Την τελευταία εικοσαετία το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει περάσει πολλά. Βγαίνοντας από το ρυθμιζόμενο περιβάλλον στις αρχές της δεκαετίας του ’90, άρχισε να αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς, οι οποίοι επιταχύνθηκαν με την πτώση των επιτοκίων, την ανάπτυξη της λιανικής τραπεζικής και την είσοδο στο ευρώ. Και εκεί που μέσα από εξαγορές είχαν δημιουργηθεί ισχυροί όμιλοι οι οποίοι είχαν επεκταθεί στα Βαλκάνια και διεκδικούσαν ηγετική θέση στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ήλθε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση και η κρίση χρέους στη συνέχεια με τη χρεοκοπία της χώρας και ξεκίνησε η αντίστροφη πορεία. Μια πορεία συρρίκνωσης, μείωσης καταθέσεων και απομόχλευσης. Ετσι, πιστωτικά ιδρύματα που δέσποζαν στην αγορά επί δεκαετίες, όπως η Εμπορική και η Αγροτική Τράπεζα, απορροφήθηκαν και εξαφανίστηκαν από τον χάρτη, άλλα εξαγοράστηκαν, οι ξένες τράπεζες έφυγαν, δημιουργώντας ένα διαφορετικό σκηνικό, με τέσσερις ομίλους να επιβιώνουν, οι οποίοι σήμερα ασχολούνται με τη διαχείριση προβληματικών δανείων και τη συγκράτηση των καταθέσεων παρά με τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Ρεκόρ συγχωνεύσεων
Ενα πρόσωπο που έχει ζήσει από πρώτο χέρι την εξέλιξη του εγχώριου τραπεζικού συστήματος είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Σταύρος Λεκάκος. Ευρισκόμενος στον όμιλο της Πειραιώς από την πρώτη στιγμή της ιδιωτικοποίησής της το 1992 και συμμετέχοντας ενεργά στο μεγάλωμά της, σήμερα μετά και την πρόσφατη εξαγορά της Πανελλήνιας Τράπεζας, καλείται να ολοκληρώσει την 26η συγχώνευση σε μια εικοσαετία. Πρόκειται για αριθμό ρεκόρ για τα ελληνικά τραπεζικά χρονικά, ίσως και διεθνές ρεκόρ.
«Ολα αυτά τα χρόνια έχουν συντελεστεί τεράστιες αλλαγές στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα» αναφέρει. Οπως εξηγεί, «πριν από την απελευθέρωση στις αρχές της δεκαετίας του ’90 όλα καθορίζονταν διοικητικά. Η Τράπεζα της Ελλάδος, που ασκούσε τη νομισματική και συναλλαγματική πολιτική, όριζε τα επιτόκια και μέσω αυτών την εμπορική πολιτική των τραπεζών». Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει το γεγονός ότι τότε οι τράπεζες με βάση τις εντολές της κεντρικής τράπεζας χρηματοδοτούσαν τις εξαγωγικές επιχειρήσεις με επιτόκιο π.χ. 10% και τις εισαγωγικές με 20%. Ετσι επηρέαζε όχι μόνο το τελικό κόστος των προϊόντων υπέρ της εγχώριας παραγωγής αλλά και την «κατανομή της οικονομικής δραστηριότητας».
Μακρά πορεία
Με την απελευθέρωση ήλθε η ελεύθερη διαμόρφωση των συναλλαγματικών ισοτιμιών, ακολούθησε η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και τα χαμηλά επιτόκια στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Ηταν τότε που η αγορά αριθμούσε περί τα 20 τραπεζικά ιδρύματα και ξεκίνησε η διαδικασία συγκέντρωσης του κλάδου. Στο πλαίσιο αυτό η Πειραιώς μέσα από μια στρατηγική εξαγορών και συγχωνεύσεων που χάραξε ο πρόεδρος του ομίλου Μιχάλης Σάλλας άρχισε να μεγαλώνει και να ενισχύει το μερίδιο αγοράς της.
Σύμφωνα με τον κ. Λεκάκο, δύο ήταν οι εξαγορές που έβαλαν την τράπεζα στον χάρτη του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος: η XiosBank, η οποία της έδωσε «μερίδιο στη λιανική», και η Μακεδονίας – Θράκης, «παρουσία στη Βόρεια Ελλάδα». Μεγάλη κίνηση θεωρεί και την προσθήκη της ΕΤΒΑ στον ομίλο, μέσω της οποίας «η Πειραιώς απέκτησε πρόσβαση σε βιομηχανικές περιοχές και ενίσχυσε το επενδυτικό της κομμάτι». Εξίσου σημαντικό βήμα χαρακτηρίζει την απόκτηση της Αγροτικής καθώς «δόθηκε η δυνατότητα στον όμιλο να διαχειριστεί την αγροτική οικονομία με σύγχρονο τρόπο μέσω της συμβολαιακής γεωργίας».
