Ο «Θεός» που ξαναέπλασε τη γυναίκα

Η απόφαση του ΚΑΣ να μην παραχωρήσει στον οίκο Gucci τον πέριξ του Παρθενώνα χώρο για επίδειξη μόδας ανέβηκε την περασμένη εβδομάδα στις πρώτες θέσεις του διαδικτυακού τσαρτ, πιο ψηλά ακόμη και από τα στοιχήματα περί κλεισίματος της αξιολόγησης.

Η απόφαση του ΚΑΣ να μην παραχωρήσει στον οίκο Gucci τον πέριξ του Παρθενώνα χώρο για επίδειξη μόδας ανέβηκε την περασμένη εβδομάδα στις πρώτες θέσεις του διαδικτυακού τσαρτ, πιο ψηλά ακόμη και από τα στοιχήματα περί κλεισίματος της αξιολόγησης. «Πρωταγωνιστής» όμως όλων αυτών των αναφορών αναδείχθηκε μια φωτογραφία από το παρελθόν. Από το μακρινό 1951 συγκεκριμένα, όταν οκτώ μοντέλα του οίκου Christian Dior πόζαραν, με τις βαρύτιμες τουαλέτες του ιδιοφυούς γάλλου δημιουργού, μπροστά από το Ερέχθειο, στον φακό του Ζαν Πιερ Πεντρατσίνι, φωτογράφου του «Paris Match». Ηταν η εποχή που η Ελλάδα προσπαθούσε να ανασυνταχθεί από έναν πόλεμο και έναν Εμφύλιο, να απεμπλακεί από τη βαλκανική ομφαλοσκόπηση και να αναζητήσει το ευρωπαϊκό της στίγμα. Τότε ακριβώς που ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού επιστράτευσε τους καλύτερους για την προβολή της χώρας στο εξωτερικό προσβλέποντας σε έναν υψηλού επιπέδου τουρισμό. Οταν τις αφίσες του ΕΟΤ υπέγραφαν ο Σπύρος Βασιλείου και ο Γιώργος Βακιρτζής ενώ ο Αρης Κωνσταντινίδης είχε αρχίσει να σχεδιάζει και να κατασκευάζει τα Ξενία.
Βέβαια και η μόδα εκείνη την εποχή είχε άλλη βαρύτητα και μεγαλύτερη αλληλεπίδραση με την κοινωνία. Είχε προηγηθεί η Κοκό Σανέλ, που απελευθέρωσε το γυναικείο σώμα βγάζοντας τον κορσέ και καθιερώνοντας τα παντελόνια, ενώ προβόκαρε τη λατρεία της πλούσιας πελατείας της για τα ακριβά υλικά επινοώντας τα φο κοσμήματα και χρησιμοποιώντας τη γούνα ζιμπελίνα ως φόδρα σε παλτά από πάμφθηνο κάμποτο. Αν ο Θεός έπλασε μια φορά τη γυναίκα, η Σανέλ, στη δεκαετία του 1920, ξαναέπλασε τη σιλουέτα της. Και 25 χρόνια αργότερα, το 1947, ο Κριστιάν Ντιόρ την αναμόρφωσε ακόμη μια φορά. Από μια συγκυρία συμπτώσεων δε η επικαιροποίηση λόγω ειδησεογραφικής καραμπόλας της πρώτης εποχής του οίκου Christian Dior συνέπεσε με τη συμπλήρωση εβδομήντα χρόνων από το λανσάρισμα του New Look που επινόησε ο ιδρυτής του.
Εδώ Παρίσι, 1947

«Αγαπητέ Κριστιάν, αυτό που μας παρουσίασες δεν είναι απλώς μια συλλογή με φορέματα. Είναι μια αισθητική επανάσταση. Εχουν τόσο έντονο το new look».
Είναι 12 Φεβρουαρίου του 1947. Και είμαστε νοερά στο νούμερο 30 της avenue Montaigne στο Παρίσι. Ο 42χρονος Κριστιάν Ντιόρ, που στα πρώιμα νεανικά του χρόνια είχε μια γκαλερί τέχνης και αργότερα συνεργαζόταν με οίκους μόδας, όπως αυτόν του Ρομπέρ Πικέ, εγκαινιάζει με δάνειο 60.000 φράγκων από τον υφασματοβιομήχανο Μαρσέλ Μπουσάκ (το όνομα είναι γνωστό από τα πολυτελή, παραγωγής του εργοστασίου του, υφάσματα) τον δικό του οίκο. Και εκεί παρουσιάζει την πρώτη του κολεξιόν που ονομάζει Corolle (στεφάνι από λουλούδια). Στο σαλόνι του περιδιαβαίνουν έξι μοντέλα που αλλάζουν ενενήντα σύνολα. Η ενθουσιώδης σχολιάστρια είναι η Κάρμελ Σνόου, αρχισυντάκτρια του «Harper’s Bazaar», του πρώτου περιοδικού μόδας στην Ιστορία του Τύπου. Ο ανταποκριτής του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters στέκεται δίπλα της. Πιάνει στον αέρα αυτό το new look και ενθουσιάζεται. Είναι άλλωστε ιδιαίτερα ευπώλητος ως τίτλος αφού ο κόσμος ολόκληρος κάνει τα πρώτα του βήματα στη νέα, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εποχή. Ο,τι παλιό είναι συνδεδεμένο με την καταστροφή και το κοινό αδημονεί να αποθεώσει το καινούργιο. Την άλλη μέρα μάλιστα οι γαλλικές εφημερίδες θα έχουν απεργία. Ετσι το New Look, ως όρος και ως στυλ, κάνει το ντεμπούτο του στον αμερικανικό Τύπο, από το σύνολο του οποίου εκτιμάται λίγο αργότερα ως ένα βήμα μπροστά στη χειραφέτηση των γυναικών. Και από εκεί και πέρα οι γυναίκες, χάρη σε αυτόν τον στρουμπουλό εστέτ Παριζιάνο, όχι μόνο υιοθετούν νέους κώδικες κομψότητας, αλλά επανεφευρίσκουν τον εαυτό τους.
Ο συμβολισμός του New Look ήταν πολλαπλός και απόλυτα συνδεδεμένος με τη σημειολογία της εποχής του. Πρώτα απ’ όλα προσδιορίζει την επιστροφή στην απενοχοποιημένη πολυτέλεια που βοηθά να εξανεμιστούν οι μνήμες από τα χρόνια της εξαθλίωσης που έχουν προηγηθεί. Μέτρα, πολλά μέτρα υφάσματος για τις βραδινές τουαλέτες, περισσότερα και από 30 σε κάποιες από αυτές. Λέγεται μάλιστα ότι όταν το ύφασμα ήταν κεντημένο, το τελικό βάρος του ρούχου ήταν τόσο μεγάλο που, στην πραγματικότητα, δύσκολα μπορούσε να το «σηκώσει» μια γυναίκα.

