«Παχύδερμο ζώο, με σκληρό δέρμα, που διαθέτει παράλληλα μια τρομακτική γελοιότητα στην όψη, λίγο γκροτέσκο»: Αυτή είναι η εξήγηση που δίνει ο Θωμάς Μοσχόπουλος για τον τίτλο του έργου του Ιονέσκο «Ρινόκερος» (1959). Με την επιλογή του αυτή, ο σκηνοθέτης δηλώνει σαφώς τον προβληματισμό του για την εποχή μας και δίνει το προσωπικό του στίγμα. Η πρεμιέρα, στο θέατρο Θησείον, προγραμματίζεται για τα μέσα του Ιανουαρίου….
Γιατί επιλέξατε τον «Ρινόκερο», κ. Μοσχόπουλε;
«Γιατί είναι ένα έργο που μιλάει για το τώρα, με τον καλύτερο τρόπο που θα μπορούσα να φανταστώ. Δεν έχω νιώσει ποτέ τόσο άμεση σύνδεση ενός κλασικού έργου με το σήμερα, και μάλιστα με έναν οργανικό και έξυπνο τρόπο –γιατί ο “Ρινόκερος” είναι ένα κλασικό έργο. Οταν έχουν αυτή την αντοχή και ξεπερνούν το στενό πλαίσιο της εποχής τους, έργα όπως αυτό έρχονται ξανά στην ώρα τους».
Πρόκειται για μια ιδιαίτερη, ίσως και δύσκολη, κωμωδία…
«Το ισχυρό, σαρκαστικό χιούμορ που έχει το έργο κάνει τα πράγματα να προσλαμβάνονται με έναν τρόπο πολύ πιο εύκολο στην αρχή και πολύ πιο επώδυνο σε δεύτερη ανάγνωση. Γιατί έχει την ουσιαστική ματιά στη σάτιρα, είναι μια αμείλικτη σάτιρα και φιλοσοφικός στοχασμός παράλληλα».
Ποιο πιστεύετε ότι είναι το βασικό ερώτημα του έργου;
«Κατά πόσο η στροφή στον ολοκληρωτισμό είναι κάτι που μπορείς κανείς να αποφύγει. Και πώς. Δεν δίνει, φυσικά, απάντηση… Αλλά σε τρομάζει. Είναι τρομερά μαύρο το χιούμορ του έργου».
Με αυτή την επιλογή σας δηλώνετε και τη στάση σας απέναντι στην εποχή μας;
«Αν και δεν σκέφτομαι γιατί επιλέγω κάτι, ξέρω ότι θέλω να το ανεβάσω γιατί έχω ανάγκη να πω κάτι μέσα από αυτό. Είμαι απόλυτα σίγουρος πια ότι ο καλλιτέχνης για να μιλήσει δημοσίως πρέπει να χρησιμοποιεί το αντικείμενό του. Δεν έχουν νόημα οι δηλώσεις αν δεν το δεις μέσα στη δουλειά μου. Η δουλειά μου είναι ο τρόπος μέσα από τον οποίο διαδραματίζω κι εγώ τον ρόλο μου, σε ένα ευρύτερο κοινό –όσο μου αναλογεί. Αν δεν έβρισκα θέατρο, ήμουν αποφασισμένος να ανεβάσω τον “Ρινόκερο” ακόμα και στον δρόμο».
Ο ολοκληρωτισμός για τον οποίο μιλάει το έργο είναι ο ίδιος και σήμερα;
«Ναι, δεν έχει αλλάξει. Και ανακαλύπτεις σήμερα ότι όλες οι μορφές του υπήρχαν πάντα. Το “κακό” είναι ένα, υπό όλες τις μορφές του. Για τον Ιονέσκο είναι η στιγμή που παύεις να σκέφτεσαι και να διαφοροποιείσαι μέσα από τη σκέψη, η στιγμή που παύεις να ανοίγεις διάλογο, και απλά ακολουθείς ένα ρεύμα που δεν μπορεί να σταματήσει».
Κεντρικός ήρωας είναι ο Μπερανζέ, ένας χαμένος…
«Το πολύ έξυπνο είναι ότι βάζει έναν loser, έναν άνθρωπο που δεν έχει καμία συμμετοχή στη ζωή, που αισθάνεται μονίμως στην απέξω. Εχοντας μάθει ότι είναι στην απέξω, δεν μπορεί εύκολα να συμβιβαστεί. Η τάση των ανθρώπων να έχουν πολύ γρήγορα ξεκάθαρη γνώμη για τα πράγματα τους οδηγεί συχνά σε λανθασμένες επιλογές. Ο Μπερανζέ δεν καταφέρνει να διαμορφώσει ολοκληρωμένη γνώμη και έτσι κρατιέται σκεπτόμενος απέναντι στα ζητήματα. Αμφιβάλλει συνεχώς».
