«Με ρωτούν: “Ποιος είναι ο Κοσμάς Ξενάκης; Δεν τον ξέρουμε”. Αυτό είναι το πρόβλημα της κοινωνίας και της χώρας μας. Δεν είμαστε ικανοί να καταγράφουμε την τέχνη μας έτσι ώστε να έχουμε μια ενιαία μνήμη για τον πολιτισμό της Ελλάδας». Στη συνέντευξη Τύπου για την αναδρομική έκθεση του Κοσμά Ξενάκη στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, ο εικαστικός και επιμελητής της έκθεσης Γιώργος Χατζημιχάλης ήταν απόλυτος. «Κάθε 15-20 χρόνια πρέπει να διοργανώνεται μια αναδρομική έκθεση για τους μεγάλους έλληνες καλλιτέχνες για να έρχεται ο κόσμος σε επαφή με το έργο τους». Στην περίπτωση του Κοσμά Ξενάκη, αδελφού του συνθέτη Ιάνη και του φιλοσόφου Ιάσονα, η τελευταία φορά που αυτό είχε συμβεί ήταν στην Εθνική Πινακοθήκη το ’90.
Ποιος ήταν λοιπόν ο «άγνωστος» Κοσμάς Ξενάκης (1925-1984)
Ηταν ένας από τους σπουδαιότερους και πιο καινοτόμους έλληνες εικαστικούς, ο οποίος συνομίλησε πολύ δημιουργικά με τους μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής του. Υπήρξε ένας «πολύτεχνος» δημιουργός, ο οποίος ασχολήθηκε όχι μόνο με τη ζωγραφική και γλυπτική αλλά και με την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία –εργάστηκε μάλιστα στο γραφείο Δοξιάδη.
Ηταν φίλος με τον Τσαρούχη, δημιουργούσε παράλληλα με τον Διαμαντή Διαμαντόπουλο, αγαπούσε τον Σπαθάρη και το θέατρο σκιών του, θαύμαζε τον Ματίς, τους κυβιστές και την αφηρημένη τέχνη. Επιρροές φανερές σε διαφορετικές αναλογίες στα 300 περίπου έργα του που εκτίθενται σε δύο ορόφους του Μουσείου Μπενάκη χωρισμένα ανά τις πέντε θεματικές ενότητες που κυριάρχησαν στο έργο του. Οι χασάπηδες και οι μοσχοφόροι, οι άνδρες και οι γυναίκες, τα «κορίτσια σε παράξενες καταστάσεις» σύμφωνα με τον κ. Χατζημιχάλη ή τα «πιο χαρούμενα έργα του που ζωγράφιζε όταν ήθελε να ξεκουραστεί» σύμφωνα με τον γιο του Κοσμά Ξενάκη, Δημήτρη, τα σκοτεινά δωμάτια με γυμνές γυναίκες και οι αφηρημένες συνθέσεις του. Οι τέσσερις πρώτες ενότητες, πίνακες με εκρηκτικά χρώματα παρουσιάζονται στον πρώτο όροφο του μουσείου, παράλληλα με μέρος της συλλογής του από αγροτικά εργαλεία. Είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακές συνθέσεις, αν και στην ουσία δεν αποτελούν έργα τέχνης αλλά μορφές παράθεσης των εργαλείων που αναζητούσε στα παζάρια.
Στον δεύτερο όροφο δίνεται έμφαση και σε άλλες διαστάσεις του έργου του πέρα από τη ζωγραφική, η οποία ωστόσο είναι παρούσα με τα αφηρημένα έργα του. Τις μινιμαλιστικές δηλαδή συνθέσεις του που μεταγράφουν τα εξωτερικά του ερεθίσματα σε γεωμετρικά σχήματα και μαθηματικούς τύπους εστιάζοντας σε αυτό που αποτελεί την ουσία τελικά της ζωγραφικής του: το χρώμα. Υπάρχουν δείγματα της γλυπτικής του και της δυναμικής σχέσης φωτισμένου-σκιασμένου που εξερευνούσε μέσα από αυτήν. Τόσο στα αφηρημένα γλυπτά του όσο και στα μεγάλα ανάγλυφα που είναι ενταγμένα σε κτίρια στη Μαδρίτη ή στην Αθήνα –για παράδειγμα στο κτίριο της Τράπεζας Πίστεως (σημερινής Alpha Bank) στον Πύργο Αθηνών ή στην κεντρική είσοδο του μαιευτηρίου Ηρα (σήμερα Ιασώ General). Υπάρχει η εντυπωσιακή φωτογραφική και ηχητική τεκμηρίωση της ατμόσφαιρας της πρωτοπόρας παράστασης που είχε παρουσιάσει στο Rex το 1971 στο πλαίσιο της Τέταρτης Διεθνούς Εβδομάδας Σύγχρονης Μουσικής. Ηταν το μόνο από τα τέσσερα «Πολύτεχνά» του, τα σύνθετα χάπενινγκ που συνδύαζαν το θέατρο, το χορό, τη γλυπτική, τη μουσική, τη ζωγραφική και τον κινηματογράφο, που τελικά υλοποιήθηκε. Δυστυχώς πέθανε αιφνιδίως στα 59 του από εγκεφαλικό επεισόδιο, γεγονός που συνέβαλε στη λήθη του έργου του. Η πλούσια αναδρομική στο Μπενάκη αναδεικνύει την πολυσχιδή προσωπικότητά του και έρχεται να μας υπενθυμίσει την αξία του έργου του και τη συμβολή του στην ανανέωση του εικαστικού τοπίου στην Ελλάδα. Αποτελεί συνδιοργάνωση του Μουσείου Μπενάκη και του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης, το οποίο μάλιστα εξέδωσε μια εντυπωσιακή μονογραφία αφιερωμένη στο έργο του δημιουργού.
HeliosPlus