Ενοποίηση διαδικασιών
Με την Αγροτική, τις δραστηριότητες των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα, τη Millennium και τη Γενική Τράπεζα, η Πειραιώς, λέει ο κ. Λεκάκος, «διπλασίασε τον ισολογισμό και την πελατεία της». Βεβαίως το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο. «Επρεπε να διαχειριστούμε τις διαφορετικές κουλτούρες των ανθρώπων που ήλθαν στον όμιλο από διαφορετικά τραπεζικά ιδρύματα. Μέσα από εκπαίδευση καταφέραμε να ομογενοποιήσουμε πολιτικές, διαδικασίες και στρατηγικές» εξηγεί.
Ως παράδειγμα αναφέρει την περίπτωση που μια επιχείρηση-πελάτης του ομίλου είχε ταυτόχρονα σχέση π.χ. με τη Λαϊκή, τη Millennium και τη Γενική, τρεις τράπεζες με διαφορετική κουλτούρα, προϊόντα, επιτόκια κ.τ.λ. «Τα δάνειά τους έπρεπε να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο όσον αφορά τα collateral, τα κόστη, την εξυπηρέτηση κ.τ.λ. Το να εκπαιδευθεί όλος αυτός ο κόσμος στην ίδια λογική ήταν το μεγαλύτερο και δυσκολότερο εγχείρημα της απορρόφησης όλων των τραπεζών» αναφέρει ο ίδιος.
Υστερα από τον τελευταίο γύρο συγκέντρωσης και την παραμονή τεσσάρων συστημικών τραπεζών τίθεται το ερώτημα πόσες τράπεζες μπορεί να «σηκώσει» η εγχώρια αγορά. «Εξαρτάται από το πώς θα εξελιχθεί η οικονομία» απαντά ο κ. Λεκάκος. Υπό τις παρούσες συνθήκες, πάντως, με τις τράπεζες να προσπαθούν να κρατηθούν ζωντανές, το τελευταίο πράγμα φαίνεται πως είναι ο ανταγωνισμός. Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Πειραιώς, η πιο έντονη ανταγωνιστικά περίοδος ήταν «το 1998-99, με την ένταξη στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών και την έξαρση του Χρηματιστηρίου που ακολούθησε, και το διάστημα 2003-2006, με το άφθονο και φθηνό χρήμα».
Ανταγωνισμός και εποπτεία
Ωστόσο, για να ενισχυθεί και πάλι το ανταγωνιστικό περιβάλλον, θα πρέπει οι τράπεζες να επιστρέψουν σε φυσιολογικές συνθήκες. «Για να λειτουργήσουν οι τράπεζες και να στηρίξουν την πιστωτική επέκταση θέλουν δύο πράγματα: κεφάλαια και ρευστότητα. Δηλαδή, να διαθέτουν ικανοποιητικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας για να μπορούν να υποστηρίξουν την πιστωτική επέκταση» αναφέρει ο κ. Λεκάκος και τονίζει ότι «την περίοδο της κρίσης πάντα το ένα από τα δύο δεν ήταν σε επαρκή επίπεδα. Τη μία αναζητούσαμε ρευστότητα, την άλλη κεφάλαια» λέει χαρακτηριστικά.
Πράγματι οι τράπεζες είχαν να ασχοληθούν με τα επανειλημμένα stress tests, τους ελέγχους της BlackRock από την Τράπεζα της Ελλάδος, τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, την είσοδο του ΤΧΣ στο μετοχικό τους κεφάλαιο, τα σχέδια αναδιάρθρωσης και χρηματοδότησης κ.τ.λ. Ολα αυτά, όπως επισημαίνει ο κ. Λεκάκος, «έχουν δημιουργήσει σε κάθε τράπεζα έναν τεράστιο μηχανισμό για την κάλυψη των απαιτήσεων των εποπτικών αρχών».
