Βιβλία

Πριν από μερικές εβδομάδες ένα όμορφο βιβλίο με περίμενε στο γραφείο μου. Ομορφο αισθητικά: με εξώφυλλο από χαρτί που σε κάνει να θες να το χαϊδέψεις και εικονογράφηση που λειτουργεί ως κορνίζα για να φιλοξενήσει την εισαγωγή και φυσικά τον τίτλο και το όνομα της συγγραφέως δοσμένα με ανάγλυφα στοιχεία. «Ρίζες και φτερά»


Ανθή Δοξιάδη
Ρίζες και φτερά:
Γράμματα σε γονείς

Εκδόσεις: Ποταμός,
σελ. 536, τιμή 23 ευρώ

Πριν από μερικές εβδομάδες ένα όμορφο βιβλίο με περίμενε στο γραφείο μου. Ομορφο αισθητικά: με εξώφυλλο από χαρτί που σε κάνει να θες να το χαϊδέψεις και εικονογράφηση που λειτουργεί ως κορνίζα για να φιλοξενήσει την εισαγωγή και φυσικά τον τίτλο και το όνομα της συγγραφέως δοσμένα με ανάγλυφα στοιχεία. «Ρίζες και φτερά» έγραφε ο τίτλος, ενώ ο υπότιτλος εξηγούσε ότι επρόκειτο για «γράμματα σε γονείς». Μα ναι! Πώς να πετάξει κανείς προς τη ζωή όταν δεν έχει γερές ρίζες; Τι εύστοχος τίτλος! Αυτό το βιβλίο που μου άρεσε από την πρώτη ματιά γινόταν όλο και καλύτερο. Και ακόμη δεν το είχα καν ανοίξει…

Το πήρα στο σπίτι και δεν σας κρύβω ότι το άνοιξα με αγωνία: το γρήγορο ξεφύλλισμα που είχα κάνει στο γραφείο μου είχε επιβεβαιώσει ότι η όμορφη εμφάνιση συνεχιζόταν και στο εσωτερικό με καλή ποιότητα χαρτιού και ωραία γραμματοσειρά. Αλλά το περιεχόμενο;
Οσοι μεγαλώνουν σήμερα παιδιά πιθανότατα με νιώθουν. Διανύουμε μια ιστορική περίοδο που όμοιά της δεν έχει υπάρξει στο πρόσφατο παρελθόν. Ναι, η μεταπολεμική Ελλάδα ήταν φτωχή αλλά έβγαινε από έναν πόλεμο. Ναι, έχει υπάρξει στο παρελθόν μεταναστευτικό ρεύμα από τη χώρα μας, αλλά τώρα δεν φεύγουν ανειδίκευτοι εργάτες, φεύγουν πτυχιούχοι, συχνά δε με μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών. Οι πιο πολλές μητέρες εργάζονται εκτός σπιτιού (ή αναζητούν εργασία) και η πατροπαράδοτη ελληνική οικογένεια τείνει να εξαφανιστεί. Η δε τεχνολογική πρόοδος των τελευταίων ετών μάς έχει φέρει όλους αντιμέτωπους με το φαινόμενο να μη γνωρίζουμε επακριβώς σε ποιον κόσμο σεργιανούν (ή, αν προτιμάτε, σερφάρουν) τα παιδιά μας. Με όλα τα παραπάνω να συμβαίνουν, οι σύγχρονοι γονείς έχουμε χάσει τα πατήματά μας, τις αναφορές μας. Και οι ειδικοί έχουν προλάβει άραγε να συνειδητοποιήσουν τις ταχύτατες μεταβολές; Μπορούν να μας καθοδηγήσουν να μεγαλώσουμε παιδιά με γερές ρίζες; Παιδιά που θα πετάξουν ασφαλώς στη νέα πραγματικότητα;


Η ψυχολόγος κυρία Ανθή Δοξιάδη

Με αυτά και με αυτά, γύρω στις 11 το βράδυ, άνοιξα το βιβλίο της κυρίας Ανθής Δοξιάδη. Στο «αφτί» του εξωφύλλου κάτω από τη χαμογελαστή φωτογραφία διάβασα: «Η Ανθή Δοξιάδη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα –ευτυχώς. Την εποχή που περνούσαν γιασεμιά στις βελόνες του πεύκου. Σπούδασε και πήρε διδακτορικό στην Αμερική. Ξεκίνησε το Περιβολάκι, πρότυπο κέντρο για παιδιά με σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές, και κάνει ψυχοθεραπεία με ενηλίκους. Εχει δύο γιους που της έμαθαν τα πιο σημαντικά απ’ όσα ξέρει».

