Ανταμ Ζαγκαγέφσκι
Μαθήματα πιάνου

Μετάφραση – Εισαγωγή – Σημειώσεις: Βασίλης Μαραγκός.
Εκδοση της Κοινωνίας των (δε)κάτων, 2014,
σελ. 166, τιμή 9 ευρώ

«Τίποτε το εντυπωσιακό δεν έχει συμβεί στη ζωή μου» λέει συνήθως ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι. Ο σημαντικότερος εν ζωή ποιητής της Πολωνίας, ο οποίος ετοιμάζεται να έλθει για μία ακόμη φορά στην Ελλάδα, ήλθε στον κόσμο σε ταραγμένους, μεταβατικούς καιρούς.

Γεννήθηκε το 1945 στη Λεόπολη (την πάλαι ποτέ πρωτεύουσα της αψβουργικής Γαλικίας, πόλη με μεγάλη πολιτιστική και εμπορική σημασία από τους μεσαιωνικούς χρόνους), όταν ακόμη τελούσε υπό ναζιστική κατοχή.
Λίγους μήνες μετά απελευθερώθηκε από τον Κόκκινο Στρατό και ενσωματώθηκε στη Σοβιετική Ενωση, γεγονός που οδήγησε αργότερα τους περισσότερους πολωνούς κατοίκους της στον δρόμο της εξορίας και της προσφυγιάς (μεταξύ των οποίων ο ίδιος ο ποιητής και μέλη της ευρύτερης οικογενείας του).
Ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι μνημείωσε τη συλλογική νοσταλγία στο περίφημο ποίημά του «Να πας στη Λεόπολη» (1985), ένα ονειρικό ταξίδι σε έναν αδύνατο προορισμό που τελειώνει ως εξής: «Η Λεόπολη είναι παντού».
Σήμερα η επίσημη ονομασία της πόλης είναι Λβιβ και ανήκει στη (Δυτική) Ουκρανία. «Η πόλη βρισκόταν ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση, ανάμεσα στον καθολικισμό και στον ορθόδοξο χριστιανισμό, κάτι που συνιστούσε μια σημαντική διαχωριστική γραμμή. Ο πολιτισμός της όμως ανήκε στη Δύση, όχι στην Ανατολή. Θυμάμαι μια βιογραφία του Γκούσταφ Μάλερ την οποία διάβαζα, πώς πήγε εκεί για να διευθύνει μια όπερα και πόσο εξύμνησε την ποιότητα των μουσικών της πόλης. Μεταξύ 1918 και 1939 η Λεόπολη κατοικούνταν βασικώς από Πολωνούς, όπως οι γονείς μου που ανήκαν στον κύκλο της πολωνικής διανόησης. Η πόλη είχε πολλούς μαθηματικούς και λογικολόγους και συμμετείχε ενεργά στις ευρωπαϊκές ζυμώσεις εκείνης της εποχής, πνευματικές και καλλιτεχνικές. Η Ζοζεφίν Μπέικερ, η θρυλική χορεύτρια που σήμερα έχει μάλλον λησμονηθεί, είχε επίσης περάσει από τη Λεόπολη. Εκεί συνυπήρχαν επίσης Εβραίοι, Ουκρανοί και Αρμένιοι, άνθρωποι από διαφορετικές κουλτούρες. Είναι πολύ δύσκολο, όπως καταλαβαίνετε, να μιλάει κανείς γι’ αυτά που έχει γράψει. Ομως το τέλος τού «Να πας στη Λεόπολη» είναι μια αράδα της συνολικότερης λογικής που διέπει το ποίημα και μόνο στο πλαίσιό της μπορεί κανείς να το κατανοήσει. Υπό αυτή την έννοια έχει λιγότερη σχέση με τον ξεριζωμό και περισσότερη, νομίζω, με τα φυτά που, ενώ έχουν τις ρίζες τους μέσα στο χώμα, μεγαλώνουν πάνω στη γη, στρεφόμενα πάντοτε κατά τον ήλιο» εξήγησε στο «Βήμα» ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι.
Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη βιομηχανική πόλη Γκλίβιτσε. Σπούδασε Ψυχολογία και Φιλοσοφία στην Κρακοβία, όπου έχει εγκατασταθεί μονίμως από το 2002, μετά την επιστροφή στην Πολωνία –με εξαίρεση το πανεπιστημιακό φθινοπωρινό εξάμηνο, όταν περνάει στην άλλη όχθη του Ατλαντικού για να διδάξει δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Το ποίημά του «Προσπάθησε να υμνήσεις τον ανάπηρο κόσμο» που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «New Yorker» προκάλεσε αίσθηση (και παρηγόρησε τους Αμερικανούς) μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Από το 1982 ο ποιητής βρέθηκε αυτοεξόριστος στη Δύση (Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ) για προσωπικούς, όπως τονίζει ο ίδιος, και όχι πολιτικούς λόγους. Στην πρώιμη φάση της σταδιοδρομίας του θεωρήθηκε μέλος της γενιάς της αμφισβήτησης του 1968 και εν συνεχεία συμμετείχε στις κινήσεις των πολωνών διανοουμένων εναντίον του κομμουνιστικού καθεστώτος στην πατρίδα του. Ωστόσο, η ποίησή του συνολικά αναδεικνύει την ελευθερία του ατόμου και την αυτονομία της δημιουργίας.

