Δασμοί και εμπόριο το κυρίως πιάτο στο «βασιλικό μενού»

Γιατί το Ηνωμένο Βασίλειο υποδέχθηκε με τελετουργική μεγαλοπρέπειατον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ – Βρετανοί ειδικοί ακτινογραφούν στο «Βήμα» τους βαθύτερους στόχους της επίσκεψης

Δασμοί και εμπόριο το κυρίως πιάτο στο «βασιλικό μενού»

Ανάμεσα στους πέτρινους πύργους του Ουίνδσορ, με την τελετουργική μεγαλοπρέπεια της βασιλικής αυλής, και στα γαλήνια τοπία του Τσέκερς, όπου οι πολιτικές συζητήσεις γίνονται πιο άμεσες και απαιτητικές, η Βρετανία φιλοξένησε τον Ντόναλντ Τραμπ σε μια δεύτερη κρατική επίσκεψη που έγραψε ιστορία.

Η εικόνα του αμερικανού προέδρου να απολαμβάνει το βασιλικό πρωτόκολλο, σε συνδυασμό με τη μετάβαση στην εξοχική κατοικία του πρωθυπουργού, αποτυπώνει το διπλό πρόσωπο του ταξιδιού: από τη λαμπρότητα της παράδοσης έως την ψυχρή διαπραγμάτευση για εμπόριο, δασμούς και στρατηγικές συμμαχίες.

Η επίσκεψη συνδέθηκε με κρίσιμα ζητήματα: τη βρετανική επιθυμία για μείωση των αμερικανικών δασμών σε χάλυβα και αλουμίνιο, την προώθηση τεχνολογικών και ενεργειακών συμφωνιών, καθώς και τη διατήρηση στενών δεσμών σε μια περίοδο που η Βρετανία επιδιώκει να επαναπροσδιορίσει τη θέση της εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Οι εντυπώσεις του Τραμπ για τη βασιλική φιλοξενία, η προσεκτικά σχεδιασμένη «φούσκα» που τον απομόνωσε από διαδηλωτές και επικριτές, αλλά και το φάντασμα του Τζέφρι Επσταϊν που εξακολουθεί να λειτουργεί ως «κρυπτονίτης», πρόσθεσαν δραματικότητα σε μια επίσκεψη όπου δοκιμάστηκαν ταυτόχρονα η διπλωματία, η εικόνα και η ουσία.

Ο Στάρμερ και ο Φάρατζ

«Είναι ουσιώδες για τη Βρετανία να έχει μια καλή σχέση με τον Τραμπ, διότι η Βρετανία βρίσκεται σε τόσο δύσκολη οικονομική κατάσταση που χρειάζεται να μειώσει, εάν μπορεί, τους δασμούς από τις ΗΠΑ, να αυξήσει τις εμπορικές συμφωνίες και να προστατεύσει τις σχέσεις» τόνισε ο σερ Αντονι Σέλντον, ιστορικός και πολιτικός βιογράφος που μίλησε αποκλειστικά στο «Βήμα».

Η επίσκεψη είναι πιο σημαντική για τη Βρετανία παρά για την Αμερική, εκτίμησε ο Σέλντον καθώς ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ θεωρείται ισχυρότερος στη διεθνή σκηνή παρά στην εσωτερική.

«Αν η συνάντηση δεν πήγαινε καλά, τότε θεωρώ ότι ο Στάρμερ θα παρέμενε σε ευάλωτη θέση» είπε ο Σέλντον σημειώνοντας ότι η βρετανική κοινή γνώμη παραμένει διχασμένη σχετικά με τον Τραμπ, ενώ το πιο δημοφιλές κόμμα της χώρας, το Reform, υπό τον Νάιτζελ Φάρατζ, διατηρεί στενή σχέση με τον αμερικανό πρόεδρο.

Ο δρ Μαρκ Σάναχαν, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Συμμετοχής, Σχολή Κοινωνικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ, είπε στο «Βήμα»: «Από το Brexit και μετά, το Ηνωμένο Βασίλειο μιλάει για τον εαυτό του ως ισχυρό εμπορικό έθνος. Μια τέτοια επίσημη επίσκεψη, όπου ο πρόεδρος αισθάνεται καλά για μια χώρα, μπορεί μόνο να βοηθήσει ώστε να ενισχυθεί η οικονομική σχέση. O Tραμπ ήταν ουσιαστικά κλεισμένος σε μια φούσκα αυτές τις δύο ημέρες. Δεν έχει συναντήσει καθόλου απλούς βρετανούς πολίτες. Δεν έχει συναντήσει επικριτές. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση και η βασιλική οικογένεια κατάφεραν να το διαχειριστούν τόσο αποτελεσματικά, πιθανώς τους βάζει σε καλή θέση με τον Τραμπ».  

