Ταξιδεύοντας σε ελληνικούς και ξένους τόπους
Διαδρομές από τη Βιέννη ως τον Οξύλιθο της Εύβοιας με όχημα τη μνήμη, τον έρωτα και τις λυρικές περιγραφές της φύσης
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Πώς ταξιδεύουμε σε έναν ξένο τόπο και τι ακριβώς αρχίζουμε να ξεχωρίζουμε τριγύρω μας όταν το διάστημα της παραμονής μας παραταθεί, φτάνοντας να κρατήσει ακόμα και δεκαετίες; Και πώς βιώνουμε τον δικό μας τόπο αν δεν πρόκειται για τη γενέτειρά μας, αλλά για μια πόλη, ένα νησί ή μια πολίχνη που μας βοηθάει να ανακαλύψουμε κάτι που δεν ξέραμε (δεν γινόταν να υποψιαστούμε καν) για τον εαυτό μας; Κι ακόμα, τι ακριβώς μπορεί να συμβεί αν πρόκειται να επιστρέψουμε μετά από πολλά χρόνια εκεί όπου έχουμε γεννηθεί και μεγαλώσει; Ο Αλέξανδρος Ισαρης γράφει συχνά για τόπους τον τελευταίο καιρό στα βιβλία του. Παράδειγμα, το Ονειρολόγιο του 2018 ή το Προσκέφαλο με φύλλα λεμονιάς του 2012, που επανέρχεται δίκην επιλόγου στους σημερινούς Εξι περιπάτους. Οι τόποι γενικότερα έχουν κρατήσει μια διακριτή θέση τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία του, παρέχοντας υλικό (εικόνες και σύμβολα) για τη μυθοποιητική του φαντασία και ανοίγοντας τον δρόμο για να εξασφαλιστεί το συγκινησιακό του αποτέλεσμα, όποιο λογοτεχνικό είδος κι αν προκρίνει κάθε φορά σαν πιο κατάλληλο για την έκφρασή του.
Οπως κι αν το δούμε, οι Εξι περίπατοι μετατρέπουν τον τόπο και το τοπίο σε κεντρικό, σταθερά επανερχόμενο μοτίβο του λόγου του Ισαρη, ξεκινώντας από τον Οξύλιθο της Εύβοιας και προχωρώντας στις Σέρρες, στο Βερολίνο, στον Πύργο της Τήνου, στη Βιέννη και στη Θεσσαλονίκη, για να επανέλθουν μέσω του Προσκέφαλου με φύλλα λεμονιάς στον Πύργο της Τήνου. Τι ψάχνει εντέλει στους τόπους τους οποίους επισκέπτεται και στους οποίους ζει ο συγγραφέας; Τι προσδοκά και τι όντως αποκομίζει από τη συνάντηση μαζί τους; Πάει πολύς καιρός που η ταξιδιωτική λογοτεχνία, απαλλαγμένη από την ανάγκη να καταγράψει γεωγραφικές και ιστορικές λεπτομέρειες, να συσσωρεύσει πληροφορίες και να ενημερώσει ποικιλοτρόπως για το τοπιογραφικό της φάσμα, αρκείται στο να εστιάσει στις εσωτερικές προβολές που συνεπάγονται ο τόπος και το τοπίο για την ευαισθησία, τη συνείδηση και την αισθαντικότητα του παρατηρητή. Ο Ισαρης οδηγεί μια τέτοια τάση στα όριά της, ακόμα κι αν τα κείμενά του μετά δυσκολίας εντάσσονται στην ταξιδιωτική λογοτεχνία.
Η μνήμη καθώς κατρακυλάει στις εποχές της νεανικής, της εφηβικής και της παιδικής ηλικίας, οι σκιές τις οποίες έχουν αφήσει πίσω τους κάποιοι σφοδροί έρωτες, η ολοζώντανη ανάκληση των αγαπημένων νεκρών κατά τη διάρκεια μιας περιπλάνησης στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη, που ενοποιεί τον χώρο και τον χρόνο του παρόντος και του παρελθόντος σε ένα αρραγές και ταυτοχρόνως υποβλητικά ρευστό ενσταντανέ, οι λυρικές περιγραφές της φύσης και τα δυνατά ρεαλιστικά χρώματα του αστικού περίγυρου, που παράγουν μια σειρά από λεπτά επεξεργασμένες μινιατούρες, η ατμόσφαιρα μιας μαγευτικής αναπόλησης, η οποία δεν ξεπέφτει ποτέ σε νοσταλγία, επειδή ξέρει ακριβώς πώς να γεννήσει και να διασώσει τη μαγεία, αλλά και οι γενναιόφρονες σπουδές θανάτου μακριά από τον οποιονδήποτε θρηνητικό τόνο ή την οιαδήποτε υπόνοια μελαγχολίας: αυτά είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα κομμάτια τα οποία φιλοξενούνται στους Εξι περιπάτους.
Οι τόποι γεμίζουν την ψυχή και την καρδιά του ταξιδιώτη-αφηγητή, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της αυτοβιογραφίας του, αποκαλύπτουν όψεις της αλλοτινής παρουσίας και προσφέρουν ένα αναντικατάστατο εφόδιο για τη συνέχιση της τωρινής πορείας του. Οσο για το λεξιλόγιο, το ύφος και τη γλώσσα του, είναι το λεξιλόγιο, το ύφος και η γλώσσα μιας ευδίας της ωριμότητας, που ετοιμάζεται να αντικρίσει τον θάνατο, όταν και όποτε έρθει, όπως έχει αντικρίσει και τη ζωή: χωρίς οργή και προκατάληψη και με μιαν ανυποχώρητη εγρήγορση από την οποία έχει αφαιρεθεί κάθε θετικιστικό πρόσημο.

