Είναι απόλυτη ανάγκη πλέον να ξορκίσουμε μερικές από τις προπαρατεθείσες φοβίες μας. Γιατί όμως χρησιμοποιώ μία τόσο δυνατή φράση- «είναι απόλυτη ανάγκη»; Οι λόγοι που το κάνω παρουσιάζονται στη συνέχεια, αν και υποψιάζομαι ότι η τελική απόφαση θα ληφθεί κυρίως με βάση τη διαίσθηση και τη φαντασία, και όχι μόνον με βάση επιμέρους, τεχνικά επιχειρήματα.
1.Πρώτον, μετά την παρακμή και την απομόνωση στην οποία εξωθήσαμε τη Ρωσία κατά τη δεκαετία του 1990 δεν μπορούμε πλέον να αγνοήσουμε τη σύγχρονη αναγέννησή της. Το να προσποιούμαστε ότι αυτή η αναγέννηση δεν είναι πραγματική ή το να τονίζουμε ιδιαιτέρως την οικονομική κρίση που πλήττει τη χώρα (λες και η Αμερική η ίδια έχει μείνει ανέπαφη) δεν πείθει. Το μόνο που επιτυγχάνει όλη αυτή η προσπάθεια απαξίωσης της Ρωσίας είναι να δοκιμάζει τις αντοχές του Πούτιν, να οδηγεί σε μία δίχως σχεδιασμό παρατεταμένη ένταση, να αυξάνει τον κίνδυνο να αντιμετωπίσουμε μεγαλύτερες νατοϊκές δαπάνες, εν τέλει δε να μας οδηγεί όλους σε μία απερίσκεπτη επιστροφή στην ψυχροπολεμική εποχή. Εν ολίγοις, η προσπάθεια αυτή είναι ικανή να ξαναζωντανέψει τα φαντάσματα του παρελθόντος που όλοι φοβόμαστε, προκαλώντας τη ρωσική ηγεσία να ακολουθήσει εκείνον ακριβώς τον δρόμο που εμείς δεν θέλουμε να ακολουθήσει.
2. Ενας ακόμη λόγος που έχουμε ανάγκη έναν ηγέτη που θα πιστεύει βαθιά στις σχέσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης και θα προσπαθήσει να τις κάνει να λειτουργήσουν ομαλά, είναι ότι χρειαζόμαστε πλέον ο ένας τον άλλον. Επιτρέψτε μου να αναφέρω εδώ δύο παραδείγματα, που εξειδικεύουν την προσέγγισή μου:
α) Σκεφθείτε, εν πρώτοις, το ενεργειακό πρόβλημα της Ευρώπης και τον φόβο για την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία. Αυτό το πρόβλημα οδηγεί τη Δύση να εξετάζει τη δυνατότητα λειτουργίας εξαιρετικά δαπανηρών- και όχι τόσο εύκολα πραγματοποιήσιμων- αιολικών πάρκων στη Βόρεια Θάλασσα. Διαθέτουμε όντως τα κεφάλαια για να πραγματοποιήσουμε ένα τέτοιο σχέδιο; Εχουμε τον χρόνο να περιμένουμε μέχρι αυτό να συμβεί; Περαιτέρω δε, βλέποντας τα πράγματα από τη σκοπιά της Ρωσίας, είναι η χώρα αυτή τόσο καλά προφυλαγμένη από τη σύγχρονη οικονομική κρίση, ώστε να μην επιθυμεί την οικονομική συνεργασία με τη Δύση; Τα περισσότερα από τα ξένα επενδυτικά κεφάλαια που έφυγαν προσφάτως από τη Ρωσία θα μπορούσαν να επιστρέψουν, αν βελτιωθούν οι βασικοί οικονομικοί δείκτες στη χώρα· και μπορεί να ισχυριστεί πραγματικά κανείς ότι η τεχνογνωσία της Δύσης είναι άχρηστη για τη ρωσική ενεργειακή βιομηχανία; β) Σκεφθείτε, έπειτα, τη γεωγραφική αστάθεια της Ρωσίας, η οποία, όπως ήδη υπογράμμισα παραπάνω, την ανάγκασε κατά καιρούς να στηρίζει την ασφάλειά της στη δημιουργία «προστατευτικών ζωνών ασφαλείας». Πολλές από τις περιοχές ή χώρες που λειτούργησαν κατά το παρελθόν προστατευτικά για τη Ρωσία- λ.χ. η Βαλτική, ο Καύκασος, η Ουκρανία και η Μολδαβία- δεν υφίστανται πλέον. Τυχόν προσπάθεια της Ρωσίας να τις ξανακερδίσει με δόλια ή βίαια μέσα θα ήταν ένα λάθος και συγχρόνως ένα δώρο σε όλους εκείνους τους πολεμοχαρείς της Ουάσιγκτον, που θέλουν να επαναφέρουν την ψυχροπολεμική εποχή. Αντιστρόφως, ωστόσο, τυχόν προσπάθεια του ΝΑΤΟ ή της Αμερικής να εντάξει στις τάξεις του πρώτου την Ουκρανία ή τη Γεωργία θα είχε το ίδιο- αλλά αντίστροφο αυτή τη φορά- προκλητικό αποτέλεσμα. Ετσι, αν θεωρηθεί, όπως προσφάτως διέγνωσε ο ιέραξ γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, ότι η πορεία της Ουκρανίας θα είναι «ένα καταλυτικό τεστ για τη νέα Ευρώπη», ελπίζω αυτό να σημαίνει ότι το ΝΑΤΟ θα συμπεριφερθεί πολιτικά με τρόπο ρεαλιστικό, και όχι συναισθηματικό ή επιπόλαιο, και δεν θα τις εντάξει στον χώρο του.