«Είμαι αντίθετος στο να διαβάζει κανείς ποίηση (όχι μόνο τη δική μου ποίηση) ως μια άμεση ανταπόκριση στα γεγονότα της ιστορίας και της πολιτικής, κάτι που κάνει την ποίηση να μοιάζει με μια ανακλαστική αντίδραση. Αλλωστε, για να μιλήσω και επί του προσωπικού, η αλήθεια είναι ότι ο ρόλος μου στο αντικαθεστωτικό κίνημα δεν υπήρξε κεντρικός και ασφαλώς δεν ανήκα στους επικεφαλής του. Δεν με συνέλαβαν ποτέ, δεν φυλακίστηκα ποτέ. Ο αγαπημένος μου φίλος Ανταμ Μίχνικ (σ.σ.: που αργότερα συνεργάστηκε με τον Λεχ Βαλέσα) πέρασε έξι ολόκληρα χρόνια στα κομμουνιστικά κάτεργα χωρίς να έχει εγκληματήσει σε βάρος κανενός. Κοιτάξτε, είμαι ένας εσωστρεφής άνθρωπος που ρέπει προς την ειρωνεία και αναπόφευκτα αμφισβητώ οτιδήποτε εμφανίζεται στον δρόμο μου. Κι ωστόσο παρέμεινα πιστός σ’ εκείνο το πολιτικό κίνημα, την «Αλληλεγγύη», και θαύμασα τους ηγέτες και τους ποιητές του, τους φίλους μου που αφιερώθηκαν σ’ έναν μεγάλο κοινό σκοπό. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 εξέδωσα έναν τόμο δοκιμίων υπό τον τίτλο «Αλληλεγγύη, Μοναξιά» –εγώ αυτό ακριβώς ήθελα, να μην ξεχάσω την «ώρα της περισυλλογής», την ήσυχη ενατένιση του κόσμου, κάτι που αποδεικνύει ότι μάλλον δεν είμαι και τόσο πολιτικό ζώο»
συμπλήρωσε σαρκαστικά, ενθυμούμενος τον Αριστοτέλη.
Η αδιαφορία της γάτας και η ανθρώπινη εμπειρία


Σε ένα στοχαστικό κείμενό του υπό τον τίτλο «Ενάντια στην ποίηση» (ένα εγκώμιο της ποίησης, επί της ουσίας) ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι σημειώνει: «Πρέπει να εξομολογηθώ ότι δεν έχω τίποτε εναντίον μιας ποίησης ελεύθερης, διανοητικής, ωραίας, ικανής να ενώσει τα κοντινά και τα μακρινά, τα χαμηλά και τα υψηλά, τα γήινα και τα θεϊκά· μιας ποίησης που ξέρει να καταγράφει τα ψυχικά συναισθήματα, το καβγαδάκι των ερωτευμένων, μια σκηνή του δρόμου σε μια μεγαλούπολη, αλλά και που ακροάται τον βηματισμό της Ιστορίας και το ψεύδος του τυράννου, μια ποίηση που δεν απογοητεύει την ώρα της δοκιμασίας».
Επιπροσθέτως η ποίηση που γράφει ο ίδιος δεν έχει «ούτε δόγμα ούτε πρόγραμμα» όπως υπογράμμισε. «Εχω την αίσθηση ότι η ποίηση κινείται ελεύθερα σε διαφορετικές σφαίρες της ανθρώπινης εμπειρίας και δημιουργεί συνδετικούς κρίκους ανάμεσά τους. Η ποίηση χτίζει γέφυρες ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν. Αναμφίβολα η πρόσφατη ιστορία της χώρας μου στον 20ό αιώνα με έχει επηρεάσει βαθιά. Επειδή όμως στην πορεία της συνομιλίας μας αναφερθήκατε στην έντονη παρουσία της φύσης στα ποιήματά μου, εντονότερη λ.χ. από τον έρωτα, θέλω να σας πω το εξής: η φύση είναι κάτι το διαφορετικό, η φύση ανήκει στο παρόν, είναι μια αυθύπαρκτη διάσταση του κόσμου μας (ή του δικού μου κόσμου) που μας βοηθά να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας από την πίεση που μας ασκεί η ιστορία. Η φύση χαρακτηρίζεται από μια αξιαγάπητη αδιαφορία για τα προβλήματά μας, όπως ακριβώς μια γάτα παραμένει απολύτως αδιάφορη λ.χ. για τις διαμάχες που λαμβάνουν χώρα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Αν έχω μια φιλοδοξία ταυτίζεται με την επιθυμία μου να μην κατηγοριοποιούμαι εύκολα ως ποιητής, ως «ποιητής της φύσης», «του έρωτα», «της πολιτικής», ακόμη και «της μνήμης». Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το όλον της ανθρώπινης εμπειρίας».

