Οι χειρότερες εποχές τής κατά παραγγελία νομοθέτησης αναβίωσαν το βράδυ της Τρίτης στη Βουλή, με την τροπολογία για την άρση της απαγόρευσης να διαθέτουν στην αλλοδαπή εταιρείες σύζυγοι, παιδιά και λοιποί συγγενείς πρώτου βαθμού πολιτικών.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ανέλαβε τη διακυβέρνηση το 2019 με την εντολή μεταξύ πολλών άλλων να ανορθώσει το κύρος της πολιτικής, που δέχθηκε σοβαρά πλήγματα επί ΣΥΡΙΖΑ, αποδεικνύεται ότι δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια εκλεπτυσμένη εκδοχή των πιο ακραία ρουσφετολογικών κυβερνήσεων της Δεξιάς. Οπου το ρουσφέτι δεν ήταν απλά κανόνας, ήταν τρόπος ζωής. Και όρος επιβίωσης για την επικυριαρχία μιας παράταξης βουτηγμένης στην ανομία, στο ψέμα και στη χρησικτησία των θεσμών.
Ο τρόπος δε που λειτούργησε με το θέμα της διάταξης, η οποία ουσιαστικά ανοίγει τον δρόμο στους πολιτικούς να διαθέτουν offshore εταιρείες μέσω των συγγενικών τους προσώπων, θυμίζει τις πιο άθλιες εποχές του Κοινοβουλίου, όταν τα μεσάνυχτα και με άδεια έδρανα ψηφίζονταν τροπολογίες που εξυπηρετούσαν φίλους της παράταξης, «διόρθωναν» προς όφελος των «δικών» μας παιδιών άλλες διατάξεις και ξεφτίλιζαν κάθε έννοια ισονομίας, ισοπολιτείας και αξιοκρατίας.
Αν όλα τα προηγούμενα ακούγονται υπερβολικά, αρκούν, νομίζω, λίγα λόγια για το πώς στήθηκε αυτό το «κόλπο», γιατί περί «κόλπου» πρόκειται: η επίμαχη διάταξη έγινε απόπειρα να κρυφτεί μέσα σε τροπολογία-«σκούπα», σε ένα νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο επιλύει θέματα που αφορούν τους δικαστικούς λειτουργούς. Το νομοσχέδιο θα ψηφιζόταν την επομένη, μετά από λίγες ώρες, σε μία μόνο συνεδρίαση, άρα οι εμπνευστές αυτού του σχεδιασμού είχαν την πεποίθηση ότι η διάταξη θα ψηφιζόταν χωρίς να ανοίξει μύτη.
Αυτό άλλωστε αποδεικνύει και τον δόλο που είχε ο «νομοθέτης» που τη συνέταξε. Αν η διάταξη στόχευε στην προστασία του πολιτικού κόσμου, όπως, με αδιανόητη περιφρόνηση στη νοημοσύνη των πολιτών, ισχυρίστηκε ο αρμόδιος υπουργός Δικαιοσύνης, θα παρουσιαζόταν στο φως της ημέρας και θα δινόταν η δυνατότητα στα κόμματα να τοποθετηθούν επί του περιεχομένου της. Οχι εν κρυπτώ και παραβύστω. Ο τρόπος που επιχειρήθηκε να περάσει, κάτω από τη μύτη της αντιπολίτευσης, απλώς ενίσχυσε τη θεωρία ότι κάτι ύποπτο κρύβει, γι’ αυτό και επελέγη η συγκεκριμένη μέθοδος.
Το ότι, δε, την υποστήριξε ο συγκεκριμένος υπουργός Δικαιοσύνης, με τις άλλοτε δημοκρατικές περγαμηνές ως επί σειρά ετών υπουργός των κυβερνήσεων του αείμνηστου Κ. Σημίτη, δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια επιβεβαίωση ότι οι «μεταγραφές αεροδρομίου» λύνουν τα χέρια των πρωθυπουργών όταν πρόκειται να επιχειρήσουν κάτι που παραβιάζει απροκάλυπτα θεσμούς, κανόνες, ηθική και δεοντολογία στην πολιτική. Οπως η συγκεκριμένη διάταξη, η οποία στέλνει περίπατο την επικρατούσα ηθικοπλαστική αντίληψη περί της πολιτικής και όσων την υπηρετούν.
Το εξωφρενικό είναι ότι ανάλογη διάταξη είχε επιχειρήσει να περάσει το 2016 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μπροστά στην αντίδραση σύσσωμης της τότε αντιπολίτευσης – με τη Νέα Δημοκρατία στην… πρωτοπορία – ο πρώην πρωθυπουργός κ. Τσίπρας την απέσυρε. Και με δική του απόφαση η Βουλή υπερψήφισε άλλη διάταξη, η οποία καθιέρωνε την καθολική απαγόρευση της συμμετοχής συγγενικών προσώπων των πολιτικών σε εξωχώριες εταιρείες ή σε εταιρείες της αλλοδαπής.
Γιατί έπρεπε να περάσει τώρα αυτή η διάταξη; Τι σκοπούς εξυπηρετεί η ψήφισή της; Οταν μόλις πριν από λίγες ημέρες ένας πολιτικός αρχηγός, ο Στ. Κασσελάκης, καταδικάστηκε με μια βαρύτατη ποινή 30 μηνών φυλάκιση, έστω και με αναστολή, και 50.000 πρόστιμο, επειδή διατηρούσε ως αρχηγός κόμματος εταιρεία (ή εταιρείες) στις ΗΠΑ.
Υποθέτω ξεπερνάει κάθε όριο φαντασίας να υποθέσει κανείς ότι η ψήφιση έγινε προκειμένου η έφεση που θα υποβάλει ο κ. Κασσελάκης να εκμηδενίσει την πρωτόδικη ποινή που του επιβλήθηκε. Αρα τα ερωτηματικά παραμένουν και ζητούν απαντήσεις. Θα δοθούν ποτέ; Γιατί στη Βουλή δεν δόθηκαν. Αντιθέτως πολλαπλασίασαν τις εκτιμήσεις ότι κάτι ύποπτο κρύβεται πίσω από αυτή…
Ο «πρόθυμος» υπουργός Δικαιοσύνης με τη διάταξη που ψήφισε, αλλά και με εξυπηρετήσεις που μένουν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, προφανώς αποπληρώνει χρέη στο Μέγαρο Μαξίμου για την παραμονή του στην κυβέρνηση. Οπως είναι γνωστό, επί μήνες φερόταν – με βεβαιότητα – να απομακρύνεται από το υπουργείο και η παραμονή του, κατά τον ανασχηματισμό του Μαρτίου, εξέπληξε πολλούς. Η διάταξη τα μεσάνυχτα της Τρίτης δίνει ίσως κάποια απάντηση στα πιθανά ερωτήματα, ασφαλώς όμως δεν είναι και η μοναδική. Εμεινε στο υπουργείο διότι έχει ακόμη να «προσφέρει» πολλά! Πόσα; Θα φανεί…
