Καθοριστικό για τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις και αβέβαιο ως προς τις διεθνείς σχέσεις θα είναι το 2017 για τον ανερχόμενο γίγαντα της Ασίας. Το ερχόμενο φθινόπωρο, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας θα πραγματοποιήσει τη 19η Διάσκεψη του Κογκρέσου του Λαού, που θα καθορίσει την ανώτατη ηγεσία και το νέο, πενταετές πλάνο σε πολιτική και οικονομία. Την ίδια ώρα, η Λαϊκή Κίνα θα πρέπει να προσαρμόσει τα γεωπολιτικά της σχέδια στον αστάθμητο και προς το παρόν μάλλον επιθετικό παράγοντα που λέγεται Ντόναλντ Τραμπ στην ηγεσία της ανταγωνιστικής υπερδύναμης.
Εσωτερικές προκλήσεις και δομικές αδυναμίες


Στο εσωτερικό μέτωπο, 11 έδρες στο 25μελές Πολίτμπιρο θα είναι ανοιχτές στη 19η Διάσκεψη –εκ των οποίων οι 5 στην 7μελή Διαρκή Επιτροπή, η οποία είναι στην ουσία η ανώτατη εξουσία της Κίνας. Οι μόνοι που δεν αποχωρούν είναι ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ και ο πρωθυπουργός Λι Κεκιάνγκ. Ολα δείχνουν ότι υπ’ αριθμόν 1 στόχος του Σι είναι να εδραιώσει την ηγετική θέση του, διορίζοντας «δικούς του ανθρώπους» στη Διαρκή Επιτροπή.
Σε αυτό το πολιτικό φόντο, η Κίνα θα βρεθεί αντιμέτωπη και το 2017 με πληθώρα δομικών εμποδίων καθώς επιχειρεί την ιστορική μετάβαση από το μοντέλο της τεράστιας εξαγωγικής δύναμης, που βασίζεται στα φτηνά εργατικά χέρια, προς μια κοινωνία που θα καταναλώνει στο εσωτερικό. Αλλά με ένα χάσμα ανισοτήτων πιο πλατύ από τον ποταμό Γιανγκτσέ, θηριώδη διαφθορά και μόνιμη καταπίεση, η κινεζική κοινωνία σιγοβράζει.
Αν και η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας θα «φρενάρει» κάπως την άνοδο, η αχανής χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται στον δρόμο για να γίνει μια παγκόσμια υπερδύναμη, με ένα αυταρχικό καθεστώς, μέχρι το 2030. Οι προσπάθειες να ασκήσει οικονομική και στρατιωτική επιρροή σε όλον τον κόσμο αναμένεται να ενταθούν το 2017, με σχέδια για νέες εμπορικές οδούς μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας και την εδραίωση του ελέγχου της στα διαφιλονικούμενα νησιά στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.

Οι περισσότεροι αναλυτές δεν προβλέπουν σημαντικό άνοιγμα προς τη δημοκρατία ούτε το 2017. «Οι μεγάλες εσωτερικές προκλήσεις για το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας θα είναι η θηριώδης κυβερνητική διαφθορά, το τεράστιο χρέος, η ακραία ρύπανση στις πόλεις, η διαχείριση της μετάβασης δεκάδων εκατομμυρίων αγροτών προς τα αστικά κέντρα, και βέβαια ο έλεγχος της ανερχόμενης μεσαίας τάξης» λέει στο «Βήμα» ο Τζόναθαν Αντελμαν, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ, στις ΗΠΑ και σχολιαστής στο CNN.

Πρώτη παγκοσμίως σε πληθυσμό, με 1,4 δισεκατομμύριο ανθρώπους, και δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη, η αχανής Κίνα παραμένει ο ανερχόμενος γίγαντας της Ασίας, με μεγαλεπήβολα σχέδια στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Από τα κορυφαία είναι ο λεγόμενος «Νέος Δρόμος του Μεταξιού». Με αυτόν η Κίνα φιλοδοξεί να συνδέσει ακόμη πιο στενά τις αγορές της με τρεις ηπείρους, από στεριά και θάλασσα, ξοδεύοντας τρισεκατομμύρια δολάρια σε δρόμους, σιδηροδρόμους, λιμάνια, αεροδρόμια, αγωγούς και εμπόριο με χώρες στην Ασία, στην Αφρική και στην Ευρώπη. Με την προφανή απώτερη φιλοδοξία να εδραιωθεί στην κορυφή της παγκόσμιας οικονομίας του 21ου αιώνα, σε βάρος των ΗΠΑ και των παραδοσιακών συμμάχων τους σε Ασία – Ειρηνικό (Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία).
Εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ;


