Η λογοτεχνία των υπολογιστών

Γιατί να διαβάζουμε λογοτεχνία στην εποχή του Internet; Ευαγγελίζεται ο ερχομός του Διαδικτύου το τέλος της λογοτεχνίας;

Γιατί να διαβάζουμε λογοτεχνία στην εποχή του Internet; Ευαγγελίζεται ο ερχομός του Διαδικτύου το τέλος της λογοτεχνίας; Υπολογιστές, επανάσταση των επικοινωνιών, ψηφιακά βιβλία και ηλεκτρονικοί αναγνώστες, ταμπλέτες και έξυπνα κινητά είναι καρφιά στο φέρετρο της λογοτεχνίας; Εχουμε πάψει να βυθιζόμαστε στην ανάγνωση ενός μυθιστορήματος ή να απομνημονεύουμε τους αγαπημένους μας στίχους επειδή οι Σειρήνες του Facebook και του Twitter μας παρασύρουν διαρκώς, αποσπούν την προσοχή μας και αλλάζουν τις αναγνωστικές μας συνήθειες επιβάλλοντας την κοφτή και ταχύτατη επικοινωνία;
Η επανάσταση του Διαδικτύου έχει, όπως όλες οι επαναστάσεις, τους υπερασπιστές και τους εχθρούς της, που οργανώνονται σε στρατόπεδα συμμάχων και αντιπάλων. Η εικόνα μεταβάλλεται διαρκώς. Πολλοί κινδυνολογούν, άλλοι θεωρούν ότι η τέχνη του λόγου δεν είναι ασυμβίβαστη με την τεχνολογία. Αυτή τη ρευστή εικόνα αποτυπώνουν τρία βιβλία που κυκλοφορούν στα αγγλικά.
Βρισκόμαστε στην άκρη του γκρεμού; Γιατί να διαβάζουμε λογοτεχνία στην ψηφιακή εποχή; διερωτώνται οι συγγραφείς του τόμου The Edge of the Precipice. Why Read Literature in the Digital Age? (εκδόσεις McGill-Queen’s University Press, 2014), τον οποίο επιμελείται ο Πολ Σόκεν, ομότιμος καθηγητής γαλλοκαναδικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Γουότερλου στο Οντάριο του Καναδά. Ο τόμος αντιπροσωπεύει αυτό που θα λέγαμε «παλαιό καθεστώς». Οι ποιητές, οι εκδότες, οι βιβλιοθηκονόμοι, οι πεζογράφοι και οι ποιητές που συμμετέχουν σε αυτόν, ορισμένοι κορυφαία ονόματα από τον αγγλόφωνο και τον γαλλόφωνο κόσμο, όπως ο υπέργηρος αμερικανός αποδομητής του Yale Τζόζεφ Χίλις Μίλερ, υπερασπίζονται την αξία της λογοτεχνίας και την αναγκαιότητα να συνεχίζουμε να διαβάζουμε λογοτεχνία για να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι.
Τα δίκτυα «κοινωνικής ανάγνωσης»


Ο Ντρου Νελς, ο νεαρός αρχισυντάκτης του καναδικού λογοτεχνικού περιοδικού «Maisonneuve», επιδίδεται σε μια πολεμική για το πώς τα λεγόμενα δίκτυα «κοινωνικής ανάγνωσης», όπου μοιραζόμαστε βιβλία και αναγνωστικά ενδιαφέροντα και εντυπώσεις με τα μέλη μιας κοινότητας φίλων, «κατέρριψαν κάθε αντίσταση ενάντια στην έφοδο της διαρκούς διάσπασης που έφερε το Internet». Ο μεγαλύτερος Χίλις Μίλερ είναι πιο πραγματιστής, ομολογεί ότι η λογοτεχνία δεν βοηθάει τους φοιτητές του «να βρουν δουλειά ή να δημιουργήσουν αναχώματα στις κλιματικές αλλαγές ή να αντισταθούν στα ψέματα που τους λένε τα μέσα ενημέρωσης». Οπωσδήποτε η εξοικείωση με τη γλώσσα οξύνει την κριτική τους ικανότητα και μπορούν ευκολότερα να ξεχωρίζουν τα ψέματα γύρω τους, αλλά τελικά, αν αναζητούμε μια ωφελιμιστική χρήση της λογοτεχνίας στην εποχή μας ίσως απογοητευτούμε, καταλήγει ο αμερικανός κριτικός, ο οποίος τονίζει την αυθύπαρκτη χρησιμότητα της λογοτεχνίας: την απόλαυση που αντλούμε από την ανάγνωσή της.
Τον τόμο παρουσιάζει η Τζένιφερ Χάουαρντ στο Times Literary Supplement, είναι όμως φανερό ότι η συγγραφέας και δημοσιογράφος, η οποία παρακολουθεί συστηματικά ζητήματα που αφορούν τις λεγόμενες «ψηφιακές ανθρωπιστικές σπουδές», κλίνει υπέρ απόψεων λιγότερο φοβικών και διχαστικών, υπέρ απόψεων που εντοπίζουν συγγένειες και ευρηματικές συμμαχίες και θολώνουν τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ λογοτεχνίας και τεχνολογίας, όπως κάνει ο ινδοαμερικανός συγγραφέας Βίκραμ Χάντρα.
Η γλώσσα της ποίησης και η γλώσσα των υπολογιστών


