Οι ιστορίες που ξετυλίγει ο Θανάσης Σκρουμπέλος σε όλο το μήκος της πεζογραφίας του (μυθιστορήματα, διηγήματα και νουβέλες) εμπεριέχουν πάντα ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό βίας. Ξεκινώντας από την εποχή της Μακεδονίας λίγο πριν από την κατάρρευση της οθωμανικής αυτοκρατορίας και τα αιματηρά χρόνια του εμφυλίου πολέμου και φτάνοντας μέχρι την ταραγμένη δεκαετία του 1960 και τη χαοτική αθηναϊκή μητρόπολη των ημερών μας, ο Σκρουμπέλος σπεύδει εκάστοτε να υποδείξει το ανυπεράσπιστο της γυμνής ζωής, όποια ονόματα κι αν φέρουν τα θύματά της: παίγνια στα χέρια μιας αδίστακτης πολιτικής εξουσίας, περιθωριακές υπάρξεις που κινούνται τυφλά η μια εναντίον της άλλης ή μέσα εξυπηρέτησης των συμφερόντων του κοινού εγκλήματος.
Στην καινούργια νουβέλα του Σκρουμπέλου, που έχει τον τίτλο Η ιστορία της Βέλβετ Παλμ, πρωταγωνιστικό ρόλο αναλαμβάνει ένα θύμα του trafficking: της παράνομης βιομηχανίας του σεξ που συσσωρεύει τεράστια κέρδη από την εμπορία και την εκμετάλλευση γυναικών προερχόμενων από τον Τρίτο Κόσμο (και όχι μόνον από αυτόν). Η ανθρωπολογία του συγγραφέα είναι και εδώ η ανθρωπολογία μιας αλόγιστης βίας που δεν ορρωδεί προ ουδενός και σκορπίζει τον θάνατο προς πάσα κατεύθυνση.
Η δεκαεξάχρονη Λουιντιλά, ένα κορίτσι από το Κονγκό, που θα αποσπαστεί από την οικογένεια και τα βασανισμένα χώματα του τόπου της (του τόπου του Πατρίς Λουμούμπα) για να καταλήξει υποχείριο διαφόρων προαγωγών στην Ελλάδα, δεν θα κρατήσει για πολύ την αθωότητά της: αντί να ακολουθήσει τη μοίρα της και να υποταχθεί στη σιδερένια θέληση των αφεντάδων της θα τους ανταποδώσει τα ίσα σε βία και αποκαλύπτοντας τη στενή διαπλοκή της σωματεμπορίας με τις ποικίλες τοπικές εξουσίες θα διεκδικήσει σθεναρά και θα κερδίσει καθ’ ολοκληρίαν την ελευθερία της.
Ο Σκρουμπέλος καταφέρνει να στήσει συγκλονιστικές στιγμές όσο η Λουιντιλά βρίσκεται στο καθεστώς της αιχμαλωσίας με αποκορύφωμα τις καταστάσεις που βιώνει όταν έχει καταλήξει στο τελευταίο σκαλοπάτι της ταπείνωσης, νιώθοντας ότι ετοιμάζεται να παραδοθεί αμαχητί στον προστάτη της: στον άνθρωπο ο οποίος πουλάει το κορμί της και έχει ταυτοχρόνως κατακυριεύσει τις σεξουαλικές της ανάγκες, καθοδηγώντας εκ των πραγμάτων και τον ψυχικό της κόσμο. Ο Σκρουμπέλος κατορθώνει επίσης να απεικονίσει με πυκνά φλας μπακ και ζωηρά χρώματα τα παιδικά χρόνια της ηρωίδας του στην Αφρική, που διεκδικεί πάντα στην καρδιά της τον ρόλο του θεμέλιου λίθου. Υποβλητικές είναι ακόμα μέσα στη σιωπηλή θηριωδία τους οι μορφές των αρσενικών που περιβάλλουν τη Λουιντιλά άλλοτε ως πελάτες και άλλοτε ως εργοδότες: μορφές που παραπέμπουν (όπως και η συμπόρευση των παραπολιτικών και των ποινικών κυκλωμάτων) σ’ ένα φάσμα διάχυτης κοινωνικής και ηθικής σήψης.
Το βιβλίο αντιμετωπίζει παρ’ όλα αυτά δυσκολίες. Για τον Σκρουμπέλο δεν είναι αρκετό να σώσει τη Λουιντιλά από τα νύχια των δυναστών της και να της αποδώσει την ελευθερία της: πρέπει να εξασφαλίσει και την πλήρη αποκατάστασή της, εξαλείφοντας όλα τα τραυματικά σημεία του παρελθόντος και παρέχοντάς της, με μια γλυκερή υποχωρητικότητα, ένα λαμπερό και ανεμπόδιστο μέλλον. Αν όμως η βία τόσο των καταπιεστών όσο και των θυμάτων διαγράφεται αίφνης με έναν τόσο μονόδρομο και αψυχολόγητο τρόπο, κάτι δεν πάει καλά με τη συνολική οικονομία της σύνθεσης.
Το πρώτο μισό της Ιστορίας της Βέλβετ Παλμ υπακούει σ’ έναν σκληρό, σχεδόν εξοντωτικό ρεαλισμό, που κάποτε αγγίζει τα όρια του νατουραλισμού, χωρίς να υποκύπτει, χάρη στην εσώτερη δραματική του ένταση, στις προγραμματικές παρενέργειες του τελευταίου. Το δεύτερο μισό του βιβλίου πηγαίνει προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, αποδεσμεύοντας έναν έντονο μελοδραματισμό πρόθυμο να παρηγορήσει κάθε εκπεσόντα και αδικημένο. Προσωπικά θα κρατήσω το πρώτο μισό επειδή έτσι διαισθάνομαι ότι οφείλει να κινείται η λογοτεχνία με κοινωνικό προσανατολισμό. Αλλοι είναι πιθανό να κρατήσουν, για τους δικούς τους λόγους, το δεύτερο μισό. Η λειτουργία πάντως και των δύο μερών μαζί εγείρει ένα σοβαρό πρόβλημα ισορροπίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