Η σφαγή που εδραίωσε στην εξουσία το ΚΚ Κίνας
Τριάντα χρόνια μετά την εξέγερση της Τιενανμέν η ιστορική μνήμη έχει διαγραφεί, ο απολυταρχισμός κυριαρχεί, αλλά η κινεζική οικονομία έχει απογειωθεί
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Εχουν περάσει ακριβώς 30 χρόνια από την άγρια καταστολή της λαϊκής εξέγερσης στην πλατεία Τιενανμέν στην Κίνα. Ωστόσο οι δείκτες του ρολογιού που πολλοί πίστευαν ότι θα έφερνε πολιτικές και ατομικές ελευθερίες σταμάτησαν εκεί.
Το δημοκρατικό όνειρο των Κινέζων που για μήνες βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στην πλατεία αξιώνοντας περισσότερες πολιτικές ελευθερίες και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα έσβησε προτού καν γεννηθεί. Τη νύχτα δηλαδή της 4ης προς την 5η Ιουνίου, όπου χιλιάδες άοπλοι φοιτητές και εργαζόμενοι σκοτώθηκαν στη διάρκεια της εφόρμησης των τεθωρακισμένων στην πλατεία.
Οι νεκροί που ξεχάστηκαν
Τρεις δεκαετίες μετά, η ζωή των πολιτών εξακολουθεί να είναι το ίδιο απόλυτα ελεγχόμενη από το Κομμουνιστικό Κόμμα, παρά το γεγονός ότι το καθεστώς πανηγυρίζει για την αλματώδη οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία μιας μεσαίας τάξης που έβγαλε εκατομμύρια Κινέζων από την απόλυτη φτώχεια και τη χαλάρωση περιοριστικών μέτρων όπως η πολιτική του ενός παιδιού.
Ο πραγματικός αριθμός των νεκρών της Τιενανμέν δεν θα γίνει ποτέ γνωστός. Εικάζεται ότι ξεπέρασε τις 2.500 και οι τραυματίες τους 30.000: «Υπήρχε αίμα και σκόρπια ανοιγμένα κεφάλια παντού. Νεκροί κείτονταν στους δρόμους. Ηταν μια σφαγή. Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο στρατός μας θα έκανε κάτι τέτοιο στους δικούς του ανθρώπους» λέει στην ανταποκρίτρια της «Washington Post» στο Πεκίνο Αννα Φίφιλντ ο Ντονγκ Σενγκχούν, εργάτης εργοστασίου, ο οποίος πέρασε 17 χρόνια στη φυλακή γιατί συμμετείχε στις διαμαρτυρίες.
Ακόμα και σήμερα, δεν έχει γίνει γνωστό τι πραγματικά συνέβη στους χιλιάδες φοιτητές που εκτελέστηκαν συνοπτικά στο όργιο συλλήψεων που ακολούθησε. Ούτε τι απέγιναν εκατοντάδες άλλοι, αν φυλακίστηκαν, αν καταδικάστηκαν σε εξορία, αν βασανίστηκαν.
Εν μέρει, αυτό που κάνει τη μνήμη της Τιενανμέν τόσο σημαντική είναι το γεγονός πως η ίδια η μνήμη στην Κίνα είναι εύθραυστη ή, για την ακρίβεια, ανύπαρκτη. Η πολιτική ηγεσία βέβαια έχει φροντίσει για αυτό, με το να διαγράψει την κληρονομιά της αιματηρής διαμαρτυρίας από τη συνείδηση του κόσμου.
Μέσα σε αυτά τα χρόνια κατάφερε με επιτυχία να δημιουργήσει μια νέα γενιά που αγνοεί πλήρως τη σφαγή στην Τιενανμέν. Στα σχολεία οι μαθητές δεν μαθαίνουν ποτέ για τα τραγικά γεγονότα, στην τηλεόραση και στο Διαδίκτυο απαγορεύεται να γίνει οποιαδήποτε αναφορά, οι συγγενείς των θυμάτων δεν μπορούν να τιμήσουν τη μνήμη των συγγενών τους.
Απαγορεύεται να διοργανωθεί οποιαδήποτε τελετή μνήμης, με μοναδική εξαίρεση το άλλοτε βρετανοκρατούμενο και ημιαυτόνομο Χονγκ Κονγκ. Οπως κάθε χρόνο έτσι κι εφέτος χιλιάδες κάτοικοι με αναμμένα κεριά συμμετείχαν στην καθιερωμένη νυχτερινή συγκέντρωση στη μνήμη των θυμάτων.
Την ίδια ώρα στο Πεκίνο, περιμετρικά της πλατείας, οι Αρχές είχαν αυξήσει τα μέτρα ασφαλείας, κλείνοντας με οδοφράγματα δρόμους που οδηγούν στην πλατεία, παρατάσσοντας πάνοπλους αστυνομικούς, φιμώνοντας προληπτικά σελίδες στο Internet.
Πολλοί Κινέζοι μάλιστα ανέφεραν ότι τις τελευταίες ημέρες είχαν δυσκολία να συνδεθούν με τα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ πολλές ιστοσελίδες μπλοκαρίστηκαν. Αρκετοί επιχείρησαν με έμμεσο τρόπο να αναφερθούν στην Τιενανμέν ποστάροντας ποιήματα, τραγούδια ή απλές φωτογραφίες της πλατείας. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά είδαν τις αναρτήσεις τους να τις τρώει το μαύρο σκοτάδι.
