Μεταμορφώσεις σε καμβά και σε πηλό

Στην έκθεση του Κωνσταντίνου Λαδιανού στην CAN Christina Androulidaki Gallery η υπαρξιακή ένταση συναντά το χιούμορ μέσα από χειροτεχνικές πρακτικές.

Το δύσκολο με αυτή την έκθεση είναι να αποφύγεις τα spoilers. Να μεταφέρεις την εμπειρία της χωρίς να στερήσεις το στοιχείο της έκπληξης που περιμένει όποιες και όποιους περάσουν το κατώφλι της γκαλερί CAN Christina Androulidaki στην Ομόνοια.

Ακόμα κι έτσι, όμως, όσα διακρίνονται αμέσως μόλις βρεθεί κανείς στην «Chronicles of Anesthesia» του Κωνσταντίνου Λαδιανού στον εκθεσιακό χώρο στο επίπεδο του ισογείου είναι ήδη εντυπωσιακά.

Οχι με τον επιφανειακό τρόπο της φαντασμαγορίας που συχνά εξαντλείται στο περίβλημά της, αλλά επειδή ο εικαστικός κόσμος του Κωνσταντίνου Λαδιανού διαθέτει μια σπάνια συνοχή, μια αυτοτέλεια και ένα βάθος που διευρύνει τον ορίζοντα της ερμηνείας.

Η έκθεση συγκεντρώνει έργα της τελευταίας πενταετίας, από ζωγραφικούς πίνακες έως μικρά κεραμικά γλυπτά. Θυμίζουν τα πανταχού παρόντα μπιμπελό των μικροαστικών ελληνικών σπιτιών περασμένων δεκαετιών – και όχι μόνο.

Με τη διαφορά ότι τα αντικείμενα του Λαδιανού, που έχουν κατά κύριο λόγο τη μορφή ζώων, μοιάζουν σχεδόν δαιμονικά – ένα πρόβατο μορφάζει από την υπαρξιακή ένταση, το μάτι ενός χταποδιού είναι ένα παράθυρο για ανομολόγητα ένστικτα.

Μια παιχνιδιάρικη διάθεση ενίοτε ελαφραίνει τη σοβαρότητα της κατάστασης: μια καμήλα έχει τον λαιμό της δεμένο κόμπο και αποκαλύπτει ότι στον κόσμο του δημιουργού υπάρχει πάντα χώρος και για χιούμορ.

Με μια πιο προσεκτική ματιά, διαπιστώνει κανείς ότι ορισμένα από τα κεραμικά μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει κατευθείαν από τους πίνακες, με τους πρωταγωνιστές τους να αποκτούν τρεις διαστάσεις. Κάποια άλλα στέκουν αυτόνομα, ωστόσο παραμένουν αναπόσπαστα κομμάτια του ίδιου εικαστικού κόσμου.

Ανθρωποι, ζώα, αλλά και πλάσματα σε μια ενδιάμεση, υβριδική κατάσταση, σαν να βρίσκονται καθ’ οδόν προς μια μεταμόρφωση, όπως μαρτυρά το τρίχωμα που φυτρώνει στα ανθρώπινα, ανδρικά σώματα. «Με συναρπάζει η μορφή άνθρωπος-ζώο.

Η στιγμή της μεταμόρφωσης είναι μοναδική, γιατί σε αυτή συναντιούνται το ένστικτο και η συνείδηση, το σώμα και το πνεύμα. Δεν χρειάζεται να εξηγήσεις γιατί το ζώο γίνεται άνθρωπος ή το αντίθετο. Στη μεταμόρφωση δεν υπάρχει ιεραρχία, μόνο μια ρευστή ανταλλαγή ενέργειας ανάμεσα στο ανθρώπινο και το ζωώδες» θα πει ο ίδιος ο καλλιτέχνης για το έργο του.

Τα κεραμικά, όπως και οι πίνακες, δείχνουν την εντυπωσιακή δεξιοτεχνία του Λαδιανού και τη δύναμη που κρύβει ο πηλός. Σε αυτόν στράφηκε κατά τη διάρκεια της καραντίνας, κατόπιν προτροπής ενός φίλου. Το πρώτο του κεραμικό έργο ήταν – τι άλλο; – ένα ζώο, εμπνευσμένο από τα κεραμικά του Τσανάκαλε στη Μικρά Ασία.

