Των Αθηνάς Καζαντζή, Καλλιόπης-Κυριακής Καρίνου, Ελένης Λαμπρίδη, Ιωάννη–Εμμανουήλ Μαρτινάκου, Ευστρατίας Σκοπελίτου, Χρήστου–Ιωάννη Σαμαρά, Ζένιας Τζανετέλλη

Αναμφίβολα το πάλαι ποτέ Γυμνάσιο Μυτιλήνης υπήρξε ένα από σημαντικότερα εκπαιδευτήρια του ευρύτερου μικρασιατικού χώρου και, στη σημερινή του μορφή, ως Πρότυπο Γενικό Λύκειο Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, εξακολουθεί να δίνει το πρωτοποριακό στίγμα στα εκπαιδευτικά πράγματα της Λέσβου. Ενα σημαντικό, λοιπόν, σχολείο στην καρδιά της πόλης, στον ιστορικό ίσκιο του Κήπου, το Γυμνάσιο Μυτιλήνης, με μια αδιάκοπη παρουσία και προσφορά στα γράμματα, στις τέχνες και στις επιστήμες, από τα μέσα του 19ου αιώνα, έχει να επιδείξει μια πορεία γεμάτη από αγώνες και επιτεύγματα διαπερνώντας τις «συμπληγάδες» της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας της πόλης και διαμορφώνοντας την εκπαιδευτική, ιστορική και πολιτιστική φυσιογνωμία της.

 Το ιστορικό Γυμνάσιο

Οπως χαρακτηριστικά μαρτυρεί ο μοσχονήσιος συγγραφέας Ευστράτιος Δράκος περιγράφοντας τη Μυτιλήνη του 1907, το νέο Γυμνάσιο οικοδομήθηκε στη θέση του παλιού, γιατί εκπαιδευτικές ήταν οι ανάγκες που ανάγκασαν τη Δημογεροντία Μυτιλήνης, στο ίδιο οικόπεδο, στα 1888, να ξεκινήσει την ανέγερση νεότερου σχολικού κτιρίου, με έντονα νεοκλασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία, το οποίο αποπερατώθηκε το 1891. Τον θεμέλιο λίθο έβαλε την 1η Σεπτεμβρίου 1887 ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Καλλίνικος. Ελάχιστοι σήμερα γνωρίζουν ότι χάρη στην οικονομική στήριξη αυτού του Πατριάρχη Αλεξανδρείας σπούδασαν δύο επιφανείς δάσκαλοι του Γυμνασίου Μυτιλήνης, ο πολυπράγμων λέσβιος λόγιος Δημήτριος Βερναρδάκης και ο δεινός φιλόλογος πλατωνιστής Ιωάννης Ολύμπιος καταγόμενος από τη Σκοτίνα Πιερίας.

Σπάνιες εκδόσεις

Η Ιστορική Βιβλιοθήκη περιλαμβάνει 74 χειρόγραφα και περίπου 15.000 σπάνιες εκδόσεις: αρχέτυπες και παλαίτυπες. Αυτές οι συλλογές προήλθαν τόσο από δασκάλους που δίδαξαν στο Γυμνάσιο όσο και από λέσβιους μαικήνες των γραμμάτων. Πιο σημαντικές δωρεές στην Ιστορική Βιβλιοθήκη ήταν του Ιγνατίου Σαρδέλλη, του Μητροπολίτη Μυτιλήνης Μελετίου Φωτίου, του Ασημάκη Μουζάλα, της Ελληνικής Σχολής Σηλυβρίας και τελευταία του Σταύρου Παρασκευαΐδη, δεινού φιλολόγου.

Για τρεις από αυτές σύντομα αξίζει να αναφέρουμε τα εξής: η δωρεά του Μητροπολίτη Μυτιλήνης Μελετίου Φωτίου, στα 1886, εντασσόταν στο ενδιαφέρον που ο ίδιος έτρεφε για την εκπαίδευση και στην αγάπη του προς τα γράμματα. Ο Μελέτιος, λοιπόν, δώρισε στο Γυμνάσιο την πλουσιότατη βιβλιοθήκη του, η οποία αριθμεί περίπου 3.000 τόμους.

Η δεύτερη ήταν του Ασημάκη Μουζάλα, δημογέροντα, εφόρου των Φιλανθρωπικών και Εκπαιδευτικών Καταστημάτων αλλά και δημάρχου. Το 1890 με δικά του χρήματα αγοράστηκαν σειρές κλασικών συγγραφέων, κυρίως της Λειψίας και της Οξφόρδης. Η τελευταία μεγάλη δωρεά βιβλίων έγινε στα 2013, από τους αδελφούς Στράτο και Παναγιώτη Παρασκευαΐδη, γιους του γυμνασιάρχη Σταύρου Παρασκευαΐδη, φιλόλογοι και οι τρεις. Πρόκειται για μια δωρεά που περιλαμβάνει περίπου 2.000 βιβλία, πολλά εξ αυτών σπάνια, φιλολογικού και ιστορικού περιεχομένου.

