Ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη μέχρι το 2036. Σωρευτικές μειώσεις των πραγματικών αποδοχών 20,1% την εξαετία 2010 – 2016. Υπερφορολόγηση και περαιτέρω περικοπές συντάξεων. Εκτίναξη του ποσοστού της φτώχειας στο 48% των νοικοκυριών. Εργασιακή ανασφάλεια, πλήρης απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και περαιτέρω επιδείνωση των όρων συνταξιοδότησης.
Την εικόνα αυτή παρουσιάζει η ελληνική οικονομία, η αγορά εργασίας και οι εργασιακές σχέσεις το 2015 – 2016, έτσι όπως απεικονίζεται στην έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, που παρουσιάσθηκε κατά την έναρξη του 36ου συνεδρίου της οργάνωσης στη Ρόδο.
Η έκθεση αναφέρεται στην επιδείνωση που παρουσίασαν όλα τα δημοσιονομικά μεγέθη το 2015, «εξαιτίας του κλίματος αβεβαιότητας και αστάθειας που προκάλεσαν, οι πολιτικές εξελίξεις κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, η διακοπή της χρηματοδότησης της χώρας, ο συνδυασμός της φυγής καταθέσεων, και η πολιτική απόφαση για την τραπεζική αργία και την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls)».
Ωστόσο δεν υπάρχει λεπτομερής αναφορά στις επιπτώσεις που είχαν στην οικονομία και την αγορά εργασίας οι χειρισμοί της κυβέρνησης το 2015. Κι αυτό γιατί, όπως δήλωσε ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ κ. Γ. Αργείτης δεν έχουν απεικονισθεί πλήρως οι επιπτώσεις των capital controls στην πραγματική οικονομία.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ:
1. Το πρώτο τρίμηνο του 2015, σε συνέχεια του δεύτερου εξαμήνου του 2014, υπήρχαν ισχνές μεν αλλά υπαρκτές ενδείξεις αντιστροφής της υφεσιακής πορείας της οικονομίας, κυρίως λόγω της θετικής συνεισφοράς της ιδιωτικής κατανάλωσης. Από το δεύτερο τρίμηνο του 2015, και κυρίως από το τρίτο, τα στοιχεία
καταγράφουν την επανεμφάνιση υφεσιακών τάσεων. Για το σύνολο του 2015, το ΑΕΠ παρουσίασε μηδενική μεταβολή
έναντι του 2014.
2. Ο ρυθμός μείωσης του ποσοστού ανεργίας τόσο το 2014 όσο και το 2015 παρέμεινε σταθερός στο 5,6% κατ’ έτος. Εφόσον ο ρυθμός αυτός παραμείνει σταθερός (και δεν αυξηθεί), θα χρειαστούν 20 χρόνια, δηλαδή ως το 2036, ώστε η ανεργία να επιστρέψει στο ποσοστό 7,3% ποσοστό που κατέγραψε τον Μάιο του 2008, πριν δηλαδή την έναρξη της οικονομικής κρίσης.
3. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανεργίας δείχνουν τα εξής: μακροχρόνια ανεργία στο 73,7% του συνόλου των ανέργων. Ανεργία των νέων στο 58,1% στις ηλικίες 15-19 ετών και 47,7% στις ηλικίες 20-24 ετών. στο 47,7%, ποσοστά που αναδεικνύουν το μείζον πρόβλημα της ανεργίας των νέων στη χώρας μας. Ως προς τη γεωγραφική κατανομή της ανεργίας παρατηρείται αύξηση στις περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας και της Δυτικής Ελλάδας. Αντίθετα, στα Ιόνια Νησιά, το Βόρειο Αιγαίο και το Νότιο Αιγαίο το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σημαντικά.
4. Παρατηρείται σημαντική αύξηση της μερικής απασχόλησης και της υποαπασχόλησης. Πιο συγκεκριμένα, η μερική απασχόληση αυξάνεται κατά τη διάρκεια της κρίσης από το 5,5% το τρίτο τρίμηνο του 2008, εκτινάχθηκε σε 9,1% το ίδιο διάστημα του 2015. Το 2008 το 41,6% των μερικώς απασχολουμένων δήλωνε ως αιτία ότι δεν μπορούσε να βρει πλήρη απασχόληση και το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 69,4% το 2015.
5. Κάτω από το όριο της φτώχιας ζει σχεδόν ένα στα δύο νοικοκυριά (48%), ενώ το 20,9% των νοικοκυριών αδυνατεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, ποσοστό που αυξάνεται στο 43,4% όταν πρόκειται για ανέργους.
6. Σε ο,τι αφορά τους μισθούς ένας στους δύο μισθωτούς λαμβάνουν καθαρά κάτω από 800 ευρώ (14,5% μέχρι 499 ευρώ, 22% μεταξύ 500-699 ευρώ και 13,5% μεταξύ 700 και 800 ευρώ). Το 18,6% λαμβάνει από 800 έως 1.000 ευρώ και ένα ποσοστό της τάξης του 15,7% λαμβάνει άνω των 1.000 ευρώ με μόνο το 5,9% να λαμβάνει περισσότερα από 1.300 ευρώ.
7. Τέλος η κρίση μετέβαλλε την παραγωγική δομή της ελληνικής οικονομίας. Ορισμένοι κλάδοι που στην προ-κρίσης εποχή εμφάνιζαν μία αξιοσημείωτη δυναμική, κατά την περίοδο της κρίσης υποβαθμίζονται, ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύονται νέοι δυναμικοί κλάδοι, όπως οι κλάδοι που σχετίζονται με τον τουρισμό καθώς και με δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα όπως η γεωργία και η αλιεία. Επίσης παρ’ όλη την κάμψη της οικοδομικής
δραστηριότητας, ο κλάδος των κατασκευών εξακολουθεί να έχει
σημαντική θετική συμβολή στην εξέλιξη της παραγωγικότητας,
ενώ αξιοσημείωτη είναι και η δυναμική του κλάδου της έρευνας
και ανάπτυξης
