«Ολα όσα λέγονταν γι’ αυτόν ήταν πάντα αντιφατικά, οπότε ήταν αδύνατο να ξεχωρίσει την αλήθεια από το ψέµα, αλλά και τη δόση της υπερβολής και της φαντασίας που είχε η αλήθεια» γράφει ο Μάριο Βάργκας Λιόσα (γενν. 1936) για τον Ρότζερ Κέιζµεντ, τον «πιο γνωστό Ιρλανδό στον κόσµο» στην πολεµοχαρή αυγή του 20ού αιώνα, έναν άνθρωπο που, επιλέγοντας τη συνέπεια λόγων και έργων, ιδεών και πράξεων, σήκωσε το βάρος των ιδανικών του µέχρι ικριώµατος και έφτασε στον θάνατο δι’ απαγχονισµού στην ίδια του την πατρίδα, σπιλωµένος από τις κατηγορίες της εθνικής προδοσίας και της σεξουαλικής διαστροφής. Ο Ρότζερ Κέιζµεντ, φίλος του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο αλλά και του Γουίλιαµ Μπάτλερ Γέιτς, υπήρξε ένθερµος µαχητής της αποικιοκρατικής βαρβαρότητας στην Αφρική και στη Λατινική Αµερική, ένας ροµαντικός ιδεαλιστής και υπέρµαχος των ανθρωπίνων δικαιωµάτων, ένας αγωνιστής που µε αυταπάρνηση θυσιάστηκε για την ελευθερία της Ιρλανδίας. Η περιπετειώδης ζωή του γοήτευσε τον περουβιανό νοµπελίστα (2010) συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα που έγραψε το νέο του µυθιστόρηµα, όπως θα συµφωνούσε ο Πονταλίς, εκµεταλλευόµενος εκπληκτικά «τις οπές της Ιστορίας», τόσο της εποχής του ήρωά του όσο και του ιδιωτικού βίου του Ρότζερ Κέιζµεντ. Στην ουσία πρόκειται για µια περίτεχνη αφήγηση που δοκιµάζει τις αλήθειες άλλων αφηγήσεων, είναι και πάλι η λογοτεχνία που έρχεται να συγκρουστεί µε το στιβαρό οικοδόµηµα της επίσηµης ιστορίας και να αναδείξει πόσο πολύπλοκη είναι η ζωή ενός ατόµου, πόσο «ο καθένας από µας είναι, αλλεπάλληλα, όχι ένας αλλά πολλοί», όπως γράφει ο Χοσέ Ενρίκε Ρόδο.

«Το όνειρο του Κέλτη» είναι ένα άτεχνο ποίηµα (για τη χαµένη πατρογονική ιρλανδική κουλτούρα) που έγραψε ο Ρότζερ Κέιζµεντ όταν ακόµη ήταν πολύ νέος, τότε δηλαδή που περισσεύουν και τα οράµατα και οι αυταπάτες, το οποίο αντανακλούσε τη λαχτάρα του για µια ελεύθερη πατρίδα. Σε ηλικία µόλις είκοσι ετών, φτάνει στο Κονγκό το 1884, αποικιοκρατική (τότε) κτίση του βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδου Β’, µαζί µε τον εξερευνητή Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ προκειµένου, όπως αφελώς πίστευε, να βγάλει τους ιθαγενείς από τον πρωτογονισµό, την άθλια φτώχεια και να τους χαρίσει το φωτεινό µονοπάτι της προόδου µέσα από το ελεύθερο εµπόριο, τη χριστιανική θρησκεία και εν γένει τον εκπολιτισµό της ζωής και των ηθών. ∆εν αργεί φυσικά να καταλάβει ότι «στην πράξη τα πράγµατα δεν ήταν τόσο καθαρά όσο στη θεωρία» και ότι η επίκληση όλων των καλώς εννοούµενων δώρων (εκτός από τα καθρεφτάκια) και αξιών που έφερναν οι αποικιοκρατικές δυνάµεις στους άγριους επιβάλλονταν µε ένα σύστηµα υποδούλωσης, εκµετάλλευσης, βίας (σαδιστικής πολλές φορές) και τροµοκρατίας. Οι εµπειρίες της ζωής του τον κατέστησαν, πέρα από έναν επιτυχηµένο διπλωµάτη στην υπηρεσία του βρετανικού στέµµατος, έναν «ειδικό στις θηριωδίες» τις οποίες κατήγγειλε και στη σχετική «Εκθεσή» του προς το Φόρεϊν Οφις αλλά και στη «Γαλάζια Βίβλο» του το 1913 που προκάλεσε σάλο στα φιλελεύθερα πνεύµατα του δυτικού κόσµου. Είχε ήδη γίνει µάρτυρας της απάνθρωπης βαναυσότητας της εταιρείας του Χούλιο Σ. Αράνα (µια πολυεθνική εκείνης της «πρώτης παγκοσµιοποίησης» που είχε κάνει την κυβέρνηση του Περού ένα θλιβερό υποχείριό της) η οποία, για να αυξήσει τα κέρδη από την εκµετάλλευση του καουτσούκ που φυσικά λυµαινόταν και η βρετανική πλουτοκρατία, δεν δίστασε να εξαφανίσει τα τρία τέταρτα των φυλών του Πουτουµάγιο, αφού πρώτα χάραζε στα σώµατα των βασανισµένων εργατών τον λογότυπό της που ταυτοχρόνως λαµποκοπούσε στο χρηµατιστήριο του Λονδίνου.

