Αντεπίθεση Τραμπ μετά την «αθώωση»
Καθώς το πόρισμα του ειδικού ανακριτή Μιούλερ τον απάλλαξε από την κατηγορία της συνεργασίας με τη Ρωσία, ο αμερικανός πρόεδρος ετοιμάζεται για νέο γύρο επιθέσεων προς ΜΜΕ και πολιτικούς του αντιπάλους
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Για τον Ντόναλντ Τραμπ το πόρισμα του ειδικού ανακριτή Μιούλερ που διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία τα οποία να θεµελιώνουν διαπλοκή του επιτελείου του µε τη Ρωσία στην προεκλογική εκστρατεία του 2016 ήταν αναμφίβολα μια νίκη, με τους «New York Times» να γράφουν πως «το πιο σκοτεινό και απειλητικό σύννεφο πάνω από την προεδρία του διαλύθηκε».
Αναπάντητα ερωτήματα
Μια σοβαρή δικαστική εκκρεμότητα κλείνει, η απειλή της καθαίρεσής του απομακρύνεται και ένα νέο κεφάλαιο ξεκινά για τον ίδιο: ολομέτωπη επίθεση προς τους Δημοκρατικούς για συνωμοσία σε βάρος του, με ορίζοντα να ολοκληρώσει τη θητεία του σε 22 μήνες από σήμερα, και ίσως τελικά -έπειτα από τις εξελίξεις – αυτή να ενισχύσει περαιτέρω το πολιτικό του προφίλ.
Επειτα από μια δίχρονη εξαντλητική αναζήτηση στοιχείων που θα τον καθιστούσαν υπόλογο για συνωμοσία µε το Κρεµλίνο, περισσότερες από 2.800 κλητεύσεις, καταθέσεις 500 μαρτύρων, ισάριθμα εντάλματα ερευνών, πλείστες διώξεις, ο ειδικός ανακριτής αποφάνθηκε πως υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι η Ρωσία αναμείχθηκε στις εκλογές του 2016 σε μια συντονισμένη εκστρατεία στο Διαδίκτυο, πλην όμως «δεν εξακριβώνεται ότι μέλη της εκστρατείας Τραμπ συνωμότησαν είτε συνεργάστηκαν με τη ρωσική κυβέρνηση στις δραστηριότητες αυτές».
Μολονότι η έκθεση Μιούλερ δεν προσδιορίζει κάποια ενέργεια από μέρους του Τραμπ που να συνιστά παρακώλυση της Δικαιοσύνης, δεν τον αθωώνει με ξεκάθαρο τρόπο, μια και δεν δίνει επ’ αυτού οριστικό συμπέρασμα.
«Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο να μη συμπεραίνεις ότι κάτι συνέβη και στο να συμπεραίνεις ότι κάτι δεν συνέβη» σχολιάζει χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Washington Post», η οποία θεωρεί ότι το Κογκρέσο και η κοινή γνώμη θα χρειαστούν πολύ περισσότερες πληροφορίες ώστε να διαμορφώσουν τη δική τους γνώμη. Εμπειροι εισαγγελείς εξάλλου, καταλήγει η εφημερίδα, επιλέγουν προσεκτικά τα λόγια τους και είναι προτιμότερο να δοθεί προσοχή σε αυτό που είπε ο ειδικός ανακριτής χωρίς να βγάζουμε συμπεράσματα.
Τι αναμένεται από εδώ και στο εξής; Ακόμα κι αν οι ηγέτες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στο Κογκρέσο έκαναν έκκληση η χώρα να προχωρήσει, ο αμερικανός πρόεδρος μπορεί να μην είναι έτοιμος για αυτό το ενδεχόμενο. Ηδη έχει καταγγείλει την ίδια την έρευνα του Μιούλερ ως μια «παράνομη κατεδάφιση που απέτυχε», αξιώνοντας τώρα μια «αντιέρευνα» για το πώς ξεκίνησε όλο αυτό. Σε σύντομες δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, υποστήριξε πως πρέπει να γίνει ένα ξεκαθάρισμα για τους ανθρώπους που είναι υπεύθυνοι για τη διεξαγωγή της έρευνας για τη Ρωσία.
«Βλέπει» τις εκλογές
του 2020
Αναμφίβολα ο ίδιος θα συνεχίσει τη διακυβέρνησή του αναπόσπαστος και χωρίς ανησυχίες, και μάλιστα φαίνεται πως η περιπέτεια αυτή τον ευνοεί εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2020. Το κλίμα ανακούφισης και ευφορίας στον Λευκό Οίκο είναι διάχυτο, όμως οι σύμβουλοι του Τραμπ δεν εφησυχάζουν. Ηδη καταστρώνονται σχέδια στρατηγικής για την επόμενη μέρα: πώς θα εντείνουν την επίθεση του αμερικανού προέδρου στα μέσα ενημέρωσης που τον στοχοποίησαν και, κυρίως, τι θα πράξουν με στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος που υπέβαλαν, όπως λένε, τον Τραμπ σε αυτή την ταλαιπωρία της κατασυκοφάντησης. Θα αναζητήσουν σε βάρος τους ευθύνες; Μένει να φανεί τις επόμενες εβδομάδες.