Αλλά ανατρέποντας εκ βάθρων ένα στρατηγικό δόγμα 45 ετών στις σχέσεις με την Κίνα, ο Τραμπ έσπευσε να μιλήσει στις αρχές Δεκεμβρίου στο τηλέφωνο με την πρόεδρο της Ταϊβάν. Στην ουσία, ήταν μια πολύ δημόσια αμφισβήτηση της πολιτικής της «Μιας Κίνας», με την οποία η Ουάσιγκτον αποδέχεται ότι η Ταϊβάν είναι μέρος της Κίνας. Μαχαιριά στην καρδιά των σινοαμερικανικών σχέσεων από την εποχή του διάσημου «ανοίγματος στην Κίνα» επί Νίξον, το 1972.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο Τραμπ μπορεί να χρησιμοποιεί την Ταϊβάν ως διαπραγματευτικό όπλο για να δείξει στην Κίνα πως αν δεν συναινέσει σε πιο ισορροπημένο εμπόριο και σε αλλαγή νομισματικής πολιτικής και απασχόλησης, οι ΗΠΑ θα αναθεωρήσουν όλες τις πτυχές των διμερών σχέσεων. Κάποιοι θεωρούν πιθανό έναν εμπορικό πόλεμο.

Τζακ Γκόλντστοουν, σινολόγος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στις ΗΠΑ
«Ενταση στο ΚΚΚ, σε επιβράδυνση η οικονομία»

«Η Λαϊκή Κίνα έχει μπροστά της μια δύσκολη, ασύμμετρη χρονιά. Στο εξωτερικό θα προβάλει παγκόσμια ισχύ, αλλά στο εσωτερικό η οικονομία επιβραδύνεται και οι διαρθρωτικές αλλαγές καθυστερούν» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Τζακ Γκόλντστοουν, σινολόγος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Μέισον της Βιρτζίνια.
«Στόχος θα είναι η ανάπτυξη της διεθνούς οικονομικής ισχύος της, μέσω του σχεδίου «Μία Ζώνη, Ενας Δρόμος» για επενδύσεις που τη συνδέουν με την Ευρώπη και την Αφρική, και μέσω της Ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων. Θα επιδιώξει επίσης να επωφεληθεί από τον απομονωτισμό των ΗΠΑ επί Τραμπ για να ενισχύσει συμμαχίες και επιρροή στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία, και στην Αυστραλία.
Αντισταθμίζοντας αυτές τις ευκαιρίες, η εγχώρια οικονομία και πολιτική παρουσιάζουν προβλήματα. Στην ιδανική περίπτωση, η Κίνα θα πρέπει να μετατοπίζει πιστώσεις από τις κρατικές βιομηχανίες (μεταφορές, ορυχεία, βαριά βιομηχανία) σε περισσότερες και πιο ευκίνητες ιδιωτικές επιχειρήσεις προσανατολισμένες προς την κατανάλωση. Αλλά η κυβέρνηση έχει ακόμα μεγάλη δυσκολία να κλείσει την παρωχημένη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στον άνθρακα και στον χάλυβα, ακριβώς επειδή οι τοπικές κυβερνήσεις βασίζονται στα έσοδα και στην απασχόληση που παρέχουν αυτές οι δραστηριότητες. Και επειδή ο πληθυσμός της Κίνας γερνάει και το εργατικό δυναμικό της συρρικνώνεται, γίνεται όλο και πιο δύσκολη η μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ με την απλή αύξηση των επενδύσεων σε παραδοσιακές επιχειρήσεις» τονίζει ο συνομιλητής μας.
«Οι εντάσεις αυξάνονται μέσα στη δομή του Κομμουνιστικού Κόμματος την ίδια στιγμή που η οικονομία επιβραδύνεται. Ετσι, το 2017, ο Σι Τζινπίνγκ θα επικεντρωθεί στην εδραίωση του ελέγχου του. Θα αυξήσει τις προσπάθειες να παρουσιάζεται η Κίνα σαν μια ισχυρή δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό θα περιλαμβάνει σίγουρα προσπάθειες να ασκήσει έλεγχο επί του Χονγκ Κονγκ, στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, να περιορίσει το πεδίο της Ταϊβάν για ανεξάρτητη δράση και μπορεί να περιλαμβάνει προκλητικές ενέργειες εναντίον της Ιαπωνίας και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Θα συνεχίσει την εκστρατεία κατά της διαφθοράς και τις προσπάθειες να τοποθετήσει νομιμόφρονες στον στενό κύκλο της εξουσίας.
Αλλά θα δυσκολευτεί να επιτύχει τους στόχους της ανάπτυξης και είναι απίθανο να προχωρήσει σε σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία. Εν ολίγοις, η κεντρική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να δημιουργήσει την εντύπωση της δύναμης και του ελέγχου για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών παραγόντων –δημογραφικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών –που στην πραγματικότητα καθιστούν την Κίνα ασθενέστερη» καταλήγει ο Γκόλντστοουν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