3. Η θέση που εδώ υποστηρίζω θα οδηγούσε επίσης στη διεύρυνση των εμπορικών σχέσεων και έτσι θα βοηθούσε όλους να εξέλθουν νωρίτερα από τη σύγχρονη ύφεση. Ο ενδεχόμενος αυτός «γάμος συμφέροντος» μεταξύ της Δυτικής και της Ανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας μέχρι των Ουραλίων, θα μας έδινε επίσης μία καλύτερη ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε από κοινού προβλήματα που απαιτούν από τη φύση τους συλλογική δράση. Μερικά από αυτά είναι τα ακόλουθα:
α) Η ανάγκη να αναλάβουμε δράση για να προστατεύσουμε το περιβάλλον μας: όχι το περιβάλλον της Δύσης ή της Ανατολής, αλλά το παγκόσμιο.
β) Η ανάγκη να αντιμετωπίσουμε τη μετανάστευση, και με αυτό δεν εννοώ τις καθημερινές θλιβερές εικόνες των μεταναστών που πέφτουν θύματα των διαφόρων αδίστακτων δουλεμπόρων, αλλά τον εξαιρετικά πιθανό κίνδυνο να ξυπνήσουμε μία ημέρα και να βρούμε εκατομμύρια πεινασμένους ανθρώπους να περνούν τα σύνορά μας, δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή και η ανομία σε διάφορες χώρες αναμένεται να εξαναγκάσουν περίπου 200 εκατομμύρια ανθρώπους να μεταναστεύσουν. γ) Και τι μπορεί να πει κανείς για την Κίνα που γιγαντώνεται και γίνεται ολοένα πιο πλούσια, ενώ, αν κρίνει κανείς από τον τρόπο που συμπεριφέρθηκε στην τελευταία συνάντηση του G20, είναι πλέον έτοιμη να παίξει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στους διεθνείς οργανισμούς; Αυτή η νέα αυτοπεποίθηση προμηνύει έναν πιο ενεργό ρόλο στη διεθνή σκηνή· και όταν τελικώς κοπάσει ο ενθουσιασμός μας για την αλλαγή αυτή και καταστεί εμφανής η ανάγκη ισορροπίας, ποιος θα είναι τότε σε θέση να λειτουργήσει σαν σταθεροποιητικός παράγοντας; Τα- ως επί το πλείστον- μικροσκοπικά ευρωπαϊκά κρατίδια, που είναι ικανά μόνον στο να υπερασπίζονται τα δικά τους μικρά συμφέροντα, τα οποία εν τέλει μετατρέπουν την Ευρωπαϊκή Ενωση σε ένα πολιτικό και ετυμολογικό οξύμωρο; Ενας πρωτοποριακός τρόπος σκέψης μάς υποδεικνύει ότι η συνεργασία με τη Ρωσία μπορεί να κάνει τη διαφορά · είναι δυνατόν όμως να εγκαταλειφθεί τόσο εύκολα ο «παλαιός» τρόπος σκέψης, που κυριαρχεί τα τελευταία εξήντα χρόνια;
4. Αφησα για το τέλος την ανάγκη να συνομιλήσουμε με το Ισλάμ, διότι τη θεωρώ ως τη σοβαρότερη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε. Συνομιλίες για το Ισραήλ και τη Γάζα ( αν και εφόσον η μελλοντική αμερικανική διοίκηση θα έχει τη δυνατότητα να αρθρώσει ενιαία φωνή). Συνομιλίες με το Ιράν για τα πυρηνικά. Και να βρούμε επιτέλους έναν τρόπο να σεβόμαστε πραγματικά τα δικαιώματα και τον ανθρωπισμό του ισλαμικού κόσμου, αλλά και να επιτύχουμε να σέβονται και εκείνοι τις παραδόσεις μας,όταν έρχονται να ζήσουν στις χώρες μας.
