Περισσότερο από μία εβδομάδα μετά την πολύνεκρη έκρηξη στην αποθήκη με τα χημικά που σημειώθηκε στην πόλη Τιαντζίν της Κίνας, ο αέρας, το νερό και το έδαφος παραμένουν μολυσμένα από τις επικίνδυνες ουσίες. Εξίσου «μολυσμένο» είναι και το γενικότερο κλίμα όσον αφορά το κατά πόσο τηρούνται οι κανόνες ασφαλείας στην Κίνα του γρήγορου καπιταλισμού, της διαφθοράς και των εργατικών ατυχημάτων.
Οι κάτοικοι του Τιαντζίν, το οποίο είναι το δέκατο πιο πολυσύχναστο λιμάνι παγκοσμίως, αναφέρουν ότι ο αέρας «μυρίζει περίεργα», ιδίως όταν βρέχει, και προκαλεί βήχα. Οι περισσότεροι διστάζουν να πιουν το νερό της βρύσης. Στις όχθες του ποταμού Χαϊχέ, που βρίσκεται κοντά στην αποθήκη, ξεβράστηκαν χιλιάδες νεκρά ψάρια, εντείνοντας τις ανησυχίες για ευρεία μόλυνση.
Ποιος ακριβώς είναι ο κίνδυνος για την περιοχή; Η απάντηση είναι μονολεκτική: άγνωστος. Το Πεκίνο αντιμετωπίζει το όλο θέμα με αδιαφανείς διαδικασίες, ενώ η διαφθορά που περιβάλλει κάθε στοιχείο της λειτουργίας της αποθήκης χημικών καθιστά την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη.
Κανένας δεν έχει την πλήρη λίστα με τα χημικά που ήταν αποθηκευμένα. Η κυβέρνηση παραπέμπει στον υπεύθυνο της αποθήκης, ο οποίος όμως είναι πολύ σοβαρά τραυματισμένος για να μιλήσει. Οι Αρχές υποστηρίζουν ότι το νερό του ποταμού Χαϊχέ δεν έχει υψηλότερα από το συνηθισμένο επίπεδα κυανίου και ότι τα ψάρια πέθαναν από υποξία επειδή τα επίπεδα του οξυγόνου βρέθηκαν εξαιρετικά χαμηλά.
Η έκρηξη ενδέχεται να έχει σκορπίσει στην ατμόσφαιρα ισχυρές καρκινογόνες ουσίες. Για παράδειγμα, η ουσία που προκαλεί την εντονότερη ανησυχία είναι το κυανιούχο νάτριο, από το οποίο πιστεύεται ότι υπήρχαν 700 τόνοι στην αποθήκη. Ακόμη και σε μικρή ποσότητα, το κυανιούχο νάτριο μπορεί να αποβεί μοιραίο για τους ανθρώπους. Οταν έρθει σε επαφή με το νερό, η λευκή αυτή ουσία μετατρέπεται σε ένα αέριο που χρησιμοποιείται ως χημικό όπλο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να περάσει το κυανιούχο νάτριο στο σύστημα ύδρευσης του Τιαντζίν.
Τουλάχιστον 114 άτομα σκοτώθηκαν και 700 τραυματίστηκαν όταν στις 12 Αυγούστου εξερράγησαν χημικά που βρίσκονταν σε αποθήκη κοντά στο λιμάνι του Τιαντζίν. Η αιτία της έκρηξης δεν έχει γίνει ακόμη γνωστή. Οπως έγινε γνωστό εκ των υστέρων, η αποθήκη λειτουργούσε χωρίς άδεια επί τουλάχιστον οκτώ μήνες, ως τον Ιούνιο, όταν έλαβε την άδεια με αμφισβητούμενες διαδικασίες.
Επίσης η αποθήκη απείχε μόλις 500 μέτρα από τα κοντινότερα σπίτια, κατά παράβαση της κινεζικής νομοθεσίας που ορίζει ότι η ελάχιστη απόσταση από κατοικημένες περιοχές πρέπει να είναι ένα χιλιόμετρο. Το ακόμη χειρότερο είναι ότι η εταιρεία στην οποία ανήκει η αποθήκη, η Ruihai International Logistics, αποθήκευε εκατοντάδες τόνους κυανιούχου νατρίου, νιτρικού αμμωνίου και νιτρικού καλίου, δηλαδή πολλές φορές περισσότερο από την ποσότητα που επιτρέπεται για λόγους ασφαλείας.
