Σε λιγότερο από μια ώρα με το τρένο από τη Στοκχόλμη φτάνεις στην Ουψάλα, την πατρίδα του Ινγκμαρ Μπέργκμαν. Στις παρόχθιες γειτονιές του ποταμού που διασχίζει την πόλη αυτή των περίπου 150.000 κατοίκων ο Μπέργκμαν γύρισε, το 1983, σκηνές από την πολυβραβευμένη του αυτοβιογραφική ταινία «Φάννυ και Αλέξανδρος». Είναι επίσης η «κουκλίστικη» πανεπιστημιούπολη, με το παλιότερο πανεπιστήμιο της Σκανδιναβίας, ιδρυμένο το 1477, και γνωστή για το σεισμολογικό ινστιτούτο της.
Για τους μουσειολόγους είναι γνωστός ο Ουψαλιώτης (Carl Linnaeus) Καρλ Λίνεους – Λινέ στα σουηδικά. Ως βοτανολόγος και πατέρας της σύγχρονης ταξινομίας, έθεσε στον 18ο αιώνα τις βάσεις για τις ταξινομήσεις και τους τρόπους τεκμηρίωσης, οργάνωσης και διατήρησης των φυσικών ειδών. Θεωρείται θεμελιωτής της συστηματικής οργάνωσης που προωθεί τη γνώση και την ανάπτυξη των μουσειακών συλλογών, κατά τη «μοντέρνα» περίοδο της μουσειολογίας, μεταξύ 1750 και 1850.
Το πανεπιστήμιό τους έχει ένα καταπληκτικό μουσείο, το (Gustavianum) Γκουσταβιάνουμ, το οποίο εγκαινιάστηκε στη νέα του σύγχρονη μουσειολογική και μουσειογραφική εκδοχή μόλις πριν από έναν χρόνο. Στεγάζεται στο ομώνυμο κτίριο του 1625, το παλιότερο του πανεπιστημίου. Περιλαμβάνει πίνακες ζωγραφικής του 18ου και του 19ου αιώνα, αλλά μαζί και ορισμένες τολμηρές απεικονιστικά, σύγχρονες προσωπογραφίες καθηγητών του, γλυπτά, επιστημονικά όργανα, αρχαιολογικό υλικό των πανεπιστημιακών ανασκαφών στην Αίγυπτο και ένα από τα γνωστά πανεπιστημιακά αμφιθέατρα του 17ου αιώνα με τα ξύλινα έδρανα για 200 άτομα και την απολύτως κατακόρυφη καθ’ ύψος διάταξή τους για τα μαθήματα ανατομίας.
Ενα μοναδικό έκθεμα
Πέρα από το αμφιθέατρο ωστόσο, το εξέχον και μοναδικό παγκοσμίως έκθεμα του μουσείου είναι το περίφημο «Επιπλο αξιοπερίεργων αντικειμένων» (Art Cabinet), με τα πάνω από 1.000 μικρών έως ελάχιστων διαστάσεων εκθέματα, που αντιπροσώπευαν τη γνώση τού τότε κόσμου για τους ηγεμόνες της Ευρώπης, δείγμα και απόδειξη της αποικιοκρατίας. Χρειάστηκαν έξι χρόνια για να ολοκληρωθεί (1625-31).
Δωρίστηκε το 1632 από την πόλη του Αουγκσμπουργκ της Γερμανίας, ως ένα από τα πολυτιμότερα αποκτήματά της, στον καθολικό βασιλιά της Σουηδίας και θεμελιωτή της ισχύος της, Γουσταύο Β’ – Αδόλφο. Η χειρονομία εμπόδισε την αιματοχυσία και τη λεηλασία της, όταν αυτός, προ των τειχών της, βάδιζε εναντίον των προτεσταντών κατοίκων της. Το 1694 δωρήθηκε από το παλάτι στο Πανεπιστήμιο Gustavianum. Bρίσκεται ως σήμερα στο ίδιο κτίριο που έχει μετασκευαστεί στο ομώνυμο μουσείο.
Η ευχάριστη έκπληξη, που έδειχνε σε αυτό το μουσείο ότι γνωρίζουν τι σημαίνει «μουσειακή κόπωση», ήταν ένα διαδραστικό, ζεστό, μικρό σαν φοιτητικό στούντιο δωμάτιο. Εδινε στον επισκέπτη τη δυνατότητα να ξεκουραστεί, καθισμένος σε αναπαυτικές πολυθρόνες, και να μάθει, μέσα από κινούμενες εικόνες διδασκόντων, ερευνητών και φοιτητών του, γιατί αξίζει κανείς να φοιτήσει σήμερα σε ένα ανοιχτό στις νέες αντιλήψεις και την έρευνα παλιό πανεπιστήμιο. Αν θα έπρεπε να προβληθεί ένα πανεπιστήμιο, δεν θα υπήρχε πιο αποτελεσματικός τρόπος από την είσοδο σε αυτό το, απολύτως επαγγελματικά και με μουσειολογική επίγνωση, οργανωμένο πανεπιστημιακό μουσείο (μας υποδέχθηκε μια ελληνίδα φοιτήτρια Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλα, που έκανε την πρακτική της) και την έξοδο, με το μικρό ζεστό στούντιο, με το ξύλινο πάτωμα και το χαλί στο κέντρο.