Ανάμεσα στην Αθήνα και στην Ιερουσαλήμ


Σε ένα άλλο σημείο εκείνου του δοκιμίου ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι γράφει χαρακτηριστικά: «Οι ποιητές είναι καταδικασμένοι να ζουν, όπως και τόσοι άλλοι σκεπτόμενοι άνθρωποι, σε έναν στενάχωρο τόπο ανάμεσα στην Αθήνα και στην Ιερουσαλήμ, ανάμεσα στην αλήθεια, την οποία δεν μπορεί κανείς ποτέ να φτάσει ολοκληρωτικά, και στο ωραίο· ανάμεσα στη διαύγεια της ανάλυσης και στο θρησκευτικό συναίσθημα, ανάμεσα στην έκπληξη και στην ευλάβεια, ανάμεσα στον στοχασμό και στην έμπνευση».
Η ποίησή του, εκτός των άλλων, συνιστά μια χαρτογράφηση του ευρωπαϊκού πνεύματος, της ευρωπαϊκής κουλτούρας. «Θα έλεγα ότι είμαι απλώς ένας άνθρωπος που έχει μια μάλλον επιφανειακή γνώση της φιλοσοφίας και ένας άνθρωπος που συμμετείχε παθητικά σ’ ένα ιστορικό πείραμα που έκαναν οι κομμουνιστές –ένας άνθρωπος που επέζησε εν τέλει, αν και δεν θέλω να δημιουργήσω καθόλου την εντύπωση ότι η ζωή μου απειλήθηκε ποτέ ουσιαστικά. Αυτό το «ανάμεσα στην Αθήνα και στην Ιερουσαλήμ» είναι ένα δίπολο που δανείστηκα από το πεδίο της φιλοσοφίας. Τη χρησιμοποιούσε τόσο ο ρώσος φιλόσοφος Λεφ Σεστόφ όσο και ο εβραιογερμανικής καταγωγής στοχαστής Λέο Στράους (που έζησε εξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες). Ο δεύτερος έλεγε ότι ως άνθρωποι δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ανάμεσα στη λογική και στην πίστη και ότι είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε μέσα στην ένταση που δημιουργεί η προστριβή τους (κάτι που θα μπορούσα να υποστηρίξω κι εγώ). Ο πρώτος πάλι προτιμούσε την Ιερουσαλήμ επειδή αντιπροσώπευε κάτι πιο μεταφυσικό, έξω από την ορθολογική σκέψη που αντιπροσώπευε η αρχαία Αθήνα».
Ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι, ένας πραγματικός φιλέλληνας, γνωρίζει καλά τους αρχαίους ημών προγόνους και αρκετά ποιήματά του είναι εμπνευσμένα από την ελληνική κλασική παράδοση. Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, η ποιήτρια Ηριννα, ο Ηράκλειτος, ο Παρμενίδης, ο Πλάτων έχουν εμφανιστεί στους στίχους του, ενώ έχει ανοίξει ποιητικό διάλογο τόσο με τον Κ. Π. Καβάφη όσο και με τον Γιώργο Σεφέρη.

