Η ουσία της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει επηρεαστεί επ’ ουδενί. Την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αντιπολιτεύεται η Κουμουνδούρου κι ανάλογα θα συνεχίσει, αναζητώντας διαρκώς αφορμές για να την πλήττει όσο της είναι εφικτό.
Παράπλευρα ωστόσο αυξάνει την πίεση που ασκεί στο ΠαΣοΚ. Η ρητορική που αφορά χειρισμούς της Χαριλάου Τρικούπη έχει «αγριέψει» εσχάτως και η επιλογή είναι «καθαρά πολιτική», όπως ομολογείται. Ο Σωκράτης Φάμελλος έδωσε το σύνθημα και τα στελέχη ακολούθησαν, καθώς δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα οποιαδήποτε μορφής διμερούς συνεννόησης.
Ούτε συμπτωματικά ούτε τυχαία οι αναφορές εστιάζουν αποκλειστικά στο «ΠαΣοΚ του Νίκου Ανδρουλάκη». Η ονομαστική επισήμανση είναι στοχευμένα επαναλαμβανόμενη, διότι στο μυαλό των επιτελών του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ο διαχωρισμός μ’ ένα σημαντικό σκέλος του όλου ΠαΣοΚ.
Τι πυροδότησε τον νέο κύκλο αντιπαράθεσης
Η συγκρουσιακή αυτή τάση κορυφώθηκε αμέσως μετά την εκατέρωθεν πρόταση σύστασης προανακριτικής επιτροπής επί της δικογραφίας για τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Από τη μία το χρονικό και αριθμητικό αβαντάζ και από την άλλη το περιεχόμενο των δύο κειμένων διαμόρφωσε μια συνθήκη που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να αξιοποιήσει.
Είναι ξεκάθαρο ότι η επιχειρηματολογία της Κουμουνδούρου περιστρέφεται γύρω την επίμονη άρνηση του Ν. Ανδρουλάκη να δεχθεί οποιαδήποτε εκδοχή συνεργασιών. Που, για τον ΣΥΡΙΖΑ, «είναι άρνηση στον ρεαλισμό» όπως απαντούσαν προσφάτως στο «Βήμα» κομματικές πηγές. Όλο αυτό το «γαϊτανάκι» είχε αρχίσει από την εκλογή ΠτΔ (Κατσέλη – Γιαννίτσης). Ακολούθως πέρασε μέσα από την (καθυστερημένη) υποβολή πρότασης δυσπιστίας, παρότι συνυπογράφηκε. Συνέχισε με την εκδοχή κοινού ψηφοδελτίου σε εκλογές (που απορρίφθηκε ασυζητητί από τον Ν. Ανδρουλάκη). Κι έφτασε στην προανακριτική για τα Τέμπη.
Το γεγονός πως με τη Νέα Αριστερά βρέθηκε, έστω με κόπο, σημείο επαφής για κοινό μέτωπο απέναντι στη «γαλάζια» εκδοχή της Εξεταστικής για τον ΟΠΕΚΕΠΕ επέτρεψε επίσης στον Σωκράτη Φάμελλο να υποστηρίξει πως «αποδείξαμε ότι οι προοδευτικές συνεργασίες είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας». Αντιθέτως κατά τον ΣΥΡΙΖΑ το ΠαΣοΚ ανακυκλώνει μια προσπάθεια «κομματικής περιχαράκωσης και εσωτερικής κατανάλωσης καταγραφής δυνάμεων». Μια τακτική που είτε θα οδηγήσει σε αδιέξοδο είτε θα εγκαταλειφθεί καθώς, με βάση εκτιμήσεις των παραγόντων της Κουμουνδούρου, «η συνθήκη θα τους υποχρεώσει να υπερβούν τις διαχωριστικές γραμμές».
Ο συμψηφισμός, οι ίσες αποστάσεις και το ταγκό με τη ΝΔ
Ο Σωκρ. Φάμελλος και συνεργάτες του μιλούν επίσης ανοικτά για τη «λογική του συμψηφισμού» που υιοθετεί η ηγεσία του ΠαΣοΚ έτσι ώστε να αποφεύγει να ταυτίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ. Καταλήγει όμως, όπως αποτιμάται από την Κουμουνδούρου, σε αυτήν την «επικίνδυνη γκρίζα ζώνη« των «ίσων αποστάσεων» που στο τέλος ευνοεί το κυβερνητικό αφήγημα του «όλοι φταίνε για όλα».
