Εντός των προσεχών ημερών η κυβέρνηση Ζάεφ αναμένεται να καταθέσει στο Κοινοβούλιο τα σχέδια τροπολογιών επί της αναθεώρησης του Συντάγματος που προβλέπει η συμφωνία των Πρεσπών. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, η κυβέρνηση της γειτονικής χώρας έχει στη διάθεσή της 15 ημέρες μετά την έγκριση της έναρξης της διαδικασίας, η οποία πραγματοποιήθηκε ύστερα από την επεισοδιακή συνεδρίαση της 19ης Οκτωβρίου, ώστε να τις καταθέσει. «Βαριά σύννεφα» έχουν όμως μαζευτεί πάνω από την πολιτική σκηνή στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η αντιπολίτευση καταγγέλλει βρώμικες πρακτικές και εξαγορά βουλευτών, η Μόσχα και η Ουάσιγκτον ανταλλάσσουν βέλη, με την πρώτη να κατηγορεί τη δεύτερη για ευθεία παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της βαλκανικής χώρας. Την ίδια στιγμή, το εθνικιστικό VMRO-DPMNE βρίσκεται σε αποσύνθεση και απειλείται με απομόνωση. Η ηγεσία του προχωρεί σε εσωτερική εκκαθάριση των αντιπάλων της, ενώ όσοι πρώην βουλευτές του υπερψήφισαν την πρόταση για συνταγματική αναθεώρηση έχουν γίνει στόχος προσωπικών επιθέσεων και απειλών.

Οι τροπολογίες

Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης Μίλε Μποσνιακόφσκι δήλωσε πρόσφατα ότι ο στόχος είναι να μειωθεί το χρονικό διάστημα για την κατάθεση των τροπολογιών όσο είναι εφικτό. Ωστόσο, με βάση τις πληροφορίες που προέρχονταν από τα Σκόπια, δεν ήταν ακόμη σαφές πόσες θα είναι οι τροπολογίες. Η αρχική εικόνα που είχε δημιουργηθεί είναι ότι οι τροπολογίες θα είναι τέσσερις, και πιο συγκεκριμένα: α) για την αντικατάσταση του ονόματος «Δημοκρατία της Μακεδονίας» σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» σε όλο το συνταγματικό κείμενο, β) στην αλλαγή του Προοιμίου, γ) στην αλλαγή του άρθρου 3 στα σύνορα και δ) στο άρθρο 49 που αναφέρεται μεταξύ άλλων στα δικαιώματα «Μακεδόνων» σε γειτονικές χώρες. Δεν έχουν όμως εγκαταλειφθεί οι σκέψεις μήπως ο αριθμός των τροπολογιών μπορεί να είναι μικρότερος ώστε να συντομευθεί η διαδικασία της αναθεώρησης. Σημειώνεται πάντως ότι η αλλαγή του Προοιμίου απαιτεί πλειοψηφία 2/3 των βουλευτών όλων των εθνοτήτων της χώρας με βάση την επονομαζόμενη «Αρχή Μπαντεντέρ».
Σύμφωνα με τη συμφωνία των Πρεσπών, η διαδικασία εσωτερικής έγκρισης στην πΓΔΜ θα πρέπει να έχει πλήρως ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του 2018. Είναι αυτό εφικτό; Ουδείς μπορεί με ασφάλεια να απαντήσει, διότι η διαδικασία είναι περίπλοκη, ενώ και η Αθήνα παρακολουθεί με έκδηλο ενδιαφέρον, καθώς στη συνέχεια θα κληθεί να κυρώσει τη συμφωνία αλλά και το Πρωτόκολλο Ενταξης της «Βόρειας Μακεδονίας» στο ΝΑΤΟ – μια διαδικασία που έχει συσχετιστεί με τον χρόνο διεξαγωγής εκλογών στην Ελλάδα. Η έγκριση των τροπολογιών από το Κοινοβούλιο απαιτεί μεν «μόλις» 61 ψήφους, αλλά οι συνταγματικές αλλαγές πρέπει να περάσουν από τη βάσανο της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής και να συζητηθούν – και να ψηφιστούν – μία προς μία. Υστερα πρέπει να τεθούν σε δημόσια διαβούλευση και στη συνέχεια να επιστρέψουν στην Ολομέλεια για οριστική έγκριση με  πλειοψηφία – ξανά – 80 βουλευτών.