Οι καταγραφείς των χειρογράφων

Πρώτος καταγραφέας των χειρογράφων ήταν ο βυζαντινολόγος, ιστοριοδίφης και καθηγητής της Μεσαιωνικής και Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, Αθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμεύς.

Τα χειρόγραφα της Ιστορικής Βιβλιοθήκης του Γυμνασίου Μυτιλήνης, ο Αθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμεύς τα κατέγραψε όταν από τον Ιούλιο μέχρι και τον Οκτώβριο του 1883, έχοντας μαζί του τις αναγκαίες συστατικές επιστολές, μεταξύ των οποίων και του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’, βρέθηκε στη Λέσβο, όπου ερεύνησε τα πλούσια αρχεία της Μονής Λειμώνος, της Μονής Πυθαρίου και Υψηλού, των χωριών Μανταμάδου, Αγιάσου, Πλωμαρίου και Μολύβου, και βέβαια του Γυμνασίου Μυτιλήνης. Σε αυτό διευκολύνθηκε από τους κορυφαίους φιλολόγους Γρηγόριο Βερναρδάκη και τον αδελφό του Δημήτριο. Τα 45 εκ των 74 χειρογράφων που μελέτησε και κατέγραψε τα δημοσίευσε σε ένα από τα σημαντικότερα έργα του, τη Μαυρογορδάτειο Βιβλιοθήκη.

Την καταγραφή των χειρογράφων ολοκλήρωσε ο Αθανάσιος Τσερνόγλου, λόγιος φιλόλογος και καθηγητής στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, με «περγαμοαϊβαλιώτικες ρίζες», ο οποίος αφιέρωσε τρία ολόκληρα χρόνια (1960-1963) στην ανασυγκρότησή της, καταγράφοντας όλα τα διασωθέντα χειρόγραφα και έντυπα της Ιστορικής Βιβλιοθήκης.

Με το βάρος των αιώνων

Ελάχιστο δείγμα της σημερινής παρουσίασης του χειρόγραφου πλούτου της Ιστορικής Βιβλιοθήκης αποτελούν δύο από τα 74 χειρόγραφα της συλλογής. Ο υπ’ αριθμόν 7 κώδικας, του έτους 1492, αποτελείται από 316 φύλλα, με χαρτόδετη και δερματόδετη στάχωση, με κείμενα του Αρμενόπουλου, του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, του Λέοντος Σοφού, του Ιουστινιανού, του Ματθαίου Βλάσταρη, των αγίων Νικολάου Καβάσιλα, Αθανασίου, Γρηγορίου Νύσσης, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγορίου Παλαμά και του Φιλόθεου Ηρακλείας.

Αντίστοιχα, το υπ’ αριθμόν 9 χειρόγραφο της συλλογής είναι μεμβράνινο. Χρονολογείται μεταξύ του 12ου και του 13ου αιώνα, αποτελείται από 292 φύλλα και περιλαμβάνει και 8 συμπληρωματικούς χάρτες. Πρόκειται για ένα τετραευαγγέλιο δίστηλο, με δερματόδετη στάχωση, μικρογράμματη γραφή, πλουσιότατη εικονογράφηση και εξαιρετικές μικρογραφίες. Ηταν κτήμα του Μητροπολίτη Μελετίου και δωρήθηκε στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης το 1866. Ανήκει στη λεγόμενη ομάδα της Νίκαιας, της οποίας πολλά χειρόγραφα συνδέονται με τα καλλιτεχνικά εργαστήρια της Κύπρου και της Παλαιστίνης. Το συγκεκριμένο χειρόγραφο είναι πράγματι σπάνιο και είναι από τα πλουσιότερα εικονογραφημένα της υστεροβυζαντινής περιόδου (Βοκοτόπουλος, 1979: 133-141).

Η συλλογή εντύπων

Οσοι ασχολούνται με την ιστορία του ελληνικού βιβλίου γνωρίζουν ότι η ελληνική τυπογραφία τους πρώτους τρεις αιώνες της ζωής της αναπτύχθηκε έξω από τον ελληνικό χώρο. Το ελληνικό βιβλίο δεν εμφανίστηκε στην αγορά παρά μόνο το τελευταίο τέταρτο του 15ου αιώνα και με παραγωγή συντριπτικά περιορισμένη, αν μάλιστα συγκριθεί με την αντίστοιχη δυτική των ίδιων χρόνων: περίπου 65 ελληνικά αρχέτυπα, ελάχιστο ποσοστό στο σύνολο των 40.000 που κυκλοφόρησαν στη Δύση ως το 1500.

Στην Ιστορική βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Μυτιλήνης διασώζεται μικρός αριθμός αρχέτυπων εκδόσεων, τις οποίες συνοπτικά παρουσιάζουμε εδώ σήμερα.

