Ενα από τα παλαιότερα έντυπα εγχειρίδια επιστολογραφίας διάλεξε να επανεκδώσει με τη μέθοδο της φωτομηχανικής ανατύπωσης η Ακαδημία Αθηνών, με την ευκαιρία του διήμερου επιστημονικού συμποσίου που διοργάνωσε στις 20 και 21 Μαρτίου με θέμα τη Νεοελληνική Επιστολογραφία από τον 16ο ως τον 19ο αιώνα. Το εγχειρίδιο του Μιλίου δεν είναι ωστόσο το πρώτο έργο αυτού του είδους που κυκλοφόρησε σε έντυπη μορφή. Πολύ πριν από αυτό, στα 1625, είχε τυπωθεί στο Λονδίνο ένα ανάλογο έργο, το Περί επιστολικών τύπων του Θεόφιλου Κορυδαλέα, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα ως σχολικό εγχειρίδιο και άσκησε σημαντική επίδραση στην επιστολογραφία του 17ου και του 18ου αιώνα, απευθυνόμενο όμως στο λόγιο κοινό. Σε αντίθεση με την αρχαΐζουσα γλώσσα εκείνου, το Επιστολάριον του Σπυρίδωνος Μιλίου, ιεροκήρυκα στην ελληνική κοινότητα της Βενετίας και επιμελητή βιβλίων, είχε γραφτεί σε απλή γλώσσα και προοριζόταν για το ευρύ κοινό.
Το έργο απαρτίζεται από ένα εισαγωγικό κεφάλαιο με οδηγίες για την τεχνική και τη θεωρία της επιστολογραφίας, που συνοδεύονται από υποδείγματα, και από δύο μεγάλες θεματικές ενότητες: η πρώτη αναφέρεται στα είδη των επιστολών (επιδεικτικό, συμβουλευτικό, δικανικό) και κλείνει με ένα κεφάλαιο «Περί Μιμήσεως» που περιέχει συμβουλές σχετικά με τη χρήση επιστολών διάσημων συγγραφέων ως υποδειγμάτων· η δεύτερη ενότητα περιέχει υποδείγματα επιστολών και τύπους – «φόρμουλες» δηλαδή, με τυπικές προσφωνήσεις στον αποδέκτη, την αρχή και το τέλος της επιστολής κ.ά. -, καθώς και ένα ξεχωριστό κεφάλαιο που επιγράφεται «Τίτλοι ήγουν τα προσήκοντα επίθετα εις άνθρωπον εκάστης αξίας και τάξεως». Αναδιφώντας το Επιστολάριον του Μιλίου συναντούμε υποδείγματα για κάθε περίσταση: συστατικές επιστολές προς αναζήτηση εργασίας, επιστολές εμπόρων «περί πραγματείας αποστελλομένης» (για την πραμάτειά τους δηλαδή που έστειλαν στον παραλήπτη και τους όρους που τη συνοδεύουν), προικοσύμφωνα, μια ομολογία δανεισμού, ένα συμφωνητικό συντροφίας κ.ά. Κινούμενο μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας το Επιστολάριον του Μιλίου «από τη μία συντηρεί τους παραδοσιακούς κώδικες συμπεριφοράς και από την άλλη εισάγει μοντέρνες συνήθειες και πρακτικές από τον νεωτερικό κόσμο της Δύσης: “καλούς τρόπους”, που εγγράφονται στο πλαίσιο της αστικής χρηστοήθειας, και πρακτικές που εξυπηρετούν συγκεκριμένες κοινωνικές ανάγκες» καταλήγει στο προλογικό του σημείωμα ο Κώστας Λάππας.