Κατηγορούµενος για προδοσία

Ο Ρότζερ Κέιζμεντ, με τον πλάνητα και ταλαιπωρημένο από την ελονοσία και την αρθρίτιδα βίο, αναγκασμένος να ικανοποιεί γρήγορα και κρυφά την ομοφυλόφιλη φύση του με νεαρά λυγερόκορμα αγόρια, σε εκείνους τους ξένους τόπους άρχισε να συνειδητοποιεί ότι ο άνθρωπος, αν το επιτρέψουν οι συνθήκες, γίνεται το πιο αιμοβόρο ζώο επί της Γης και πως η εξουσία που δεν ελέγχεται, η δύναμη που επιβάλλει την αδικία και δεν τιμωρείται ποτέ γι’ αυτό, μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην ηθική εξαχρείωση, στη φθορά της ίδιας της ψυχής του, και να τον μεταμορφώσει σε τέρας. Οι τόποι της υπαρξιακής εξορίας του και τα όσα κατέγραψε εκεί του επέφεραν μια συνειδησιακή αλλαγή και από το 1913 αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στον ευγενικό σκοπό μιας ανεξάρτητης Ιρλανδίας, με αποκατεστημένη τη γλώσσα, τις παραδόσεις και τα έθιμα, την πολιτιστική ταυτότητα «για μια ενότητα της πολυμορφίας των “πιστεύω” και των ιδανικών όλων των Ιρλανδών» που είχε καταπλακώσει η βρετανική κυριαρχία και υποδαύλιζαν οι θρησκευτικές και πολιτικές έριδες προτεσταντών και καθολικών, οι πρώτοι ήθελαν την αυτονομία (home rule), ενώ οι δεύτεροι την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας μέσω του ένοπλου αγώνα.

Ο Ρότζερ Κέιζμεντ προσπάθησε, με την έναρξη του A’ Παγκοσμίου Πολέμου, να προσεταιριστεί τον Κάιζερ ούτως ώστε η Γερμανία να βοηθήσει τους Iρλανδούς ενάντια στην πολεμική μηχανή των Βρετανών και του χρεώθηκε (ενώ εκείνος προσπάθησε να την αποτρέψει) η αιματοβαμμένη Πασχαλινή Εξέγερση των ριζοσπαστών στο uni0394ουβλίνο. Τότε, το 1916, συνελήφθη ως υποκινητής της ανταρσίας και καταδικάστηκε σε θάνατο. Τα « Μαύρα σημειωματάριά» του, όπου αναμειγνύονταν η πραγματικότητα και η φαντασία της σεξουαλικής ζωής του, καταχράστηκε η εξουσία και μέσω του ελεγχόμενου Τύπου προσπάθησε να τον ρίξει στην ανυπαρξία ως έναν έκφυλο προδότη. Η μνήμη του και ο αγώνας του για την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας άρχισαν να αποκαθίστανται το 1965 με τον επαναπατρισμό των λειψάνων του.

Ο Βαρθολομαίος ντε λας Κάσας και ο Τζόζεφ Κόνραντ αφήνονται στον ολιστικό (αφηγηματικό και χρονικό) στροβιλισμό, αλλά και στην ποιότητα της γραφής ενός συγγραφέα πρώτης γραμμής. Ο Λιόσα αποδίδει ώριμους, απολαυστικούς καρπούς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