Οι αρχέτυπες εκδόσεις, σε αντίθεση με εκείνες που ονομάζονται παλαίτυπες ή παλαιότυπες και οι οποίες εκδόθηκαν μεταξύ του 1500 και του 1600, είναι εκδόσεις που ξεκινούν από την αρχή της τυπογραφίας και χρονολογικά καλύπτουν το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Στην πλειονότητά τους κυκλοφόρησαν στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη. Πρόκειται για εκδόσεις απαράμιλλου εκδοτικού κάλλους, με τις περισσότερες να εκδίδονται σε τυπογραφεία της Ιταλίας, κυρίως της Βενετίας και του Μιλάνου. Γνωστός ιταλός ελληνιστής τυπογράφος ήταν ο Αλδος Μανούτιος, άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, του οποίου η εκδοτική δραστηριότητα αναπτύχθηκε στη Βενετία. Χάρη στην τεράστια βοήθεια που του πρόσφεραν έλληνες λόγιοι όπως ο Μάρκος Μουσούρος, ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος, μετέπειτα καρδινάλιος και βιβλιοθηκάριος της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης, και, βέβαια, ο Αρσένιος Αποστόλης, κατόρθωσε να εκδώσει μια σειρά αρχαίων κλασικών συγγραφέων. Οι περίφημες Αλδινές εκδόσεις σήμερα κοσμούν πολλές ονομαστές βιβλιοθήκες ανά τον κόσμο, μεταξύ αυτών και την Ιστορική Βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Μυτιλήνης.

Αριστοτέλης διά χειρός Μανούτιου

Το «Οργανον» του Αριστοτέλη συγκαταλέγεται στη συλλογή αρχέτυπων εκδόσεων της Ιστορικής Βιβλιοθήκης του Γυμνασίου Μυτιλήνης. Πρόκειται για ένα καλοδιατηρημένο έντυπο, με δερματόδετη στάχωση. Στον κολοφώνα αναγράφονται ο εκδότης Αλδος Μανούτιος, ο τόπος και το έτος έκδοσης (Βενετία 1495). Ανήκε στη βιβλιοθήκη του λογίου Μητροπολίτη Μυτιλήνης Μελετίου Φωτίου, όπου και η σφραγίδα του, και, βέβαια, εκείνο που αξίζει να προσέξει κανείς είναι οι πάρα πολλές ενθυμήσεις και σημειώσεις που βρίσκονται σε σελίδες του εντύπου.

Τρεις ακόμη αρχέτυπες εκδόσεις έργων του Αριστοτέλη βρίσκονται στην Ιστορική Βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Μυτιλήνης. Εν συντομία τις παρουσιάζουμε ευθύς αμέσως: Περί Φυσικής Ακροάσεως (Βενετία 1497), Αριστοτέλους Ηθικά και Πολιτικά (χρονολογικά αταύτιστο) και Αριστοτέλους Μετά τα Φυσικά (Βενετία 1497). Και οι τρεις εκδόσεις είναι του Αλδου Μανούτιου. Στην ίδια επίσης κατηγορία ανήκει και το έντυπο Θεοφράστου Περί Φυτών (Βενετία 1497), κι αυτή έκδοση του Αλδου Μανούτιου. Λόγω έλλειψης προμετωπίδας ακολουθούμε την αναγραφή τίτλων που κάνει στον χειρόγραφο κατάλογό του ο Αθανάσιος Γ. Τσερνόγλου.

Σημαντικός σταθμός στην ιστορία των λεξικών της ελληνικής γλώσσας είναι το έτος 1499. Μέσα σε αυτόν τον χρόνο εκδίδεται στο Μιλάνο με επιμέλεια του Δημητρίου Χαλκοκονδύλη το Λεξικό του Σουίδα, το οποίο τυπώθηκε από τον Βενέδικτο Μάζο και τον Ιωάννη Βισόλα. Το ετυμολογικό αυτό λεξικό αποτελεί απαράμιλλο επίτευγμα της τυπογραφικής τέχνης, «αριστούργημα της τυπογραφίας» το αποκάλεσε ο Firmin Didot. Παράλληλα αποκτά εντελώς ιδιαίτερη σημασία ως έργο συλλογικής ελληνικής προσπάθειας των Ζαχαρία Καλλιέργη, Νικόλαου Βλαστού, Μάρκου Μουσούρου, Ιωάννη Γρηγορόπουλου, που συνέβαλαν στην ολοκλήρωσή του. Στην Ιστορική Βιβλιοθήκη το Λεξικό του Σουίδα με δερματόδετη στάχωση διασώζεται ως κειμήλιο του χθες αλλά και ως βαρύτιμη παρακαταθήκη του αύριο.

Αφύπνιση μέσω της παιδείας

Φαίνεται, λοιπόν, ότι στη σκλαβωμένη ακόμη Λέσβο η πνευματική αφύπνισή της οφείλεται στην ίδρυση του πρώτου Γυμνασίου της Μυτιλήνης. Η συγκρότηση βιβλιοθήκης και μουσείου στους κόλπους του στα 1840 αποτέλεσαν το υπόστρωμα της παιδευτικής ανάτασης του υπόδουλου τότε ελληνικού Γένους.