Στάση αναμονής κρατάει η Ευρώπη σχετικά με την αμφισβήτηση των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, οι οποίοι αφορούν άμεσα και την ίδια.
Υπενθυμίζεται ότι στη συνεδρίαση της Τετάρτης, τόσο οι συντηρητικοί όσο και οι προοδευτικοί δικαστές αμφισβήτησαν έντονα τη χρήση των εξουσιών έκτακτης ανάγκης από τον πρόεδρο των ΗΠΑ για την επιβολή δασμών στον υπόλοιπο κόσμο – συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως όμως αναφέρει το Politico, αξιωματούχοι και αναλυτές στην άλλη άκρη του Ατλαντικού γνωρίζουν πολύ καλά ότι σε περίπτωση που το δικαστήριο αποφασίσει εναντίον των δασμών, ο Τραμπ θα προσπαθήσει να βρει έναν τρόπο να τους επαναφέρει.
Οι περαιτέρω αβεβαιότητες που μπορεί να προκληθούν
«Η εξουσία του προέδρου δεν είναι περιορισμένη», δήλωσε στο Politico ο Γερμανός Ευρωβουλευτής ,Μπερντ Λάνγκε, ο οποίος προεδρεύει της επιτροπής διεθνούς εμπορίου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Σε περίπτωση παύσης των δασμών θα αναζητηθούν νέες νομικές βάσεις, κάτι που θα συνεπάγεται και πάλι σημαντικά μεγαλύτερη προσπάθεια και ίσως περαιτέρω αβεβαιότητες για ορισμένες ομάδες προϊόντων».
Ο Τραμπ επέβαλε τους δασμούς του – συμπεριλαμβανομένου εκείνου ύψους 15% στα κράτη μέλη της ΕΕ – βάσει του Νόμου περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης, ενός νόμου περί κυρώσεων του 1977 που εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο να «ρυθμίζει» τις εισαγωγές, αλλά δεν αναφέρει συγκεκριμένα τη δυνατότητα επιβολής δασμών.
Ένα βασικό ερώτημα το οποίο προκύπτει είναι εάν ο Τραμπ, επιβάλλοντας τους δασμούς του για την «Ημέρα της Απελευθέρωσης» τον Απρίλιο, στην πραγματικότητα καταχράστηκε την οποία το σύνταγμα ορίζει πως έχει το Κογκρέσο.
Η αμφισβήτηση του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου
Κατά τη διάρκεια της ακρόασης, ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Τζον Ρόμπερτς, αμφισβήτησε την επιλογή του Τραμπ να επιβάλλει δασμούς βάσει ενός νόμου που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ για τον σκοπό αυτό.
Οι δασμοί είναι μια μορφή φορολογίας και «αυτή ήταν πάντα η βασική εξουσία του Κογκρέσου», δήλωσε ο Ρόμπερτς. «Έτσι, το να έχει η εξουσία του προέδρου στις εξωτερικές υποθέσεις υπερισχύει της βασικής εξουσίας του Κογκρέσου μου φαίνεται ότι εξουδετερώνει κατά κάποιο τρόπο τη διάκριση μεταξύ των δύο εξουσιών, της εκτελεστικής και της νομοθετικής».
Ιδιαίτερη εντύπωση έχει προκαλέσει μάλιστα το γεγονός ότι την ίδια σκεπτικιστική στάση απέναντι στη νομιμοποίηση της επιβολής δασμών από τον πρόεδρο των ΗΠΑ επιδεικνύουν οι δικαστές και από τα δύο πολιτικά στρατόπεδα των ΗΠΑ, γεγονός που καθιστά πιο πιθανό το σενάριο της κατάργησης των δασμών. Για να συμβεί αυτό, πρέπει οι συντηρητικοί, διορισμένοι από τον Τραμπ δικαστές – ο Νιλ Γκόρσουτς, ο Μπρετ Κάβανο και η Έιμι Κόνι Μπάρετ – να ψηφίσουν εναντίον τους.
«Όχι μόνο οι φιλελεύθεροι δικαστές του Δικαστηρίου, αλλά και βασικοί συντηρητικοί δικαστές όπως οι Ρόμπερτς, Μπάρετ, Γκόρσουτς και Κάβανο προώθησαν μια βαθιά σκεπτικιστική γραμμή ερωτήσεων», δήλωσε ο Ντέιβιντ Κλέιμαν, ανώτερος ερευνητής στο think tank ODI Global.
Η ακρόαση, είπε ο Kleimann, «σίγουρα θα δημιουργήσει ελπίδες μεταξύ των διεθνών ενδιαφερομένων ότι το Δικαστήριο θα ακυρώσει τις δασμολογικές διαταγές, κάτι που, ωστόσο, θα είναι κάτι που πρώτα πρέπει να το δούμε για να το πιστέψουμε».
Επίλυση ενός «παγκόσμιου προβλήματος»
Σύμφωνα πάντως με το Politico, ακόμα κι αν το Ανώτατο Δικαστήριο καταργήσει τους δασμούς, οι Βρυξέλλες δεν θα είναι εκτός κινδύνου.
Οι δασμοί του Τραμπ σε φαρμακευτικά προϊόντα, αυτοκίνητα και χάλυβα χρησιμοποιώντας άλλες νόμιμες οδούς – κυρίως το Άρθρο 232 σε συγκεκριμένους βιομηχανικούς τομείς – δεν αποτελούν αντικείμενο της υπόθεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Και αυτά τα μέτρα είναι που προκαλούν τον μεγαλύτερο πόνο στους Ευρωπαίους εξαγωγείς.