Τέσσερις ώρες αργότερα και ενώ ο νυσταγμένος εαυτός μου πάλευε να νικήσει την επιθυμία μου για ένα ακόμη κεφάλαιο αποφάσισα ότι από μόνη μου θα ήμουν ανεπαρκής να παρουσιάσω το βιβλίο αυτό που έχει τη δύναμη να αλλάξει τη ζωή μας και τη ζωή των παιδιών μας: έπρεπε να μιλήσω στη συγγραφέα. Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις της (αφού στις περισσότερες από 500 σελίδες του βιβλίου έχει πει αυτά που έχει να πει), κανονίσαμε να συναντηθούμε στο γραφείο της.
Οι ειδικοί δεν τα ξέρουν όλα
Αν και μόλις είχε εκδώσει ένα βιβλίο με επιστολές προς τους γονείς (το βιβλίο στην πραγματικότητα αποτελεί πόνημα δεκαετιών καθώς τα κεφάλαιά του έχουν επιλεγεί από τη στήλη «Σαν μητέρα προς μητέρα» που κρατούσε για χρόνια σε γυναικείο περιοδικό), δεν δίστασε να αρχίσει την κουβέντα μας ως εξής: «Δεν υπάρχουν καθολικές αλήθειες και μαγικές συνταγές για την ανατροφή των παιδιών. Δεν υπάρχει συμβουλή που να ταιριάζει σε όλα τα παιδιά και σε όλες τις μητέρες. Ρωτήστε τα παιδιά και θα καταλάβετε τι εννοώ: τα παιδιά των οποίων οι μητέρες δουλεύουν σου λένε «μακάρι να μη δούλευε η μαμά μου», ενώ συχνά από τα παιδιά των μητέρων που μένουν στο σπίτι ακούς «μακάρι να δούλευε η μαμά μου και να μην ήταν κολλημένη πάνω μου»».
Δεν έχει δυσκολέψει όμως ο ρόλος της μητρότητας σήμερα; «Εχει και δυστυχώς δεν υπάρχει σχολή γονιών! Στην πραγματικότητα, ως γονείς λειτουργούμε με την επανάληψη: κάνουμε στα παιδιά μας ό,τι έκαναν σε εμάς οι γονείς μας. Κατανοώ λοιπόν τις αγωνίες των σημερινών μητέρων σε σχέση με εκείνες του παρελθόντος. Και είναι απολύτως δικαιολογημένες. Οι παλιοί ήξεραν ή νόμιζαν ότι ήξεραν. Είχαν μια σταθερή άποψη για το τι είναι σωστό ή λάθος στην ανατροφή των παιδιών και με αυτήν πορεύονταν. Εκτός αυτού, οι οικογένειες ήταν μεγαλύτερες και η ευθύνη μοιρασμένη. Οι γονείς κρατούσαν τον ρόλο τους και οι παππούδες ήταν για να «χαλάνε» τα παιδιά κάνοντάς τους τα χατίρια. Σήμερα οι οικογένειες είναι μικρές και οι μητέρες εργάζονται έχοντας ενοχές για τον χρόνο που περνούν μακριά από τα παιδιά τους. Δεν έχουν αντίστοιχο παράδειγμα από τις δικές τους μητέρες και έτσι αναζητούν βοήθεια στα βιβλία ή στους ειδικούς. Τα παιδιά όμως τα μεγαλώνουμε με την καρδιά και όχι με το διάβασμα. Οι σημερινοί γονείς, αναζητώντας το σωστό και το λάθος στα βιβλία, συχνά χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο ένστικτό τους».
Καλύτερα Σούπερμαν!
Απορρίπτονται λοιπόν οι ειδικοί και τα βιβλία; «Οχι! Ενας ειδικός μπορεί να δώσει σωστές πληροφορίες για τα αναπτυξιακά στάδια που περνά το παιδί και να μας προετοιμάσει για αυτά. Πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι αυτά που λέμε οι ειδικοί ισχύουν για τα περισσότερα παιδιά στις περισσότερες περιπτώσεις, αλλά είναι το ένστικτο του γονιού που θα παίξει τον καθοριστικό ρόλο. Οι γονείς, αφού ακούσουν τη γνώμη του ειδικού, θα πρέπει να αποφασίσουν αν αυτή ταιριάζει στην ψυχοσύνθεση του παιδιού τους. Παραδείγματος χάριν, υποστήριζα ότι είναι καλύτερα να περάσουμε χρόνο με τα παιδιά μας φτιάχνοντάς τους μια