5. Το τελευταίο αυτό πρόβλημα θα παραμένει ανεπίλυτο, εκτός αν μία ημέρα αρκετές χώρες αποφασίσουν να συμπήξουν δυνάμεις και να το αντιμετωπίσουν από κοινού. Επί παραδείγματι, στη Σαουδική Αραβία δεν επιτρέπεται να λειτουργεί κανένα χριστιανικό σχολείο ή εκκλησία. Στην Ευρώπη όμως επιτρέπονται και τα δύο. Προσωπικά, είμαι υπέρ αυτής της μεγαλύτερης ανεκτικότητας· αλλά φτάνει αυτή να σημαίνει ότι οι – οικονομικά ήδη δυσπραγείς- ευρωπαϊκές τοπικές αρχές θα πρέπει να παρέχουν δωρεάν μουσουλμανική παιδεία;
Oσεβασμός προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποτελεί μία καθοριστική αξία σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία· αλλά είναι συγχρόνως και ένας δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Δεν σημαίνει per se παντελή έλλειψη παραλλαγών ή ιδιομορφιών σε λεπτομερειακά ζητήματα. Η ελευθερία του λόγου, επί παραδείγματι, δεν προστατεύεται με τον ίδιο τρόπο ακόμη και εντός της ίδιας της Ευρώπης. Γιατί, λοιπόν, θα πρέπει ο νόμος της Σαρία να κατισχύσει του δικού μας δικαίου σε αυτό το ζήτημα; Οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί των χωρών μας θα πρέπει να υπόκεινται στους νόμους της χώρας όπου διαβιούν και να μην μπορούν να τους παρακάμπτουν, επικαλούμενοι ως ανώτερη αρχή τη θρησκεία τους ή άλλες τυχόν ευαισθησίες τους. Αν επιτραπεί το τελευταίο, θα δημιουργηθούν δύο έννομες τάξεις μέσα σε κάθε κράτος: μία για τους πολίτες του και μία άλλη για τους μετανάστες του. Εν τούτοις, ούτε η ιδέα της δικαιοσύνης ούτε η πολιτική πρακτική μπορούν να ανεχθούν επί πολύ μία τέτοια κατάσταση.
Η σημασία της μοναχικής απόφασης
Οπως δείχνει η ιστορία, οι μεγάλοι ηγέτες είναι οραματιστές, ενώ παράλληλα έχουν το θάρρος να στηρίζουν τις πεποιθήσεις τους. Μελετούν το πεδίο της μάχης, κατανοούν την ανθρώπινη φύση, προσεύχονται, όταν αυτό βοηθεί, και πάνω απ΄ όλα αναλαμβάνουν δράση. Και όταν δρουν, συχνά πηγαίνουν κόντρα στην «κρατούσα λογική». Ο Θεμιστοκλής ήταν πρόθυμος να δεχθεί και φυσικές ακόμη επιθέσεις, μέχρις ότου στο τέλος οι στρατηγοί τον άφησαν να επιλέξει εκείνος πού θα πολεμούσαν. Ο Σκιπίωνας παρέμεινε ακλόνητος στη θέση του ότι ο μόνος τρόπος να ηττηθεί ο Αννίβας ήταν να μεταφερθούν οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Αφρική, παρά τις αντιρρήσεις των συγκλητικών συναδέλφων του, που υποστήριζαν ότι έπρεπε να επαναληφθεί μία μάχη σαν αυτή στις Κάννες επί ιταλικού εδάφους. Η ικανή ηγεσία είναι πολλές φορές ένας πολύ μοναχικός δρόμος…
Αν βρούμε ποτέ έναν παγκόσμιο ηγέτη που να μπορεί να σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο, που να μπορεί να ακούει τους συμβούλους του αλλά στο τέλος να αποφασίζει μόνος του, που να μπορεί να ζυγίζει προσεκτικά τις λεπτομέρειες και τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, αλλά και που να συνειδητοποιεί ότι σε τελική ανάλυση οι μεγάλες αποφάσεις λαμβάνονται με βάση τη διαίσθηση και τη φαντασία, τότε ενδεχομένως να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε επιτυχώς το πρόβλημα που τώρα αποκαλούμε Ρωσία, το οποίο όμως εγώ αντικρίζω σαν ευκαιρία.
Ο Sir Βασίλειος Μαρκεζίνης είναι τακτικό μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας, αντεπιστέλλον μέλος των Ακαδημιών Αθηνών, Γαλλίας, Ρώμης, Βελγίου, Ολλανδίας και νομικός σύμβουλος (επί τιμή) της Βασίλισσας της Αγγλίας.