατί; «Κανείς δεν ξέρει καλύτερα από μας πως το παράνομο χρήμα φέρνει μονάχα τραγωδίες, που δεν θέλουμε να επαναληφθούν στη ζωή μας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