Δεν κρύβουν από τα κεντρικά στην πλατεία Ελευθερίας πως όλο αυτό προωθεί και ένα υποβόσκων «φλερτ» με τη ΝΔ πάνω σε μείζονα ζητήματα. Όπως φερ’ ειπείν δια της προοπτικής του «ψηφίστε εσείς, να ψηφίσουμε κι εμείς». Το επιχείρημα του «συναινετικού ταγκό» ενεργοποιήθηκε εκ νέου μετά την επιλογή Ανδρουλάκη να καταλήξει στο «παρών» για την τροπολογία Πλεύρη, με το μεταναστευτικό/προσφυγικό να ορίζεται από την Κουμουνδούρου ως συνέχεια της στάσης της «πράσινης» ΚΟ κυρίως στο άρθρο 16 (ιδιωτικά πανεπιστήμια) αλλά και στα Ωνάσεια σχολεία.
Όσο πλησιάζουν οι εκλογές
Το Βήμα πληροφορείται πως η συγκρουσιακή διάθεση θα έχει συνέχειες, εφόσον το ΠαΣοΚ και η ηγεσία του συνεχίσουν να προσφέρουν τροφή για κριτική. Σε κάθε περίπτωση επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι να συγκριθεί ο αντιπολιτευτικός λόγος και τα κυβερνητικά προγράμματα του ενός με τον άλλον. Συνεχώς, εξάλλου, παρατίθενται σε αντιδιαστολή οι πρωτοβουλίες και οι προτάσεις πάνω στην οικονομία, στην παιδεία, στην ενέργεια ή στην εξωτερική πολιτική.
Εννοείται πως η κλιμακούμενη αντιπαράθεση, που ολοένα και διογκώνεται, εκτυλίσσεται σ’ ένα στενό σχετικά προεκλογικό περιβάλλον, στο οποίο είναι πιθανό η πολιτική ζωή να εισέλθει αμέσως μετά τη ΔΕΘ. Στην Κουμουνδούρου εμφανίζονται «έτοιμοι» για κάθε ενδεχόμενο κι όσο θα πλησιάζει εκείνη η ώρα θα προτεραιοποιούν ως κεντρικό διακύβευμα τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον κεντροαριστερό χώρο. Ποια δηλαδή πολιτική δύναμη θα είναι αυτή που, με αυτόνομα ή συνεργατικά, θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αμφισβήτησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με στόχο μια άλλη μορφή εξουσίας.
Δημοσκοπική απόσταση, διαρροές και ψηφοφόροι
Δημοσκοπικά τα ποσοστά των δύο κομμάτων διαφέρουν το δίχως άλλο. Το ΠαΣοΚ κινείται σταθερά σε διψήφιες τιμές, παρότι δεν κερδίζει το έδαφος που θα ήθελε. Αντιθέτως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μονίμως σε ποσοστά της τάξεως του 5% ως 7%. Εντούτοις τάσεις που καταγράφονται όπως και μηνύματα που εκπέμπονται κάνουν στελέχη της Κουμουνδούρου να πιστεύουν ότι σε επόμενες μετρήσεις θα αποτυπωθεί μια κάπως βελτιωμένη εικόνα.
Δεν είναι κρυφό πως η συσπείρωση του κόμματος εντοπίζεται σε πάρα πολύ χαμηλά επίπεδα. Οριακά υπερβαίνει το 30% και η διακοπή διαρροών ψηφοφόρων σε άλλες παρατάξεις, μεταξύ των οποίων το ΠαΣοΚ, είναι από τα βασικά ζητούμενα μετά το συνέδριο, τις εσωκομματικές μεταβολές και την ανάδειξη νέων οργάνων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει ν’ απευθυνθεί ξανά σε αυτά τα κοινά και να ανακτήσει το χαμένο έδαφος αποκαθιστώντας τη χαμένη αξιοπιστία. Διότι σε γενικές γραμμές «δεν έχουμε να ζηλέψουμε κάτι από το ΠαΣοΚ» όπως συζητούν μεταξύ πρόσωπα με θέσεις ευθύνης. «Κι αν δεν είχαμε περάσει όσα περάσαμε, θα μπορούσα να είμαστε εκεί που είναι».
Πόσο απέχουν βέβαια απ’ αυτό το σημείο, θα φανεί στο χειροκρότημα. Κυρίως όμως στην ψήφο.
Προς το παρόν η τακτική της επιδιωκόμενης (κοινωνικής και προεκλογικής) εξωστρέφειας αντανακλάται κι από αλλεπάλληλες συναντήσεις του Σωκρ. Φάμελλου με φορείς και εκπροσώπους τους. Επί παραδείγματι την ερχόμενη Δευτέρα ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έχει προγραμματίσει να δει και ν’ ακούσει αγρότες στη Θεσσαλονίκη.
