«To πρώτο μνημόνιο ήταν ταυτόχρονα αποτέλεσμα και σύμβολο αποτυχίας του προηγούμενου συστήματος». Με αυτή τη σωστή επισήμανση ξεκινά το βιβλίο του Δημήτρη Παπούλια, υποδεικνύοντας ότι η οικονομική κρίση και η κρίση διακυβέρνησης είναι αλληλένδετες. Πράγματι, θα λέγαμε ότι το πολιτικό-διοικητικό μοντέλο της Μεταπολίτευσης, παρ’ ότι προσέφερε στους πολίτες ένα πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα πλαίσιο για να πραγματώσουν τις ατομικές και συλλογικές ελευθερίες τους, ευθύνεται για την κρίση του ελληνικού οικονομικού μοντέλου. Ασφαλώς αυτή η κρίση δεν θα ήταν τόσο δραματική αν δεν είχε συμπέσει με τη διεθνή οικονομική κρίση. Ωστόσο, όπως γράφει ο Παπούλιας, το ελληνικό μοντέλο ήταν στατικό, κλειστό σε ευεργετικές ιδέες και συγκεντρωτικό.
Ο συγγραφέας απαριθμεί πολλές ερμηνείες της επαναλαμβανόμενης αποτυχίας των μεταρρυθμίσεων σε μια Ελλάδα που υπήρξε πιο ανεπτυγμένη και δημοκρατική από ποτέ. Ξεχωρίζει τρεις συμπληρωματικές μεταξύ τους ερμηνείες: το παλιό μοντέλο έχει ισχυρές βάσεις σε αντιλήψεις και συμφέροντα, οι πελατειακές σχέσεις απέτρεψαν τον εξορθολογισμό και η δημόσια διοίκηση ήταν ανίκανη να εφαρμόσει πολλές από τις μεταρρυθμίσεις.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει βάσει παραδειγμάτων επιτυχημένων και αποτυχημένων μεταρρυθμίσεων της περιόδου 1981-2011. Ετσι, επιτυχίες ήσαν η ίδρυση ανεξάρτητων αρχών και η απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Απέτυχε όμως η καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής. Με βάση έναν σπάνιο συνδυασμό εμπειρικών παραδειγμάτων και θεωρητικής γνώσης ο συγγραφές παραθέτει τις έξι προϋποθέσεις μιας επιτυχημένης μεταρρύθμισης: 1) επικεφαλής των μεταρρυθμίσεων να τίθενται πρόσωπα υψηλών δεξιοτήτων, 2) να κυριαρχεί η αίσθηση του επείγοντος, 3) να υπάρχει στρατηγική αντίληψη στον σχεδιασμό τεκμηριωμένων μέτρων πολιτικής, 4) η πολιτική ηγεσία να έχει μικρότερη από τη συνήθη ευαισθησία ως προς το πολιτικό κόστος, 5) να κινητοποιείται μια ικανή δημόσια διοίκηση και 6) η κοινωνία να υποστηρίζει τις μεταρρυθμίσεις.
Αν η σύμπτωση των έξι προϋποθέσεων δεν φαίνεται πιθανή, ο Παπούλιας απαντά ότι «το τελικό ζητούμενο είναι ευκολότερο απ’ ό,τι πιστεύεται». Στηρίζει την αισιοδοξία του στην πρότασή του για αλλαγή της αναλογίας μεταξύ της μεταρρύθμισης αφενός και της οργανωμένης διαχείρισης αλλαγών και της αντιμετώπισης προβλημάτων αφετέρου. Συχνά οι σχεδιασμοί μεταρρυθμίσεων έμειναν στο αφηρημένο επίπεδο των στόχων. Δεν περιέλαβαν το «πώς» των αλλαγών, ούτε αναζήτησαν λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα.
Κατά τον Παπούλια, αντί για οργανωμένη διαχείριση αλλαγών και αντιμετώπιση προβλημάτων, η πολιτική εξουσία περιορίστηκε σε ρητορική περί αλλαγών και νομοθέτηση αλλαγών. Για παράδειγμα, εξαγγέλθηκε ο περιορισμός του Δημοσίου προκαλώντας ρητορικές αντιπαραθέσεις, ενώ μια σωστή διαχείριση αλλαγών θα επιζητούσε κάτι πιο σύνθετο: να παρέχεται στους πολίτες η ίδια ή καλύτερη ποιότητα υπηρεσιών με λιγότερο εκτεταμένο Δημόσιο.
Το Διαχειρίζομαι και αλλάζω αποτελεί συνέχεια προηγούμενων βιβλίων του συγγραφέα (Η κρίση αλλάζει τη ζωή μας και το μάνατζμεντ, Εκδόσεις Κριτική, 2009, και Χρυσάφι είναι το Δημόσιο, Εκδόσεις Εστία, 2007), καθώς εντάσσεται στην προσπάθειά του να πείσει φίλους και αντιπάλους ότι ένα άλλο Δημόσιο είναι εφικτό. Αναρωτιέμαι αν θα τον ακούσουν τόσο εκείνοι που θέλουν το Δημόσιο να συρρικνωθεί εντελώς όσο και οι άλλοι, που παλεύουν να διατηρηθεί όπως είναι.

Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