Τα αιτήματα των «8»

Είναι προφανές ότι η διαδικασία αυτή ευνοεί την κωλυσιεργία, αλλά δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα. Οπως είναι γνωστό, οκτώ βουλευτές της αντιπολίτευσης (επτά προερχόμενοι από το VMRO-DPMNE και ένας από το συνεργαζόμενο με αυτό Σοσιαλιστικό Κόμμα) υπερψήφισαν την πρόταση Ζάεφ. Ωστόσο, εξέδωσαν μετά την ψηφοφορία μια δήλωση σύμφωνα με την οποία εξαρτούν τη συνέχιση της στήριξής τους με τέσσερα αιτήματα. Τα τρία εξ αυτών αφορούν την ανάγκη να υπάρξουν πρόσθετες εγγυήσεις για την προστασία της «μακεδονικής ταυτότητας» αλλά και εγγυήσεις ότι αν η Ελλάδα συνεχίσει να εμποδίζει την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο ΝΑΤΟ, τότε η συμφωνία θα θεωρηθεί άκυρη. Το τέταρτο αίτημα σχετίζεται με τη συγκρότηση μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής η οποία θα αναζητήσει τρόπους για την εθνική επανασυμφιλίωση της βαθιά διχασμένης κοινωνίας. Ο κ. Ζάεφ τόνισε λίγο αργότερα ότι δεν βλέπει λόγο για να μην ενσωματωθούν οι απαιτήσεις των βουλευτών αυτών στις τροπολογίες.
Υπάρχει επίσης άλλη μία παράμετρος σε ό,τι αφορά στις τροπολογίες. Και αυτή αφορά τους Αλβανούς της χώρας. Το κόμμα της Δημοκρατικής Ενωσης για την Ενσωμάτωση (DUI), ηγέτης του οποίου είναι ο Αλί Αχμέτι και το οποίο συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, θεωρεί ότι δεν πρέπει να επιβαρυνθεί η διαδικασία της αναθεώρησης με αιτήματα περί δικαιωμάτων των Αλβανών ώστε να μη διακινδυνευθεί η ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Ωστόσο, το κόμμα BESA, το οποίο επίσης εκπροσωπεί τους Αλβανούς της πΓΔΜ, θεωρεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση είναι η καλύτερη ευκαιρία για περισσότερα δικαιώματα, όπως π.χ. η χρήση της αλβανικής γλώσσας σε όλη την επικράτεια της χώρας. Το BESA, για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι λαμβάνει χρηματοδότηση από την Τουρκία, εξέλεξε πέντε βουλευτές στις τελευταίες γενικές εκλογές αλλά αργότερα διασπάστηκε: τρεις εξ αυτών συνεργάστηκαν με την κυβέρνηση Ζάεφ, ενώ οι άλλοι δύο που σήμερα ζητούν τις προαναφερθείσες αλλαγές στο Σύνταγμα (μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρος Μπιλάλ Κασάμι) έμειναν με το κόμμα. Ανάλογο αίτημα για την αλβανική γλώσσα έχει διατυπώσει και η «Συμμαχία για τους Αλβανούς».