Από εκεί ξεκίνησαν οι συνεχείς πειραματισμοί και οι εσωτερικοί συνειρμοί που τον οδήγησαν σε μια κεραμική συγγενική με τη λαϊκή παράδοση: εκείνο το πολυεπίπεδο μείγμα διακοσμητικών προτύπων από την Ευρώπη, που εισάγονταν, αντιγράφονταν και τελικά ρίζωσαν στα ελληνικά σπίτια ως μπιμπελό.

Οπως εξηγεί: «Εχω μια πολύ έντονη παιδική μνήμη: στο σπίτι της γιαγιάς μου υπήρχε πάντα ένα μπιμπελό-σκύλος. Αργότερα, στο Μουσείο Αντικειμένων στο Βερολίνο, συνάντησα περίτεχνα μπιμπελό της περιόδου Ροκοκό που πραγματικά τα ζήλεψα. Αυτές οι εικόνες επιστρέφουν στα έργα μου, μόνο που τα δικά μου κεραμικά αφηγούνται καινούργιες ιστορίες».

Η δύναμη της τέχνης του Λαδιανού είναι τέτοια που δεν είναι απαραίτητο να αφηγηθεί αυτές τις ιστορίες για να δικαιολογήσει την ύπαρξη των έργων. Οι μυθολογικές του αναφορές απλώς προσφέρουν νέες δυνατότητες ανάγνωσης και μια ματιά στα εσωτερικά εναύσματα που γεννούν και τροφοδοτούν αυτόν τον πολυδιάστατο κόσμο.

Για παράδειγμα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η έμπνευση προέρχεται από αγιολογικά κείμενα, συναξάρια όπου περιγράφονται οι μαρτυρικές ζωές αγίων, στα οποία ο Λαδιανός προσδίδει τελικά μια αλληγορική διάσταση.

Ας μιλήσουμε για τον Οσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος έκαψε το σπίτι του για να συνεχίσει την πορεία του. Ο Λαδιανός έχει ζωγραφίσει έναν άνδρα να καίει, να χτίζει και να παρατηρεί το σπίτι του σε τρεις διαφορετικές φάσεις: «Η ιστορία του Μάξιμου με γοήτευσε γιατί είναι ταυτόχρονα αναρχική και πολύ πραγματική. Συχνά χρειάζεται να ξεπεράσουμε το «εσωτερικό» μας σπίτι: μπορεί να είναι η οικογένεια ή μια κατάσταση που έχει κορεστεί. Κάποιες φορές πρέπει να την καταστρέψουμε για να την ανανεώσουμε, να ανανεώσουμε τον ψυχισμό μας και να προχωρήσουμε».

Ο ίδιος συνδέει το έργο και με μια ερμηνεία που του μετέφερε ένας φίλος του, δάσκαλος γιόγκα: «Στη φιλοσοφία της υπάρχουν τρεις δυνάμεις: η μία δημιουργεί και συγκεντρώνει, η άλλη καταστρέφει και η τρίτη – του γκουρού – παρατηρεί τα πάντα από απόσταση, σε μια κατάσταση απάθειας. Οταν αυτές οι δυνάμεις δεν ισορροπούν, τότε ξεσπούν οι συγκρούσεις και οι πόλεμοι. Μου άρεσε πολύ αυτή η ανάγνωση του πίνακα».

Στα έγκατα της Χαλκοκονδύλη

Υπάρχει, βέβαια, και ο κάτω όροφος της γκαλερί, όπου επίσης παρουσιάζονται έργα – αν δεν το γνωρίζεις μπορεί να προσπεράσεις τη μικρή πόρτα που οδηγεί στα έγκατα του κτιρίου (και κρύβει την έκπληξη). Εκεί βρίσκεται ένα δαιδαλώδες υπόγειο, ήδη φορτισμένο με τη δική του ιστορία.

Ο χώρος αυτός είχε χτιστεί κάποτε για τη βρετανική SAS (Special Air Service) στην Αθήνα και είχε συνδεθεί με δραστηριότητες κατασκοπείας στις Κυκλάδες – ένα υπόβαθρο που από μόνο του εντείνει την αίσθηση μυστικότητας. Σε συνεργασία με τη Χριστίνα Ανδρουλιδάκη, ο Λαδιανός έχει τοποθετήσει εκεί μια εντελώς διαφορετική ενότητα έργων, μια δεύτερη έκθεση μέσα στην έκθεση.