Αμήχανοι οι Δημοκρατικοί αναμένουν το πλήρες πόρισμα
Αγνωστο παραμένει πώς θα κινηθούν οι Δημοκρατικοί μετά την «αθώωση» Τραμπ. Η έρευνα του Μιούλερ στην οποία είχαν επενδύσει αποδείχθηκε φιάσκο για τους ίδιους, όμως δεν πρόκειται να αφήσουν κάτω τα όπλα. Το πιο πιθανό σενάριο είναι να συνεχίσουν να εγείρουν ζητήματα σχετικά με παραπτώματα του Τραμπ και των συνεργατών του, συμπεριλαμβανομένων πολλών που δεν εξέτασε ο ειδικός ανακριτής, η εξουσιοδότηση του οποίου περιορίστηκε στη ρωσική παρέμβαση για τις προεδρικές εκλογές και στην τυχόν παρεμπόδιση της Δικαιοσύνης που απέρρεε από αυτήν.
Επόμενη φάση είναι η δημοσιοποίηση της έκθεσης, για την οποία ο υπουργός Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών Γουίλιαμ Μπαρ ανακοίνωσε πως θα γίνει εντός εβδομάδων και όχι στο σύνολό της, καθώς πολλά από τα στοιχεία θα πρέπει να παραμείνουν απόρρητα, σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο.
Ορισμένα σημεία της έκθεσης περιέχουν στοιχεία που κατατέθηκαν στη διάρκεια απόρρητων συνεδριάσεων της Επιτροπής Ενόρκων και η δημοσιοποίησή τους απαγορεύεται. Εκτός αυτού η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες που αφορούν δικαστικές έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη, τις οποίες ο Μιούλερ έχει αναθέσει σε άλλους εισαγγελείς.
Οπως αποκάλυψε δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Quinnipiac, το 84% των ψηφοφόρων στις Ηνωμένες Πολιτείες από όλα τα πολιτικά κόμματα, κάθε φύλου, επιπέδου εκπαίδευσης, ηλικίας και φυλετικής ομάδας, υποστηρίζει τη δημοσιοποίηση της έκθεσης και μόνο ένα 9% δεν επιθυμεί να έρθει στο φως, με τους πιο διστακτικούς να ανήκουν στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών. Η ίδια δημοσκόπηση έδειξε ότι το 49% των ψηφοφόρων εκτιμά πως η έρευνα του ειδικού ανακριτή ήταν νόμιμη, ενώ το 43% πως επρόκειτο για «κυνήγι μαγισσών».
Τα αμερικανικά Μέσα αναφέρουν ότι μέχρι να φθάσει η έκθεση στα χέρια των Δημοκρατικών και να τη μελετήσουν προσεκτικά, δύσκολα θα συμφωνήσουν πως ο πρόεδρος Τραμπ έχει «καθαρίσει», ενώ λέγεται ότι είναι πολύ πιθανό να καλέσουν τον Μιούλερ να καταθέσει ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Παράθυρο για βελτίωση των σχέσεων με τη Μόσχα
Βασικό ζητούµενο την επομένη του πορίσµατος Μιούλερ είναι η συνολική δυναµική στις σχέσεις Ουάσιγκτον – Μόσχας. Ο πρώην σύμβουλος του Λευκού Οίκου Στιβ Μπάνον εξέφρασε την ελπίδα ότι η δημοσίευση των κυριότερων ευρημάτων θα βοηθήσει στην εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών, πλην όμως δεν αναμένει άμεσες αλλαγές στο άκρως τοξικό κλίμα που επικρατεί στην Ουάσιγκτον.
Από την πλευρά του το Κρεμλίνο αρνήθηκε εκ νέου οποιαδήποτε ανάμειξη στις προεδρικές εκλογές του 2016, με τον εκπρόσωπό του Ντμίτρι Πεσκόφ να δηλώνεί ότι «η χώρα μας ουδέποτε παρενέβη στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών».
Την ίδια ώρα η Μόσχα δηλώνει έτοιμη να βελτιώσει τους δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά όπως είπε ο Πεσκόφ εναπόκειται στην Ουάσιγκτον να κάνει το πρώτο βήμα, και αυτό δεν είναι άλλο από το να αναγνωρίσει επισήμως ότι ουδέποτε υπήρξε ανάμειξη της Ρωσίας στην προεκλογική εκστρατεία Τραμπ.
«Τα στοιχεία του ανακριτή αποτελούν μια μοναδική ευκαιρία επανεκκίνησης των σχέσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας» αναφέρει ο Κονσταντίν Κοσάτσεφ, ο οποίος προεδρεύει της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων στο ρωσικό Κοινοβούλιο. «Είμαστε προφανώς έτοιμοι και θα πρότεινα να ξεκινήσουμε με τα πιο επείγοντα θέματα: τη Συνθήκη INF και τη Συνθήκη START», οι οποίες αποτέλεσαν πηγή διαμάχης για τις σχέσεις των δύο χωρών. Παρατηρητές ωστόσο δεν βλέπουν απαραίτητα βελτίωση στις ρωσοαμερικανικές σχέσεις, μια και το ζήτημα αφορά το γενικότερο πολιτικό κλίμα που επικρατεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.