Η φιγούρα των fifties
Κυρίως όμως ήταν η γραμμή των καθημερινών ρούχων που καθόρισε το New Look. Οι γυναίκες που άντεξαν έναν πόλεμο δεν έχουν πια τίποτα να φοβηθούν, πολύ περισσότερο τη θηλυκότητά τους. Οσο πιο πολύ στενεύει η μέση τόσο πιο πολύ προβάλλεται το στήθος, είτε υπαινικτικά, μέσα από ένα εφαρμοστό πουλόβερ, είτε με τη μεγαλοπρέπεια ενός στράπλες μπούστου. Και κάπως έτσι δημιουργείται η χαρακτηριστική φιγούρα των fifties. Ο Ντιόρ όμως δεν στενεύει απλώς τη μέση, αλλά την ανεβάζει κιόλας. Ετσι δίνεται η εντύπωση ότι οι γυναίκες έχουν πιο ψηλά πόδια. Από την άλλη, οι φούστες κονταίνουν και φαρδαίνουν ή, όταν είναι στενές, έχουν μεγάλα σχισίματα. Συμβολικά δηλαδή, μια γυναίκα μπορεί πλέον να κινηθεί πιο άνετα, πιο γρήγορα, να κάνει πιο μεγάλα βήματα. Να τρέξει, να προλάβει τους νέους της ρόλους, τις καινούργιες επαγγελματικές προοπτικές, τη χειραφέτησή της, τον μεταπολεμικό εαυτό της.
Ελάχιστες βέβαια γυναίκες είχαν εκείνη την εποχή τη δυνατότητα να «ραφτούν» στου Ντιόρ. Εύκολα όμως μπορούμε να φανταστούμε τις δεσποινίδες και τις κυρίες να σπεύδουν στις συνοικιακές μοδιστρούλες του Παρισιού (και αργότερα όλων των ευρωπαϊκών και αμερικανικών πόλεων) με τις εφημερίδες και τα περιοδικά στο χέρι ώστε να ξεπατικώσουν τα ρούχα του νέου λουκ. Ετσι, τα επόμενα χρόνια, ο Κριστιάν Ντιόρ έγινε το απόλυτο συνώνυμο της μόδας. Και το 1957, στην κηδεία του στο Παρίσι, λέγεται ότι τον αποχαιρέτησε τόσος κόσμος όσος περίπου, εβδομήντα χρόνια πριν, τον Β. Ουγκό.

Ο Ντιορ και η Ελλάδα
Η φωτογράφιση των μοντέλων του Dior το 1951 στο Ερέχθειο ήταν μία από τις πρώτες του οίκου εκτός Γαλλίας. Καθόλου τυχαία επιλογή, αφού η αγάπη του δημιουργού για την Ελλάδα και την αρχαιοελληνική αισθητική έχει αποτυπωθεί στις πτυχώσεις των ρούχων του εμπνευσμένες από αυτές των χλαμύδων στα αρχαία αγάλματα. Λίγο αργότερα, στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1950, οι εντυπώσεις του από τις διακοπές του στη Μύκονο είχαν ως αποτέλεσμα μια ολόκληρη συλλογή με πηγή έμπνευσης τα ντόπια υφαντά. Και οι Ελληνίδες όμως (αλλά και οι Ελληνες, αφού το Eau Sauvage είναι η πρώτη ανδρική κολόνια που κυκλοφόρησε από οίκο μόδας) αγάπησαν τον οίκο Dior. Ιδιαίτερα τα καλλυντικά και τα αρώματά του, την πιο οικονομική δηλαδή πρόσβαση στην πολυτέλεια μιας τέτοιας υπογραφής. Και επίσης δεν είναι τυχαίο ότι το 2016, εν μέσω κρίσης, οι πωλήσεις της Dior Hellas αυξήθηκαν κατά 13,6%.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.