«Αδυνατώ να περιγράψω επαρκώς πόσο βαθιά θαυμάζω την αρχαία ελληνική κληρονομιά. Εμείς στην Πολωνία, όπως και όλοι οι μορφωμένοι άνθρωποι στις χώρες της Δύσης, έχουμε διαμορφωθεί, έχει διαμορφωθεί η ίδια η κουλτούρα μας και οι ζωές μας από αυτή την παρακαταθήκη. Ας σταθώ όμως στους νεότερους ποιητές. Ο Καβάφης με συνεπαίρνει εξαιτίας του μοναδικού χαρακτήρα της ποίησής του, της απίστευτης οξύνοιας του ποιητικού μυαλού του, της ειρωνείας του, του ευαίσθητου βλέμματός του πάνω στην ανθρώπινη κωμωδία –στα σκηνικά της ελληνιστικής εποχής. Ο Σεφέρης είναι κάτι άλλο –στον ίδιο διακρίνω κάποιον που είναι σίγουρος και ανασφαλής την ίδια στιγμή: κάποιον που κληρονόμησε τη μεγάλη ελληνική παράδοση αλλά όταν την κληρονόμησε υπήρχε ήδη απόσταση από τη «χρυσή εποχή» της, μεσολάβησε η παρακμή του ελληνικού πολιτισμού, η σιωπή στην οποία τον έριξε αργότερα η οθωμανική κυριαρχία κ.τ.λ. Ολο αυτό μου θυμίζει πολύ και την πολωνική περίπτωση (μολονότι δεν είχαμε ποτέ έναν Πλάτωνα ή έναν Σοφοκλή): η Πολωνία πέρασε τη δική της «χρυσή εποχή» κατά τον 16ο αιώνα. Υστερα σταμάτησε να υφίσταται ως κρατική οντότητα από τα τέλη του 18ου αλλά και στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Επομένως και εμείς έπρεπε να δημιουργήσουμε γέφυρες με το δικό μας παρελθόν, και εμείς έχουμε συνείδηση αυτού του παράξενου συνταιριάσματος σιγουριάς και ανασφάλειας, περηφάνιας και αιδημοσύνης».
Ο Χέρμπερτ, ο Μίλος, η Σιμπόρσκα και ο πύργος
Ο Ανταμ Ζαγκαγέφσκι θεωρείται σήμερα η πλέον εξέχουσα μορφή της πολωνικής ποίησης, μιας ποίησης που υπηρέτησαν μεγάλοι, παγκόσμιας κλάσης ομότεχνοί του οι οποίοι έχουν περάσει στην αθανασία, όπως ο Ζ. Χέρμπερτ, ο Τ. Μίλος (Νομπέλ Λογοτεχνίας 1980) και η Β. Σιμπόρσκα (Νομπέλ Λογοτεχνίας 1996).