Ακριβώς εξαιτίας αυτού, ο πρώην Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Πασκάλ Λαμί, προειδοποίησε τους του Ευρωπαίους να «μην χαίρονται πολύ γρήγορα».
«Εάν ο Τραμπ χάσει αυτήν την υπόθεση, θα χρησιμοποιήσει άλλα νομικά ερείσματα, ακόμα πιο περίπλοκα», δήλωσε ο Λαμί στο Politico, αναφερόμενος στους τομεακούς δασμούς.
«Θα ήταν υπέροχο αν οι δασμοί ανατρέπονταν και δεν μπορούσαν να τους επαναφέρουν, αλλά δεν βασιζόμαστε σε αυτό», τόνισε ένας εμπορικός διπλωμάτης της ΕΕ, ο οποίος επέλεξε να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Τα επιχειρήματα της κυβέρνησης Τραμπ
Ένα επιχείρημα που προέβαλε η κυβέρνηση Τραμπ είναι πως οι δασμοί είναι απαραίτητοι επειδή τα εμπορικά ελλείμματα της Αμερικής με πολλούς από τους εμπορικούς της εταίρους αποτελούν, στην πραγματικότητα, μια πραγματική έκτακτη ανάγκη.
Ο δικηγόρος της κυβέρνησης, Ντιν Τζον Σάουερ, υποστήριξε ότι τα εμπορικά ελλείμματα που αποσκοπούν να αντιμετωπίσουν οι δασμοί είναι «ένα παγκόσμιο πρόβλημα». Οι χώρες που πλήττονται από δασμούς «δεν έχουν αμφισβητήσει… ότι ο πρόεδρος έχει σωστά εντοπίσει ότι σχεδόν κάθε σημαντικός εμπορικός εταίρος έχει αυτή τη μακροχρόνια, τόσο ασύμμετρη, άδικη μεταχείριση απέναντι στο εμπόριό μας».
Στην περίπτωση της Ευρώπης, αυτό ισχύει: Η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν παραδέχτηκε, καθώς έκλεινε την εμπορική συμφωνία της ΕΕ με τον Τραμπ, ότι «στην πραγματικότητα επρόκειτο για επανεξισορρόπηση. Μπορείτε λοιπόν να το ονομάσετε δικαιοσύνη, μπορείτε να το ονομάσετε επανεξισορρόπηση. Έχουμε πλεόνασμα, οι ΗΠΑ έχουν έλλειμμα και πρέπει να το επανεξισορροπήσουμε».
Πιστεύοντας στην αφήγηση του Τραμπ, η φον ντερ Λάιεν χάρισε στην ομάδα του μια νίκη — επιτρέποντας στον Εμπορικό Εκπρόσωπο Τζέιμισον Γκριρ να καυχηθεί για μια νέα εμπορική εποχή, που ονομάστηκε «σύστημα Turnberry» από το σκωτσέζικο γήπεδο γκολφ όπου ο Τραμπ και η φον ντερ Λάιεν έδωσαν τα χέρια για τη συμφωνία τους τον Ιούλιο.
Πόσο σταθερή είναι μια χειραψία;
Για την ΕΕ, το ερώτημα τώρα είναι πόσο στέρεα θεμέλια έχει χτίσει με τη συμφωνία Turnberry. Αξιωματούχοι της ΕΕ υποστηρίζουν ότι το ανώτατο όριο δασμών 15% στις περισσότερες εξαγωγές θα πρέπει να διατηρηθεί ακόμη και αν το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίψει τους δασμούς του Τραμπ. Η απόφαση αναμένεται μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, αλλά θα μπορούσε να ληφθεί πολύ νωρίτερα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρνήθηκε να σχολιάσει τις νομικές διαδικασίες σε άλλη χώρα ως ζήτημα πολιτικής. «Αλλά μπορώ να πω ότι η Κομισιόν επικεντρώνεται στην εφαρμογή των δεσμεύσεων που διατυπώνονται στην κοινή δήλωση ΕΕ-ΗΠΑ», δήλωσε την Πέμπτη ο αναπληρωτής επικεφαλής εκπρόσωπος της, Όλαφ Γκιλ.
Παρόλα αυτά, η απόφαση του δικαστηρίου θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στη νομοθεσία για την εφαρμογή της συμφωνία με την Ουάσιγκτον από πλευράς ΕΕ.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο καλείται να επικυρώσει τη συμφωνία έχει υιοθετήσει μια κριτική στάση απέναντι της. Πολλοί νομοθέτες κατηγορούν την εκτελεστική εξουσία της ΕΕ ότι συμφώνησε σε μια ταπεινωτική μονόπλευρη συμφωνία, δεχόμενη να καταργήσει όλους τους δασμούς στα βιομηχανικά προϊόντα των ΗΠΑ.
Μια ετυμηγορία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που θα καταργεί τους δασμούς των ΗΠΑ θα μπορούσε να διεγείρει το στρατόπεδο των νομοθετών που είναι αποφασισμένοι να καταψηφίσουν τη διαδικασία.
«Θα ήταν πολύ απίθανο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συνεχίσει το έργο του για τη μείωση των δασμών της ΕΕ σε αμερικανικά προϊόντα σε περίπτωση που το Δικαστήριο κηρύξει τους αμερικανικούς δασμούς παράνομους», δήλωσε ο Μπράντο Μπενιφέι, Ισπανός Σοσιαλιστής που προεδρεύει του οργάνου του Κοινοβουλίου που είναι υπεύθυνο για την ενίσχυση των δεσμών με τις ΗΠΑ.
«Θα ήταν παράλογο» κατέληξε.