Είναι ένας αμφισβητίας;
«Οχι, καθόλου. Είναι ένας εξαιρετικά κανονικός, πρακτικός άνθρωπος, που δεν μπορεί να ακολουθήσει το σύνολο που λέει “ναι” σε κάτι με μεγάλη ευκολία. Ο τρόπος που τοποθετείται απέναντι στο πρόβλημα είναι επιπόλαιος. Ισως να λέει εύκολα “όχι”. Δεν τολμώ να κάνω τις ταυτίσεις με το τώρα μη τυχόν και το περιορίσω. Με τον “Ρινόκερο” ο Ιονέσκο είναι σαν να δίνει φωνή σε όλα τα πράγματα που μας απασχολούν τώρα».
Ποιες δυσκολίες έχει το ανέβασμά του;
«Κατ’ αρχάς διαθέτει μια εξαιρετική θεατρικότητα. Θέλει όμως απόλυτη ακρίβεια στην απόδοσή του, σχεδόν σαν μουσικό έργο. Μπορεί να έχεις διαλόγους μεγάλης διάρκειας, αλλά στην ουσία δεν ακούς αυτό που λέγεται αλλά ακούς τον ήχο… Ανοίγοντας την τηλεόραση βλέπω σκηνές να παίζονται αυτούσια, όπου τέσσερις άνθρωποι μιλούν ταυτόχρονα και κανένας δεν ακούει κανέναν. Και αν εσύ καταλαβαίνεις τι λένε, οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν τι λένε. Ο καθένας τραβάει το σκοινί από την πλευρά του, και χρησιμοποιεί κλισέ…».
Τι είδους κλισέ;
«Τα κλισέ είναι οι πρωταγωνιστές του έργου. Αυτά που λέει κανείς όταν θέλει να φαίνεται σοβαρός, το κλισέ του αντιρρησία, της ερωτικής σχέσης… Ολα τα κλισέ, με κάποιον τρόπο, είναι φασισμός, ένας κομφορμισμός που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ένα είδος ολοκληρωτισμού. Ούτε τον εαυτό μου εξαιρώ».
Μέσα από τον «Ρινόκερο» ο Ιονέσκο σχολιάζει τη φύση του ανθρώπου…
«Πράγματι, τη φύση του ανθρώπου και τη φύση του ανθρωπισμού. Δεν χρειάζεται υπερανάλυση ότι το να βλάπτεις είναι κακό. Σε όλους τους κανόνες που προσπαθούμε να οργανώσουμε καταργείται η έννοια του βασικού ανθρωπισμού. Εχουμε χάσει το καλώς εννοούμενο ζωώδες επίπεδό μας και εξυπηρετούμε ένα σύστημα ιδεών που δεν μας καλύπτει το ίδιο. Αυτό μάς έχει καταργήσει πλήρως την ικανότητα να σκεφτόμαστε. Είμαστε μονίμως σε μια μηχανή αναπαραγωγής κλισέ. Δεν νιώθω ότι μπορεί εύκολα να ξεφύγουμε από αυτή τη δίνη…».
Τι είναι αυτό που μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε ρινόκερο;
«Η απώλεια του μέτρου οδηγεί στον ρινοκερισμό».
Σας τρομάζει η εποχή μας;
«Με τρομάζει πολύ η εποχή μας, αλλά ταυτόχρονα αρνούμαι να τρομάξω. Τα προηγούμενα χρόνια με τρόμαζε το γεγονός ότι το έβλεπα να έρχεται ενώ ο κόσμος δεν το έβλεπε. Τώρα νιώθω πιο ανακουφισμένος ως προς αυτό. Δεν είναι ότι επιβεβαιώθηκα, αλλά ότι ενεργοποιήθηκε μια μαχητικότητα αναγκαστική, που με κρατάει. Με τρομάζει γιατί έχουμε πάει πολλά χρόνια πίσω ξαφνικά, αλλά φαίνεται ότι πάντα εκεί ήμασταν. Τώρα αυτό που είμαστε δεν πρέπει να εξελιχθεί».
Διατηρείτε την αισιοδοξία σας;
«Προσπαθώ να βλέπω τα πράγματα όπως είναι αλλά έχω πάντα το δικαίωμα να ονειρεύομαι. Με θυμώνει αυτό που ζω. Εχουν ξαμολυθεί όλοι οι αδίστακτοι. Οι μαυραγορίτες… Προσπαθώ να φύγω από όλα αυτά, όχι ως φυγή αλλά ως δυνατότητα δημιουργίας».
πότε & πού:
Θέατρο Θησείον – Eνα θέατρο για τις τέχνες (Τουρναβίτου 7, τηλ. 3255.444). Πρεμιέρα στα μέσα Ιανουαρίου 2014
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Ρινόκερος» του Ιονέσκο.
Μετάφραση – σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος.
Σκηνικά – κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού και Ελλη Παπαγεωργακοπούλου.
Κίνηση: Χρήστος Παπαδόπουλος.
Φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου.
Παίζουν: Θανάσης Δήμου – Ευαγγελία Καρακατσάνη – Μανώλης Μαυροματάκης – Ηρώ Μπέζου – Γιώργος Παπαγεωργίου – Γιώργος Χρυσοστόμου. Σε συμπαραγωγή με τη Λυκόφως.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