«Δύο ποιητές και μία ποιήτρια απολύτως διαφορετικοί μεταξύ τους. Είχαν ωστόσο έναν κοινό παρονομαστή: τον ισχυρό δεσμό τους με την κοινότητα, με την κοινωνία τους, την απροθυμία τους να ζήσουν σ’ έναν γυάλινο πύργο, αποκομμένο από τον κόσμο. Ο Μίλος ήταν ένας θρησκευόμενος ποιητής, παραγωγικότατος, ακόρεστος, ενθουσιώδης τόσο με τη θεολογία όσο και με την πολιτική, καθόλου ερμητικός και ωστόσο δύσκολος, επειδή ενσωμάτωνε αντιφάσεις και εξελισσόταν, άλλαζε διαρκώς. Ο Χέρμπερτ ήταν μονόχορδος, μιλούσε με μια φωνή, την πανέμορφη φωνή ενός ηθικολόγου –αλλά ενός ηθικολόγου που αμφέβαλλε για τα πάντα, που είχε τις δικές του απελπισμένες στιγμές και αγαπούσε την ομορφιά (κάτι που δεν συναντάμε συχνά στις τάξεις των ηθικολόγων). Η Σιμπόρσκα, η μοναδική από τους τρεις που στα νιάτα της ταλαντεύτηκε για λίγο προς τον κομμουνισμό, έγραψε κάποια κομφορμιστικά ποιήματα. Αργότερα απέρριψε ενεργητικότατα εκείνη την περίοδο της γραφής της και στη συνέχεια ανέπτυξε μια απίστευτα πρωτότυπη ματιά πάνω στον κόσμο, γεμάτη σκεπτικισμό και πάθος. Αυτό που εντυπωσιάζει στην περίπτωσή της είναι ότι τα ποιήματά της είναι στοχαστικά και ταυτοχρόνως διάφανα, κατανοούνται εύκολα. Πραγματικό κατόρθωμα!».
Και ποιος είναι ο συντομότερος ορισμός της ποίησης (από κάποιον άλλον) που θα υιοθετούσε ανεπιφύλακτα; «Είναι αυτός που εντόπισα κάποτε διαβάζοντας τον ιταλό νομπελίστα Εουτζένιο Μοντάλε, ένας ορισμός που αποδίδεται στον συμπατριώτη του Τομάζο Τσέβα, ιησουίτη μαθηματικό και ποιητή: «Η ποίηση είναι ένα όνειρο που ονειρεύεσαι με τη λογική παρούσα»».
Η Σοβιετική Ενωση και η κρίση
Τα «Μαθήματα πιάνου» που εξέδωσε η «Κοινωνία των (δε)κάτων», σε μετάφραση και επιμέλεια του Βασίλη Μαραγκού, είναι το πρώτο βιβλίο του Ανταμ Ζαγκαγέφσκι που εκδίδεται στην ελληνική γλώσσα, μια αντιπροσωπευτική ανθολογία ποιημάτων του από διάφορες συλλογές, από το 1972 ως το 2009.
Ο ίδιος χαρακτηρίζεται συνήθως «ένας ευρωπαίος ποιητής». Πώς το σκέφτεται ο ίδιος; «Η ποίησή μου είναι βασικώς επηρεασμένη από πολωνούς ποιητές. Ευρωπαίος ποιητής νιώθω υπό την έννοια ότι η Ευρώπη είναι η πατρίδα της πατρίδας μου. Η Ευρώπη με συναρπάζει, με ερεθίζει δημιουργικά αλλά και με εξαγριώνει. Οποτε διαβάζω για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο –πέρυσι είχαμε την επέτειο των 100 χρόνων από την έναρξή του –με αποκαρδιώνει ο παραλογισμός εκείνης της σύρραξης, η ηλιθιότητα των πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών εκείνης της εποχής. Κατά κάποιον τρόπο εκείνος ο πόλεμος ήταν ο θάνατος της Ευρώπης –αλλά, ό,τι κι αν λέμε, η Ευρώπη επέζησε και από τον τρόμο ενός δεύτερου, ακόμη χειρότερου, πολέμου. Και η Ευρώπη είναι ακόμη ζωντανή».
Και συνέχισε αναφορικά με την κρίση που διέρχεται αυτή την περίοδο: «Η Ευρώπη είναι όπως ο κόσμος, μπορείτε να πείτε τα πάντα γι’ αυτήν, να της ρίξετε το ανάθεμα, να την απορρίψετε, να την αγαπήσετε, να κάνετε ό,τι θέλετε. Για εμάς που ζήσαμε υπό το κράτος της Σοβιετικής Ενωσης που δεν είχε καμία απολύτως αίσθηση του χιούμορ, που ήταν μια χώρα με γκουλάγκ και μια γκρίζα, πολύ γκρίζα καθημερινότητα, η Ευρώπη αποτέλεσε για δεκαετίες το ιδεώδες υπόδειγμα μιας αλλιώτικης τάξης του κόσμου: ελεύθερης, πολύχρωμης, που σέβεται την ποικιλία των ανθρώπινων συμπεριφορών και επιλογών. Για κάποιους όμως που δεν βίωσαν αυτή την εμπειρία είναι πιθανώς πολύ δύσκολο να καταλάβουν τι σήμαινε για έναν υπήκοο της σοβιετικής αυτοκρατορίας να περάσει δύο εβδομάδες στη Γαλλία, στην Ισπανία, στη Δυτική Γερμανία ή στην Ελλάδα. Ακόμη και σήμερα όμως που η Ευρώπη αντιμετωπίζει τόσα προβλήματα, και όχι μόνο οικονομικά, σήμερα που εξελίσσεται ένας πόλεμος στην Ουκρανία (τον οποίο όμως δεν πυροδότησε η Ευρωπαϊκή Ενωση), σήμερα που σηκώνει και πάλι κεφάλι ο εθνικισμός, ακόμη και σήμερα δεν μπορούμε να ξεχάσουμε εκείνο το αλλιώτικο όραμα της Ευρώπης και θυμόμαστε ότι η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να αναγεννάται ακριβώς επειδή είναι τόσο ελεύθερη και επινοητική. Η ικανότητά της να αναγεννάται είναι η ουσία της Ευρώπης».

* Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου και στο πλαίσιο του Megaron Plus, o Κύκλος Ποιητών και η Πρεσβεία της Πολωνίας στην Αθήνα παρουσιάζουν τον Ανταμ Ζαγκαγέφσκι στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών σε μια βραδιά ποίησης την Παρασκευή 22 Μαΐου, ώρα 7 μ.μ. (είσοδος ελεύθερη, με δελτία προτεραιότητας).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