Είναι γνωστό άλλωστε ότι η χώρα έχει δημιουργήσει επιτυχώς ένα μεγάλο τείχος στο Διαδίκτυο, μπλοκάροντας σελίδες όπως το Google και το Facebook, ενώ η ικανότητά της να παρακολουθεί τους πολίτες μέσω των νέων τεχνολογικών εργαλείων που διαθέτει έχει καταστήσει την Κίνα ένα «οργουελικού τύπου κατασκοπευτικό κράτος», όπως εύστοχα παρατηρεί ο αναλυτής της «Washington Post» Ισαάν Ταρούρ.
Ιστορική καμπή
Αυτό που συνέβη στην Τιενανμέν ήταν αναμφίβολα μια εξαιρετικά επιδραστική καμπή στην παγκόσμια ιστορία. Η στιγμή δηλαδή που η πλάστιγγα της μοίρας ενός από τα πιο πολυπληθή έθνη στον κόσμο έγειρε προς την πλευρά της ανελευθερίας και του απολυταρχισμού.
Εκείνη τη χρονιά για τη Δύση η πτώση του Τείχους στο Βερολίνο έδειχνε να έχει μεγαλύτερη σημασία σε παγκόσμιο επίπεδο. «Η Κίνα ήταν εξάλλου μια χώρα απλώς πολύ μεγάλη, φτωχή και υποανάπτυκτη. Ωστόσο η κατάπνιξη της εξέγερσης στην Τιενανμέν ήταν πιο σημαντική» γράφει σε άρθρο γνώμης ο έγκριτος αναλυτής των «Financial Times» Γκίντον Ράχμαν, εξηγώντας:
«Ηταν η Τιενανμέν αυτή που εξασφάλισε την αγκίστρωση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στην εξουσία, διασφαλίζοντας ότι η αναδυόμενη δύναμη του 21ου αιώνα θα είναι μια απολυταρχία και όχι μια δημοκρατία».
Συνεπώς, όπως καταλήγει ο Ράχμαν, η Κίνα διέψευσε την πεποίθηση ότι οι απολυταρχίες δεν μπορούν να επιτύχουν οικονομικά, όπως είχε αποδείξει η πτώση της Σοβιετικής Ενωσης. Μόλις δυόμισι δεκαετίες αργότερα, η Κίνα θα γινόταν η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Οσοι θυμούνται, τιμωρούνται
Ορισμένοι διανοούμενοι επιχείρησαν να μιλήσουν ανοιχτά για την επέτειο. Ο καλλιτέχνης Ζανγκ Γιουέ, ενώ βραβευόταν την περασμένη εβδομάδα στο εθνικό Μουσείο ακριβώς απέναντι από την πλατεία, στην Απαγορευμένη Πόλη, μίλησε για την ντροπή που νιώθει για το γεγονός ότι έχει κάνει υποχωρήσεις στο έργο του στο όνομα της λογοκρισίας:
«Ως καλλιτέχνης δεν πάλεψα σκληρά για το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης ούτε για τον εαυτό μου ούτε και για όλους τους άλλους καλλιτέχνες. Ειδικά σήμερα, 30 χρόνια μετά την 4η Ιουνίου, το να στέκομαι τόσο κοντά στην πλατεία Τιενανμέν και να βραβεύομαι μου φαίνεται ακόμα πιο ντροπιαστικό». Αυτά που είπε στη σκηνή διαδόθηκαν αμέσως στα κινεζικά Μέσα και από εκείνη την ημέρα ο Γιουέ αγνοείται. Κοντινά του πρόσωπα δεν έχουν καταφέρει να τον εντοπίσουν.
Υποστηρικτές ανθρωπίνων δικαιωμάτων αναφέρουν στους «New York Times» ότι 18 κινέζοι ακτιβιστές κρατήθηκαν ή εξαφανίστηκαν λίγο πριν από την επέτειο, εννέα άλλοι άνθρωποι ανακρίθηκαν και τέθηκαν σε κατ’ οίκον περιορισμό ή φυλακίστηκαν ή εστάλησαν σε υποχρεωτικές διακοπές.
Και ενώ αρκετοί Κινέζοι που συμμετείχαν στα γεγονότα – μεσήλικοι σήμερα – αφέθηκαν ελεύθεροι έχοντας περάσει τη μισή τους ζωή στη φυλακή, άλλοι απλώς αγνοούνται. Ο Γιανγκ Γιανιόνγκ, απόστρατος χειρουργός του κινεζικού στρατού ο οποίος περιέθαλψε διαδηλωτές που τραυματίστηκαν στη διάρκεια των τότε επεισοδίων, σύμφωνα με τον κινέζο δημοσιογράφο Γκάο Γιου, φέρεται να απέστειλε πριν από λίγο καιρό ιδιωτική επιστολή σε αξιωματούχους, χαρακτηρίζοντας την Τιενανμέν «έγκλημα». Οπως αναφέρει ο Γιου, τον περασμένο Απρίλιο μπήκε σε αναμορφωτήριο.