Το ζήτημα της Ουκρανίας

Για το θέμα της Ουκρανίας ο Σάναχαν εκτιμά ότι συνάντηση «αποτέλεσε μια ευκαιρία για τη βρετανική κυβέρνηση να του δείξει τα οφέλη του συνασπισμού των προθύμων, των χωρών που είναι διατεθειμένες να υπερασπιστούν την Ουκρανία έναντι της Ρωσίας του Πούτιν. Η Κεντρική Ευρώπη μπορεί να φαίνεται πολύ μακριά από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Στάρμερ την έκανε να φαίνεται πολύ πιο κοντά για τον πρόεδρο».

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Μάρεϊ Λιθ, καθηγητής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Σκωτίας, δήλωσε στο «Βήμα» ότι η επίσκεψη αντιπροσωπεύει την καλύτερη διπλωματία που έχει να επιδείξει το Ηνωμένο Βασίλειο: «Αυτή η προσεκτικά σχεδιασμένη επίσκεψη, με ελάχιστες δημόσιες εκδηλώσεις και αλληλεπιδράσεις, επιτρέπει στο ΗΒ να συνεχίσει να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης σε θέματα όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ευρύτερη ρωσική επιθετικότητα».

Για τον Τιμ Μπέιλ, καθηγητή Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, «η πρόσκληση στον Τραμπ και το να του κάνουν πάλι το χατίρι διασφαλίζει ότι ο Στάρμερ θα δεχθεί κριτική από όσους είναι ήδη πολύ επικριτικοί για τη στάση της κυβέρνησης στη Γάζα και ούτως ή άλλως θεωρούν τον Τραμπ ως έναν φασίστα, του οποίου το κίνημα MAGA φαίνεται όλο και περισσότερο να εμπνέει την Ακροδεξιά στο ΗΒ.

Ομως, οι περισσότεροι Βρετανοί φαίνεται να κατανοούν ότι το να κρατήσεις τον Τραμπ ικανοποιημένο – όσο κι αν πιστεύουν ότι είναι τρελός ή κακός ή και τα δύο – είναι λογικό εάν η κυβέρνηση θέλει να διατηρήσει τη βοήθεια προς την Ουκρανία και να διασφαλίσει μια καλύτερη εμπορική συμφωνία».

Η κοινή γνώμη

Μιλώντας στο «Βήμα», η Νατάσα Λίντσταντ, Τμήμα Κυβέρνησης, Πανεπιστήμιο Εσσεξ, επισήμανε ότι η επίσκεψη Τραμπ δεν έγινε δεκτή θετικά από το κοινό καθώς οι έρευνες έδειξαν ότι μόνο το 30% υποστήριξε τη φιλοξενία που κόστισε εκατομμύρια και περιλάμβανε τη μεγαλύτερη επιχείρηση drones στη σύγχρονη ιστορία. Η ασφάλεια ήταν η πιο έντονη μετά τη στέψη του βασιλιά Καρόλου.

Ομως 7 στους 10 συμφωνούν ότι η διατήρηση μιας καλής σχέσης με τον Τραμπ είναι σημαντική για τη χώρα. «Ο Τραμπ αγαπά όλη αυτή τη μεγαλοπρέπεια και του αρέσει να νιώθει ξεχωριστός, και το να του γίνονται χατίρια είναι ένα σημαντικό σήμα πίστης, με τον τρόπο που αυτός κρίνει τους ανθρώπους. Αυτή η πίστη δεν είναι αμφίδρομη, αλλά το να είσαι με το μέρος του είναι σημαντικό ώστε να τον αποτρέψεις να κάνει κάτι εκδικητικό που θα μπορούσε να έχει τρομερές συνέπειες για τη βρετανική οικονομία».

Ο Αντι Τέρνερ, καθηγητής Συστημάτων Μουσώνων στο Πανεπιστήμιο του Ρέντινγκ, είπε στο «Βήμα» ότι η επίσκεψη θα ήταν μια ευκαιρία για να τεθεί το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, όμως τέτοιες συζητήσεις χάνονται υπό την πίεση των εμπορικών συμφωνιών.

«Η δεύτερη προεδρία Τραμπ έχει ήδη αποδειχθεί καταστροφική για το περιβάλλον για πολλούς λόγους. Πιο εμφανής είναι η προσπάθεια να καταργηθεί ή να μετριαστεί η περιβαλλοντική νομοθεσία στις ΗΠΑ για μια σειρά από περιβαλλοντικές προστασίες και η απόσυρση για δεύτερη φορά από τη Συμφωνία του Παρισιού. Πιο ύπουλη είναι η ολοκληρωτική καταστροφή σε κορυφαίους επιστημονικούς οργανισμούς όπως η NASA και η NOAA (National Oceanic and Atmospheric Administration), με το πρόσχημα εξοικονομήσεων, που θα περιορίσουν την ικανότητά μας να προβλέπουμε επικίνδυνα ακραία καιρικά φαινόμενα και να παρακολουθούμε τις αλλαγές στο κλίμα, ενώ θα μειώσουν τη βάση δεξιοτήτων που χρειάζεται για την κατανόηση της κλιματικής επιστήμης».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version