Στον τόμο Geek sublime. Writing Fiction, Coding Software (εκδόσεις Faber, 2014) ο Χάντρα αναφέρεται σε αυτό που αποκαλεί «θεϊκό κομπιουτερά» και αναζητεί ομοιότητες ανάμεσα στη γλώσσα της ποίησης και στη γλώσσα των υπολογιστών. Δακτυλογραφώντας τις σημειώσεις ενός γιατρού ως φοιτητής για χαρτζιλίκι και πασχίζοντας ταυτόχρονα να γράψει λογοτεχνία γοητεύτηκε από τους υπολογιστές, τον περίπλοκο και μυστικό κόσμο τους και μελετώντας παράλληλα σανσκριτικά κείμενα με τη βοήθεια της Αστρακάμ Πανινιγίαμ, τη γραμματική της σανσκριτικής γλώσσας του Πάνινι (4ος αι. π.Χ.), διαπίστωσε ότι η γραμματική αυτή μοιάζει με αλγόριθμο, «μια μηχανή που καταναλώνει φωνήματα και μορφήματα και παράγει λέξεις και προτάσεις».
Κάτι τέτοιο φαντάζεται ο καναδός μελετητής της λογοτεχνίας Πίτερ Σουέρσκι, στο βιβλίο του From Literature to Biterature. Lem, Turing, Darwin, and explorations in computer literature, philosophy of mind, and cultural evolution (εκδόσεις McGill-Queen’s University Press, 2013). Ο Σουέρσκι αναφέρεται στην εξέλιξη της λογοτεχνίας από την παραδοσιακή μορφή της σε μια νέα μορφή λογοτεχνίας των bite (Biterature), μια λογοτεχνία που θα γράφεται με επαναστατικά καινοτόμους τρόπους χρησιμοποιώντας ό,τι νεότερο μέσο έχει να προσφέρει η τεχνολογία. Οπως παραθέτει η Χάουαρντ, εκτιμά ότι σε μερικά χρόνια θα επινοηθεί ο υπολογιστής-συγγραφέας ο οποίος θα τροφοδοτείται με λέξεις και θα παράγει λογοτεχνία. Ο Σουέρσκι θεωρεί ότι ο COG, ένα ρομπότ που εκπαιδεύεται στους ανθρώπινους τρόπους και στην ανθρώπινη σκέψη στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), θα φτάσει κάποτε να γράψει και λογοτεχνία.
Γραμμένο το 2013 το βιβλίο του Σουέρσκι μιλούσε προφητικά για κάτι που οι ερευνητές που εργάζονται στο πρόγραμμα «Moral Storytelling System» στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία έκαναν πραγματικότητα. Τον Αύγουστο του 2014 ανακοίνωσαν τη δημιουργία ενός προγράμματος το οποίο, τροφοδοτούμενο με τα στοιχεία μιας αφήγησης (θέμα, πλοκή, χαρακτήρες κ.τ.λ.), μπορεί να παραγάγει αφηγήσεις. Για την ώρα τα αποτελέσματα είναι πρωτόλεια ηθικοδιδακτικά παραμύθια στο πρότυπο των μύθων του Αισώπου, αλλά το πρόγραμμα εξελίσσεται.
Παλιές και νέες προσεγγίσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μια συμφιλιωτική και όχι διχαστική προσέγγιση του ζητήματος λογοτεχνία στον 21ο αιώνα της τεχνολογικής και επικοινωνιακής επανάστασης έχει να προσφέρει πολλά –και στις μηχανές και στην εξέλιξή τους και στην ανανέωση της λογοτεχνίας μέσα από δρόμους ως τώρα αδιανόητους.

HeliosPlus

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.