αποκριάτικη στολή, μια στολή μοναδική, παρά να πάμε να αγοράσουμε μία από εκείνες που πωλούνται σωρηδόν, μία που όμοια θα έχουν εκατοντάδες άλλα παιδιά. Ερχεται λοιπόν μια μητέρα ενός μικροκαμωμένου και πολύ εσωστρεφούς παιδιού η οποία σχεδίαζε να το ντύσει κοτοπουλάκι ή κάτι αντίστοιχο φτιάχνοντας τη στολή η ίδια. Πολύ αγχωμένη μου δηλώνει πως ο μικρός είχε στυλώσει τα πόδια απαιτώντας να αγοράσουν μια στολή Σούπερμαν και εκείνη βρισκόταν σε απόγνωση καθώς θεωρούσε ότι το σωστό ήταν να ράβει η μητέρα τη στολή του παιδιού. Και όμως, στην προκειμένη περίπτωση, η ενδεδειγμένη στολή θα ήταν βέβαια η στολή του Σούπερμαν. Αυτή η στολή θα τον έκανε να αισθανθεί σαν όλα τα άλλα παιδιά. Οπως επιθυμούσε. Επιτέλους! Και έπρεπε να το επιθυμεί και να το επιθυμούμε και εμείς».
2+1 = 5!
Αν ως γονείς κάνουμε ό,τι μας έκαναν, τι μπορεί να συμβεί όταν άλλα έκαναν στον πατέρα και άλλα στη μητέρα ως παιδιά; «Αυτό είναι ένα τεράστιο θέμα! Γνωρίζονται δύο άνθρωποι, κάπως τα βρίσκουν και αποφασίζουν να συμπορευτούν. Κάνουν ένα παιδί και τότε δεν γίνονται τρεις, γίνονται πέντε: είναι η μαμά, ο μπαμπάς, το μωρό αλλά και το μικρό κοριτσάκι που ήταν η μαμά και το μικρό αγοράκι που ήταν ο μπαμπάς. Και μπορεί το μικρό αγοράκι να έχει μεγαλώσει πολύ διαφορετικά από το μικρό κοριτσάκι και τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Σε τέτοια περίπτωση καθοριστικό ρόλο παίζει η ωριμότητα των γονέων που θα πρέπει να τα βρουν μεταξύ τους. Πρέπει να συμφωνήσουν σε βασικά θέματα ανατροφής και να δημιουργήσουν ένα κοινό μέτωπο, αλλά μέχρι ενός σημείου. Τα παιδιά με άλλα πράγματα πηγαίνουν στον μπαμπά και με άλλα πηγαίνουν στη μαμά. Εχουν καταλάβει. Η διαφορετικότητά των γονιών είναι μια εισαγωγή στον αληθινό κόσμο όπου υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι».
Να χωρίσω ή να μη χωρίσω;
Και αν οι γονείς δεν τα βρουν; Αν χωρίσουν; Επουλώνονται οι πληγές των παιδιών; «Εχω ακούσει τα πάντα γύρω από αυτό το θέμα. Ερχονται παιδιά, ενήλικοι πλέον, και μου λένε ότι η ζωή τους καταστράφηκε όταν χώρισαν οι γονείς τους. Ερχονται παιδιά και μου λένε ότι οι γονείς τους ήταν δυστυχείς μαζί αλλά δεν χώρισαν ποτέ και, ενώ τους βαραίνει η ευθύνη της θυσίας που έγινε για χάρη τους, ταυτόχρονα έχουν ζήσει μια δυστυχισμένη παιδική ηλικία. Και έχουν υπάρξει περιπτώσεις παιδιών που μου έχουν εκμυστηρευθεί ότι η σχέση των γονέων τους ήταν τόσο καλή ώστε να έχει εγγράψει μέσα τους ένα μοντέλο ευτυχίας που αδυνατούν να αναπαραγάγουν και αυτό αποτελεί μια μεγάλη πηγή δυστυχίας. Δεν υπάρχουν συνταγές λοιπόν. Αυτό που μπορεί κανείς να πει με μια σχετική βεβαιότητα είναι ότι οι άνθρωποι που μισούνται αλλά παραμένουν μαζί κάνουν κακό στα παιδιά τους. Επίσης ο καλός χειρισμός ενός διαζυγίου είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Τα παιδιά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για εκβιασμούς μεταξύ των γονέων. Στα παιδιά δεν πρέπει να τίθενται κολοσσιαία διλήμματα. Αυτά ακούγονται αυτονόητα αλλά δυστυχώς διαπιστώνουμε ότι συχνά οι γονείς που χωρίζουν τα ξεχνούν».