Περιλαμβάνει μεν και ορισμένα κεραμικά, ωστόσο θυμίζουν τα ανατομικά γλυπτά των αιθουσών διδασκαλίας καθώς αναπαριστούν το κυκλοφορικό και νευρικό σύστημα. Παράλληλα παρουσιάζονται μεγάλες επιφάνειες από σατέν ύφασμα, κεντημένες με χρυσές τρέσες και δαντέλες που σχηματίζουν την εικόνα φοινίκων και θυμίζουν ριντό ή λάβαρα – τα κορδόνια τους δημιουργήθηκαν ειδικά στα παλιά εργαστήρια της βιοτεχνίας Μέντη.

«Οταν έφτιαχνα τους φοίνικες, έλεγα μέσα μου αστειευόμενος: “Ή θα πάνε στην Αγία Σοφία ή στον ναό του Σολομώντα”» θα αφηγηθεί ο Λαδιανός. Η φράση αυτή αποκαλύπτει και τον βαθύτερο τρόπο με τον οποίο αντλεί υλικό από μνήμες συλλογικές, οικογενειακές, προσωπικές που συνδέουν το ιερό με το οικείο, από εμπειρίες άλλοτε βιωμένες και άλλοτε μυθοποιημένες.

Διότι οι άνδρες στους πίνακές του είναι άνθρωποι του περιβάλλοντός του, ενώ οι ψυχικές καταστάσεις που αποτυπώνονται στα γλυπτά συχνά αποτυπώνουν εσωτερικούς του δαίμονες: «Στο σπίτι της γιαγιάς μου είχαμε μια οθωμανική στολή, δώρο πασά στον προπάππο μου που ήταν γιατρός στην Πόλη.

Αυτό το ένδυμα, βελούδινο με χρυσά κεντήματα, με σημάδεψε – πάντα το θαύμαζα. Μπορεί και εκείνο το ρούχο να με ενέπνευσε ώστε να ασχοληθώ με το κέντημα». Οι δε εκδρομές με τον πατέρα και τον θείο του σε μνημεία και εκκλησίες όπου υπάρχουν όλες οι τέχνες, «από την ξυλογλυπτική ως τη ζωγραφική και την ιερατική υφαντουργία», έμειναν για πάντα χαραγμένες μέσα του.

Αφότου αποφοίτησε από τη Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου μαθήτευσε δίπλα στον Δημήτρη Κοντό, ο Κωνσταντίνος Λαδιανός αγιογράφησε πολλές εκκλησίες. Μέσα από αυτή τη βαθιά, ουσιαστική επαφή με την παράδοση συνέδεσε τελικά τις τεχνικές του μαζί της, όχι όμως για να την αναπαραγάγει αλλά για να δημιουργήσει τελικά εργαλεία για στοχασμό.

Για παράδειγμα, μια λαϊκή εικόνα ενός αγίου καλυμμένου με το χαρακτηριστικό ασημένιο «πουκάμισο» της βυζαντινής αγιογραφικής παράδοσης έδωσε το έναυσμα για τη δημιουργία δύο έργων που είναι, πιστεύω, τα συγκλονιστικότερα της έκθεσης. Από τη μία, η ζωγραφισμένη μορφή ενός εν δυνάμει αγίου, εγκλωβισμένη στο ασημένιο «πουκάμισο» της εικόνας, μοιάζει να παγιδεύεται ανάμεσα στο ιερό και το ανθρώπινο, στο πνευματικό και το υλικό.

Στον αντίποδα, η τρισδιάστατη μορφή ενός άνδρα, μισού ανθρώπου και μισού αγάλματος, φαίνεται να έχει αποσπαστεί από την εικόνα και να έχει αποκτήσει τη δική της υπόσταση. Το ασήμι που προηγουμένως κάλυπτε τώρα μετατρέπεται σε δέρμα, σε ζωντανό υλικό.

Είναι ενδεχομένως ένα σχόλιο για την αυτονομία της μορφής, την υπέρβαση των περιορισμών και τη διαρκή μεταμόρφωση της παράδοσης μέσα από την προσωπική εμπειρία. Μοιάζει να αποτελεί την ίδια την απάντηση του καλλιτέχνη στα «Χρονικά Αναισθησίας» που ζούμε: μια χειρονομία αφύπνισης μέσα στο γενικό μούδιασμα, μια υπενθύμιση ότι ακόμη και στην απάθεια της εποχής η δημιουργία μπορεί να επιμένει, να βρίσκει μορφή και να ανασαίνει.

INFO

«Chronicles of Anesthesia»: CAN Christina Androulidaki Gallery (Χαλκοκονδύλη 19, Αθήνα), έως τις 25 Οκτωβρίου.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version