Και αυτή είναι μια τεράστια αλλαγή σε σχέση με τη δεκαετία του ’90, όταν «δεν υπήρχε ούτε compliance ούτε risk management ούτε ενιαία εποπτική αρχή από την ΕΚΤ». Βεβαίως ο ίδιος αναγνωρίζει ότι όλοι αυτοί οι εποπτικοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν ως στόχο την ισχυροποίηση του συστήματος και τη θωράκιση της οικονομίας.
Τα θρίλερ της κρίσης
Το δημοψήφισμα του 2011 και η Κύπρος
Ποια ήταν η δυσκολότερη στιγμή που πέρασε το σύστημα στη διάρκεια της κρίσης; «Ηταν η εποχή που εξαγγέλθηκε το δημοψήφισμα τον Οκτώβριο του 2011» λέει ο κ. Λεκάκος. Οπως εξηγεί, «τότε δεν γνωρίζαμε ποια ήταν η αποτίμηση των ομολόγων που δίναμε ως collateral στην ΕΚΤ. Εξαιτίας της ραγδαίας πτώσης των τιμών τους και των έντονων διακυμάνσεων δεν ξέραμε πού θα αποτιμηθούν στο τέλος της ημέρας και τι κεφάλαια θα κληθούμε να καλύψουμε. Με τις αγορές χρήματος να είναι κλειστές για τις ελληνικές τράπεζες, τα πράγματα ήταν άκρως οριακά». Οσον αφορά τα πράγματα σήμερα λέει ότι «δεν έχουν σχέση με τότε, είναι σε καλύτερη κατάσταση». Ως παρόμοιο θρίλερ περιγράφει και την περίοδο της κρίσης στην Κύπρο τον Μάρτιο του 2013, με την κατάρρευση των κυπριακών τραπεζών. Διότι, αν το bank run μεταφερόταν και στις κυπριακές τράπεζες στην Ελλάδα, τότε ήταν ορατός ο κίνδυνος να υπάρξει ντόμινο στις ελληνικές τράπεζες.
«Η διορατικότητα, η υπευθυνότητα και η ταχύτητα με την οποία αντέδρασε ο Μιχάλης Σάλλας με την εξαγορά των δραστηριοτήτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα κράτησε το σύστημα όρθιο» αναφέρει ο κ. Λεκάκος, ο οποίος θυμάται ότι για να ολοκληρωθεί το deal η ομάδα της Πειραιώς και στην οποία συμμετείχε χρειάστηκε να εργαστεί «τρία μερόνυκτα» στην Αθήνα και στη Λευκωσία.
Τα θρίλερ της κρίσης
Το δημοψήφισμα του 2011 και η Κύπρος
Ποια ήταν η δυσκολότερη στιγμή που πέρασε το σύστημα στη διάρκεια της κρίσης; «Ηταν η εποχή που εξαγγέλθηκε το δημοψήφισμα τον Οκτώβριο του 2011» λέει ο κ. Λεκάκος. Οπως εξηγεί, «τότε δεν γνωρίζαμε ποια ήταν η αποτίμηση των ομολόγων που δίναμε ως collateral στην ΕΚΤ. Εξαιτίας της ραγδαίας πτώσης των τιμών τους και των έντονων διακυμάνσεων δεν ξέραμε πού θα αποτιμηθούν στο τέλος της ημέρας και τι κεφάλαια θα κληθούμε να καλύψουμε. Με τις αγορές χρήματος να είναι κλειστές για τις ελληνικές τράπεζες, τα πράγματα ήταν άκρως οριακά». Οσον αφορά τα πράγματα σήμερα λέει ότι «δεν έχουν σχέση με τότε, είναι σε καλύτερη κατάσταση». Ως παρόμοιο θρίλερ περιγράφει και την περίοδο της κρίσης στην Κύπρο τον Μάρτιο του 2013, με την κατάρρευση των κυπριακών τραπεζών. Διότι, αν το bank run μεταφερόταν και στις κυπριακές τράπεζες στην Ελλάδα, τότε ήταν ορατός ο κίνδυνος να υπάρξει ντόμινο στις ελληνικές τράπεζες.
«Η διορατικότητα, η υπευθυνότητα και η ταχύτητα με την οποία αντέδρασε ο Μιχάλης Σάλλας με την εξαγορά των δραστηριοτήτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα κράτησε το σύστημα όρθιο» αναφέρει ο κ. Λεκάκος, ο οποίος θυμάται ότι για να ολοκληρωθεί το deal η ομάδα της Πειραιώς και στην οποία συμμετείχε χρειάστηκε να εργαστεί «τρία μερόνυκτα» στην Αθήνα και στη Λευκωσία.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