Τι να τους πούμε για την κρίση;
Και τι λέμε εμείς οι μεγαλωμένοι με μια επίφαση (ψεύτικης, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) ευμάρειας γονείς στα παιδιά μας που όχι μόνο μεγαλώνουν μέσα στην κρίση αλλά είναι και η χρεωμένη γενιά; Πώς λες σε ένα παιδί ότι σήμερα δεν έχεις χρήματα να του πάρεις παπούτσια; «Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Οπως και στην εποχή της ψεύτικης ευμάρειας, έτσι και σήμερα, ίσως λιγότερο, τείνουμε να φορτώνουμε τα παιδιά μας με υλικά αγαθά ίσως για να αντισταθμίσουμε τις ενοχές μας για τον χρόνο που περνάμε μακριά τους. Ξεχνούμε λοιπόν ότι τα πολυτιμότερα πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν: είναι το να του μιλάς, να το ακούς, να πηγαίνεις βόλτα μαζί του, να κολυμπάς, να βλέπεις τα άστρα παρέα με το παιδί σου. Η κρίση μπορεί να αποδειχθεί μια καλή ευκαιρία να δημιουργήσουμε γερά και ανθεκτικά παιδιά. Να τους διδάξουμε να αντεπεξέρχονται στα δύσκολα. Και φυσικά μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά για τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε. Ανάλογα με την ηλικία τους, θα πούμε διαφορετικά πράγματα, αλλά πάντοτε χωρίς να είμαστε λυπημένοι. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι δεν έχουμε χρήματα για να τα κάνουμε όλα: να πάμε εκδρομή, να κάνουμε μάθημα αγγλικών, να αγοράσουμε όλα όσα θα επιθυμούσαμε. Γι’ αυτό θα πρέπει να αποφασίσουμε ποια είναι τα πιο σημαντικά. Οσο για τα παπούτσια, θα τους πούμε ότι όντως πρέπει να πάρουμε πολύ καλά παπούτσια για τα πολύτιμα πόδια τους αλλά ότι αυτά τα παπούτσια τα πολύ καλά δεν είναι αναγκαία τα παπούτσια-φίρμες για τα οποία θα πληρώσουμε παραπάνω χωρίς αντικειμενικό λόγο».
Και πώς θα εμφυσήσουμε τον υγιή πατριωτισμό και την εθνική υπερηφάνεια στα παιδιά αυτής της χώρας για την οποία σίγουρα έχουν εισπράξει –και τα πιο μικρά ακόμη –ότι βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση; «Ναι, αλλά διαθέτουμε τόσο πολλά για τα οποία μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι. Θα δώσουμε έμφαση σε αυτά. Μαθαίνουμε στα παιδιά μας καλά τη γλώσσα μας. Διατηρούμε ένα εκτεταμένο οικογενειακό δίκτυο με παππούδες, θείους και ξαδέλφια. Γνωριζόμαστε και σχετιζόμαστε μαζί τους. Κρατάμε τις παραδόσεις στο σπίτι. Εμπλέκουμε τα παιδιά στην