Χάρης Ράπτης
Poe – Lacan – Derrida
Συνδεσμολογίες
Εκδόσεις Σμίλη, 2013,
σελ. 608, τιμή 20 ευρώ

A letter, a litter, ένα γράμμα, ένα σκουπίδι.

Τζόις
Ηδη από τις αρχές της συγγραφικής του δραστηριότητας, η ποίηση και η λογοτεχνία του Ε. Α. Πόου (1809-1849) αποτέλεσε αντικείμενο διχογνωμιών. Τα πνεύματα διχάζονταν σε Ευρώπη και Αμερική, με τα εγκώμια του Μποντλέρ και των γάλλων συμβολιστών, από τη μία, και την ειρωνική αντίρρηση του Εμερσον ή τα απορριπτικά σχόλια του Χένρι Τζέιμς, από την άλλη. Η διαμάχη μεταξύ Λακάν και Ντεριντά για το Κλεμμένο γράμμα του Πόου, όπως παρουσιάζεται μέσα από τις Συνδεσμολογίες του Χάρη Ράπτη, είναι άλλης τάξεως. Πλέον δεν αμφισβητείται το καλλιτεχνικό ποιόν του βοστωνέζου συγγραφέα, αλλά δομική ψυχανάλυση και αποδόμηση αντιπαρατίθενται με πεδίο την «αλήθεια» στη λογοτεχνία. Οπως εκτίθεται διεξοδικά και συνάμα απολαυστικά στην παρούσα μελέτη, πρόκειται για μιαν αλήθεια που το ίχνος της, αντί να εντοπίζεται σε κάποιο μεταφυσικό βάθος της γλώσσας, αποτυπώνεται στην επιφάνειά της. Ο Ράπτης εκκινεί από τη δομική αναλογία μεταξύ αστυνομικού μυθιστορήματος και ψυχανάλυσης, που θεμελιώνεται σε μια ιστορική συγκυρία: την, κατά τον ιταλό ιστορικό Γκίνζμπουργκ, ανάδυση του «ενδεικτικού» παραδείγματος στα μέσα του 19ου αιώνα, ήτοι της συλλογής και αποκρυπτογράφησης ιχνών στη βάση επιφανειακών, εξωτερικών σημείων: ενδείξεις στην εγκληματολογία (Σέρλοκ Χολμς), συμπτώματα στην ψυχανάλυση (Φρόιντ), λεπτομέρειες στην ιστορία της τέχνης (Μορέλι).
Δομικά τρίγωνα
Στο Κλεμμένο γράμμα εξιστορούνται δύο σκηνές με τρία πρόσωπα κάθε φορά, τα οποία υποτάσσονται σε μια συμβολική διάταξη. Στην πρώτη σκηνή έχουμε έναν υπουργό να παρατηρεί με «το αετίσιο μάτι του» μια βασίλισσα που επιχειρεί να κρύψει ένα ερωτικό γράμμα από το βλέμμα του βασιλιά-συζύγου της. Ο αρχομανής υπουργός (ο δομικός υιός) υφαρπάζει το γράμμα από τη βασίλισσα (τη δομική μητέρα του), για να μπορεί να την εκβιάζει πολιτικά. Στο τέλος του διηγήματος επαναλαμβάνεται το ίδιο τρίγωνο, με μια (όπως συμβαίνει πάντα στον κόσμο του συμβολικού) ελαφρά μετατόπιση: αντί του τυφλού βασιλιά-πατέρα εμφανίζεται στο προσκήνιο μια τυφλή αστυνομία που αδυνατεί να βρει στο διαμέρισμα του υπουργού το κλεμμένο γράμμα, παρά ή εξαιτίας ακριβώς της «σε βάθος» έρευνας που διεξάγει. Απελπισμένη, αναθέτει το έργο στον ιδιωτικό ντετέκτιβ Ντιπέν, ο οποίος, βασιζόμενος στις εικασιακές επιστήμες και έτσι στην ταύτιση της σκέψης του με τη σκέψη του αντιπάλου, ανακαλύπτει στο διαμέρισμα του επιτήδειου κλέφτη το «περίοπτα» κρυμμένο γράμμα και, με τη σειρά του, το υφαρπάζει. Ετσι όμως καταλαμβάνει αυτομάτως τη θέση που στην πρώτη σκηνή κατείχε ο ραδιούργος υπουργός, την ίδια στιγμή που ο υπουργός καταλαμβάνει τη θέση της βασίλισσας.
Η δομική ψυχανάλυση ανέδειξε ότι το οιδιπόδειο σύμπλεγμα δεν έχει καμία σχέση με τα βιολογικά φύλα ή με εμπειρικές οντότητες. Γι’ αυτό και στο διήγημα οι άνδρες, αλλάζοντας θέση, μπορούν να αλλάζουν ακόμη και φύλο και να αναδίδουν το πιο ξεχωριστό άρωμα γυναίκας: πολύ απλά επειδή το «γράμμα» υπάρχει μόνον ως καθαρό, κενό σημαίνον γύρω από το οποίο περιστρέφεται όλο το παιχνίδι. Ως εκ τούτου, το περιεχόμενο ή η αλήθεια του γράμματος δεν αποκρύβεται μόνον από τα πρόσωπα του διηγήματος αλλά και από τους ίδιους τους αναγνώστες/ερμηνευτές του. Κανείς δεν γνωρίζει τι είναι γραμμένο εντός του, αλλά και τι του είναι γραφτό, αν το γράμμα περιέλθει στην κατοχή του.
Ανεπίδοτα γράμματα
Στη θέση του παραλήπτη/υποκλοπέα του Κλεμμένου γράμματος, ήτοι της λογοτεχνίας του Πόου, μπαίνουν διαδοχικά πρώτος ο Λακάν, μετά ο Ντεριντά (συν μια πλειάδα ερμηνευτών τους) και, τέλος, ο δομικός υιός τους, Χάρης Ράπτης, ο οποίος, με τη βοήθεια του νέου, μιντιοτεχνολογικού παραδείγματος (Κίτλερ), υποκλέπτει το γράμμα από τα πατρικά του πρότυπα, επιδίδοντας στον αναγνώστη τα ανεπίδοτα, τυφλά σημεία των ερμηνειών τους. Ως παθιασμένος ρακοσυλλέκτης και επεξεργαστής κειμενικών απορριμμάτων, ο Ράπτης, όπως ο Ντιπέν, παίρνει τη θέση πότε του ενός και πότε του άλλου, για να εξασφαλίσει τα σβησμένα ίχνη των διαφορών αλλά και των μεταξύ τους αθέλητων συγκλίσεων.
Κάθε υποκείμενο που μιλά ή γράφει φέρει βαρέως τις αλυσίδες του συμβολικού, από τις οποίες είναι φτιαγμένη η γλώσσα, και μαζί με αυτές τους αναπόφευκτους και ενίοτε τραγικούς αυτοματισμούς της επανάληψης, τους οποίους φέρνουν στο φως η ψυχανάλυση, η αποδόμηση και εσχάτως η επιστήμη των υπολογιστών. Μολαταύτα, ο σαφώς κατεχόμενος από το γράμμα Χάρης Ράπτης φαίνεται να διαθέτει την υφολογική χάρη εκείνων των συγγραφέων για τους οποίους ο Νίτσε έγραφε ότι είναι ικανοί να χορεύουν ακόμη και με αλυσίδες.
Ο κ. Διονύσης Καββαθάς είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας και Αισθητικής των Μέσων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (dionysos@panteion.gr).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