Πόλεμος στο VMRO-DPMNE

Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «έχουν βγει τα μαχαίρια». Ο πρόεδρός του Χρίστιαν Μίσκοφσκι και οι στενοί συνεργάτες του, όπως π.χ. ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Μιλόσοσκι, έχουν ξεκινήσει πογκρόμ εναντίον όλων όσοι θεωρούνται ύποπτοι ότι οργάνωσαν την «αποστασία» της 19ης Οκτωβρίου. Ηδη  καθαιρέθηκε από αντιπρόεδρος του VMRO-DPMNE ο Μίτκο Γιάντσεφ, ο οποίος παράλληλα ήταν ένας από τους βασικούς χρηματοδότες του κόμματος.  Την ίδια τύχη είχε και το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής Κονσταντίν Μπογκντάνοφ. Ωστόσο, μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παραπομπή με το ερώτημα της διαγραφής για τον άλλοτε ισχυρό άνδρα του κόμματος και πανίσχυρο πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της πΓΔΜ (επί εποχής Γκρούεφσκι), Σάσα Μιλιάκοφ. Προς διαγραφή οδεύει και άλλο ένα σημαίνον στέλεχος, ο Νίκολα Τοντόροφ. Ολοι οι προαναφερθέντες κατηγορούνται για εκφοβισμό βουλευτών και δωροδοκία.

Οι Ρώσοι, οι Αμερικανοί και το κλίμα εκκαθαρίσεων

Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών κατηγόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι παρενέβησαν και επηρέασαν το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, ενώ στο παρασκήνιο εκτοξεύονται καταγγελίες για ποσά ύψους ως και 2.000.000 δολαρίων που δόθηκαν σε βουλευτές της αντιπολίτευσης. Το υπουργείο Εξωτερικών της πΓΔΜ αντέδρασε έντονα, ενώ πρέπει να επισημανθεί ότι σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εσωτερικών της γειτονικής χώρας όσοι βουλευτές υπερψήφισαν για τη συνταγματική αναθεώρηση λαμβάνουν 24ωρη αστυνομική προστασία.
Η Ουάσιγκτον απορρίπτει ως «παράλογες και απολύτως αναληθείς» αυτές τις κατηγορίες, αλλά την ίδια στιγμή λαμβάνουν χώρα και ορισμένες συμπτώσεις που τροφοδοτούν αυτά τα σενάρια. Χαρακτηριστικά, ο βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Μάθιου Πάλμερ φέρεται σύμφωνα με μέσα ενημέρωσης της πΓΔΜ να συναντήθηκε κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στα Σκόπια με τους επτά βουλευτές της αντιπολίτευσης που άλλαξαν στρατόπεδο, ενώ απέφυγε επιδεικτικά να δει τόσο τον πρόεδρο Γκιόργκι Ιβάνοφ όσο και τον ηγέτη του VMRO-DPMNE κ. Μίσκοφσκι. Παράλληλα, φαίνεται ότι για τους περισσότερους από τους «7» που υπερψήφισαν εκκρεμούν δικαστικές υποθέσεις και εικάζεται ότι εκβιάστηκαν. Σύμφωνα με δημοσίευμα, οι Σάσο Βασίλιεφσκι, Λιούμπεν Αρναούντοφ και Κρίστο Μουκόφσκι κατηγορούνται για τα αιματηρά επεισόδια εντός της Βουλής στις 27 Απριλίου 2017. Η Ελιζαμπέτα Καντσέσκα-Μίλεφσκα, πρώην υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση Γκρούεφσκι, εμπλέκεται στην υπόθεση του μεγαλομανούς σχεδίου «Σκόπια 2014» για τον εξαρχαϊσμό της χώρας, στο πλαίσιο του οποίου δαπανήθηκαν τεράστια ποσά και υπάρχουν σοβαρότατες ενδείξεις κρατικής διαφθοράς. Σε μία από τις υποθέσεις που διερευνά η Δικαιοσύνη εμπλέκεται και ο γιος της βουλευτού Βλαντάνκα Αβίροβιτς. Το κλίμα εκκαθαρίσεων στη δεξιά αντιπολίτευση δεν αποκλείεται όμως να οδηγήσει κι άλλους βουλευτές στην έξοδο. Σε αυτή τη γραμμή φαίνεται εσχάτως να κινείται ο Πάντσο Μίνοφ, βουλευτής του κόμματος GROM που μετέχει στον συνασπισμό υπό το VMRO-DPMNE.