κοινότητα όπου ζουν: καθαρίζουμε την παραλία ή την πλατεία μας, παίζουμε μπάσκετ ή ποδόσφαιρο με τους φίλους και γείτονες. Ταξιδεύουμε όσο μπορούμε για να τους δείξουμε την ωραία αυτή χώρα. Τους διαβάζουμε από μικρά ελληνικά βιβλία και τα ενθαρρύνουμε να συνεχίσουν μόνα τους. Κάνουμε συνειδητή προσπάθεια να τα μυήσουμε στη λογοτεχνία, στην ποίηση και στη μουσική μας. Τους μιλούμε για τους ήρωες. Ετσι αποκτούν τα παιδιά την αίσθηση ότι ανήκουν, ότι έχουν ρίζες. Πάντως πρέπει να σας πω ότι οι ελληνίδες μητέρες τα πάνε γενικά καλά με τις ρίζες. Με τα φτερά έχουν λίγο πρόβλημα! Δυσκολευόμαστε να αναθρέψουμε παιδιά που θα εγκαταλείψουν τον πατέρα και τη μητέρα και θα ανοίξουν φτερά».
Με λίπασμα την αγάπη
Τι κάνει μια μητέρα καλή μητέρα; «Ο πατέρας! Ο σύντροφος που την αγαπά, τη σέβεται και την υποστηρίζει. Και αντιστοίχως η μητέρα κάνει τον πατέρα να είναι καλός πατέρας αντιλαμβανόμενη ότι δεν είχε την εμπειρία των εννέα μηνών που προηγούνται της γέννησης ενός παιδιού και δείχνοντάς του τον δρόμο. Ο διάλογος και η επικοινωνία ανάμεσα στο ζευγάρι είναι απαραίτητα συστατικά για την ανατροφή ισορροπημένων παιδιών».
Υπάρχει άραγε μια συμβουλή προς γονείς που να είναι αποδεδειγμένα σωστή και να ισχύει σε κάθε περίπτωση; «Η αγάπη! Με αγάπη «φυτρώνουν» γερά παιδιά. Είναι υπεραπλούστευση, ξέρω τις δυσκολίες που έχει η ανατροφή ενός παιδιού, αλλά είμαι απολύτως πεπεισμένη ότι μόνο η αγάπη μπορεί να δημιουργήσει το δίχτυ ασφαλείας που έχει ανάγκη ένα παιδί για να ανθήσει και να πετάξει».
Θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει την κουβέντα με την κυρία Ανθή Δοξιάδη για πολλές-πολλές ώρες και με απροθυμία άφησα το γραφείο της εκείνη την ημέρα.
Αλλά με πολλή προθυμία επανέρχομαι στο βιβλίο της ξανά και ξανά. Επειδή με έναν μοναδικό τρόπο συμβουλεύει χωρίς να κάνει κήρυγμα. Επειδή έχει τη δύναμη να μας επανασυνδέει με το συναίσθημα. Επειδή δίνει διεξόδους χωρίς να δημιουργεί ενοχές. Επειδή είναι όμορφο μέσα και έξω.
Αν αγοράσετε ένα και μοναδικό βιβλίο για να πάρετε μαζί στις διακοπές σας, ας είναι αυτό το «Ρίζες και φτερά». Διαβάστε το τότε που θα έχετε χρόνο να σκεφθείτε και αφήστε το να επιδράσει επάνω σας. Θα γυρίσετε άλλοι άνθρωποι. Ακόμη και αν δεν έχετε παιδιά!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.