Το πλυντήριο του 1920
Το μουσείο παρουσιάζει γεγονότα και ανθρώπους που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία του. Παρουσιάζει την ιστορία της επιστήμης με αφετηρία το αμφιθέατρό του και τα σχετικά όργανα από τον 17ο αιώνα ως σήμερα (ένα πρώιμο πλυντήριο του 1920 βρίσκεται μεταξύ των εκθεμάτων του, για να δείξει ότι η καθημερινότητά μας επηρεάζεται από την πανεπιστημιακή έρευνα).
Παρουσιάζει τη νομισματική συλλογή του με πρώιμους λυδικούς και ιωνικούς στατήρες του 6ου αι. π.Χ. από ήλεκτρο ή χρυσούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου του 4ου αι. π.Χ. Ενα αντίγραφο της ζωφόρου του Παρθενώνα, βοήθημα των μαθημάτων αρχαιολογίας, και μια σειρά από ζωγραφικές ή γλυπτικές προσωπογραφίες, είτε πριγκίπων και ηγεμόνων είτε πανεπιστημιακών που συνεισέφεραν κρίσιμα στην ιστορία του πανεπιστημίου, είναι μεταξύ των εκθεμάτων.
Ενδιαφέρον έχουν τόσο η αντισυμβατική ομαδοποίησή τους όσο και τα καίρια και κατανοητά κείμενα των 100 λέξεων: «Οψεις της μόδας», όπου ερμηνεύεται η συμβολική της ενδυμασίας, «Το άλλο μου μισό» που αναφέρεται σε συζυγικές προσωπογραφίες και στη σημασία τους στην κοινωνία, αλλά και στον τρόπο που μπορεί να διαφανεί η σχέση των δύο, «Στάδια στη ζωή μας» όπου ερμηνεύονται τρόποι απεικόνισης ηλικιακών κατηγοριών, «Ανδρες ισχύος», που παρουσιάζονται οι τρόποι απόδοσης του συμβολισμού θέσης και δύναμης, ή «Κοίταξέ με», όπου επισημαίνεται η πίσω από το πορτρέτο ανάγκη να γίνει κάποιος ορατός με συγκεκριμένο τρόπο, μέσα από την ενδυμασία, το βλέμμα ή τη στάση, αλλά και την επιθυμία να μείνει στη μνήμη των επερχόμενων.
Αυτό όμως που δείχνει ότι πρόκειται για ένα πανεπιστήμιο με προωθημένους αισθητικά δασκάλους – που δεν μπορεί παρά η επιλογή τους αυτή να εκφράζει και τη στάση και τη σκέψη τους – είναι οι προσωπογραφίες σύγχρονων πανεπιστημιακών: Η απεικόνιση της Κατερίνας Μπγιέλκε (Katarina Bjelke), διευθύντριας του Πανεπιστημίου της Ουψάλας πριν από μόλις 6 χρόνια (2015-2019), ατημέλητα ακουμπισμένης στο τοίχο, χωρίς να κοιτά τον φακό και με τα τακούνια της στο περβάζι του παραθύρου, είναι απτή απόδειξη των παραπάνω. Γνωρίζω τα πορτρέτα των πρυτάνεων του ΑΠΘ. Μόνο αυτό του Κωνσταντίνου Ρωμαίου, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, από τον σουρεαλιστή Γιώργο Δέρπαπα, σπάει φανερά και δηλωμένα την κατεστημένη παράδοση απεικόνισης.
Η ελληνική περίπτωση
Τι να πει κανείς για την απουσία σοβαρών πανεπιστημιακών μουσείων στη χώρα μας; Τα θεσμικώς ιδρυμένα ως τέτοια είναι στην πραγματικότητα συλλογές Σχολών και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν σύγχρονα μουσεία υπό τους στοιχειωδέστερους όρους της μουσειολογίας.
Αυτό του ΕΚΠΑ, έχει μεν δικό του κτίριο, το λεγόμενο Παλιό Πανεπιστήμιο όπου πρωτολειτούργησε, δηλαδή στην οικία Κλεάνθους στην Πλάκα, αλλά πολύ απέχει από το να καλύπτει νοηματικά μουσειολογικά και μουσειογραφικά τους σύγχρονους όρους λειτουργίας ενός μουσείου. Μεταπτυχιακά Μουσειολογίας έχει το ΕΚΠΑ και είχε έως πρόσφατα, το πρώτο τέτοιο στην Ελλάδα, και το ΑΠΘ, μαζί με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.
Δεν ξέρω τα του ΕΚΠΑ, αλλά το ΑΠΘ άφησε, με ευθύνη του επισπεύδοντος Τμήματος Αρχιτεκτόνων, το δικό του διεθνώς γνωστό μεταπτυχιακό να πεθάνει. Τα πανεπιστημιακά μουσεία, όταν οργανωθούν και λειτουργήσουν σύμφωνα με σύγχρονους μουσειολογικούς όρους, μπορούν, με τον καλύτερο τρόπο, να παρουσιάσουν το αποτύπωμά τους στην ιστορία και την κοινωνία της χώρας, αλλά και την προοπτική της παρουσίας τους στο μέλλον. Η μικρή Ουψάλα το έκανε.
Η κυρία Ματούλα Σκαλτσά είναι ιστορικός της Τέχνης, μουσειολόγος, ομότιμη καθηγήτρια στο ΑΠΘ.