Δεν πρόκειται βεβαίως για το πρώτο μεγάλης κλίμακας βιομηχανικό δυστύχημα στην Κίνα τα τελευταία χρόνια. Το 2014 η κινεζική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία υπολόγισε ότι περισσότεροι από 68.000 Κινέζοι έχασαν τη ζωή τους εν ώρα εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι 186 άτομα την ημέρα πηγαίνουν στη δουλειά τους το πρωί όπου χάνουν τη ζωή τους ως το βράδυ. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας, στην Κίνα πέρυσι σημειώθηκε το 20% του συνόλου των εργατικών ατυχημάτων παγκοσμίως –και το ποσοστό αυτό αποτελεί βελτίωση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Για λόγους σύγκρισης σημειώνουμε ότι στις ΗΠΑ σκοτώνονται 12 άτομα την ημέρα σε εργατικά δυστυχήματα. Με δεδομένο ότι η Κίνα έχει πληθυσμό 1,3 δισεκατομμύριο ενώ οι ΗΠΑ 320 εκατομμύρια, θα έπρεπε να σημειώνονται στις ΗΠΑ 45 θάνατοι την ημέρα (και όχι 12) για να φθάσουν τα επίπεδα της Κίνας, που είναι σχεδόν τετραπλάσια.
Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ κάλεσε τις Αρχές να διδαχθούν «εξαιρετικά σοβαρά» μαθήματα από το δυστύχημα στο Τιαντζίν. Η κυβέρνηση του Πεκίνου θέτει σε εξέλιξη ένα φιλόδοξο πανεθνικό πρόγραμμα για τον έλεγχο όλων των εταιρειών και των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν χημικά και εκρηκτικές ύλες. Οι ειδικοί εύχονται το πρόγραμμα αυτό να μην αποδειχθεί κατώτερο των περιστάσεων.
Αν η Κίνα όντως εννοεί τις διακηρύξεις της για την πρωτοβουλία «Made in China 2025», σύμφωνα με την οποία θα υιοθετηθούν βιομηχανικές μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν τη χώρα έναν προηγμένο βιομηχανικό κόμβο ως το 2025, οι Αρχές οφείλουν να λύσουν γρήγορα και αποτελεσματικά το έλλειμμα ελέγχου για το κατά πόσο τηρούνται οι κανονισμοί ασφαλείας.
Οι ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα καλούνται να κάνουν προσπάθειες προκειμένου να βεβαιωθούν ότι κάθε επιχείρηση με την οποία συνεργάζονται στη χώρα διαθέτει την κατάλληλη άδεια από τις Αρχές, ελέγχεται τακτικά και τηρεί πλήρως τα πρότυπα ασφαλείας.
Η βιομηχανία χημικών της Κίνας σημείωσε εξαιρετικά γρήγορη ανάπτυξη τα τελευταία 15 χρόνια. Η χώρα μετατράπηκε από μεγάλος εισαγωγέας σε μεγάλο παραγωγό όλων των πετροχημικών που κυκλοφορούν σήμερα στον κόσμο. Είναι γνωστό ότι πολλές από τις εταιρείες που άρχισαν να δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτόν «έκοψαν δρόμο» για να κερδίσουν χρόνο ανάμεσα στους δαιδαλώδεις κανονισμούς. Τα πιο εξόφθαλμα παραδείγματα αφορούν εργοστάσια που χτίστηκαν και ξεκίνησαν τη λειτουργία τους προτού ακόμη λάβουν έγκριση από τις Αρχές.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση εργοστασίου παραξυλενίου στο Τσανγκτσού, όπου σημειώθηκε έκρηξη τον Απρίλιο, προκαλώντας πανικό λόγω της ανησυχίας για μόλυνση του δικτύου ύδρευσης της πόλης. Ηταν η δεύτερη έκρηξη στο ίδιο εργοστάσιο μέσα σε δύο χρόνια.

Στάνλεϊ Λάμπμαν, καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ των ΗΠΑ
«Δυστυχήματα όπως αυτό αποκαλύπτουν το μέγεθος της διαφθοράς»

«Δυστυχήματα όπως αυτό στο Τιαντζίν αποκαλύπτουν το μέγεθος του προβλήματος της διαφθοράς στην Κίνα»
λέει στο «Βήμα» ο Στάνλεϊ Λάμπμαν, ειδικός στο κινεζικό Δίκαιο και συνταξιοδοτημένος καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο καθηγητής Λάμπμαν είναι συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Bird in a Cage: Legal Reform in China after Mao» («Πουλί στο Κλουβί: Η Νομική Μεταρρύθμιση στην Κίνα μετά τον Μάο», Stanford University Press, 1999).
Πόσο πιθανό είναι η κινεζική κυβέρνηση να εισαγάγει και κυρίως να εφαρμόσει αυστηρότερους νόμους για την ασφάλεια στους χώρους εργασίας, δεδομένης της εκτεταμένης διαφθοράς σε τοπικό επίπεδο;
«Δεν γνωρίζω κατά πόσο η κινεζική κυβέρνηση επιθυμεί να εφαρμόσει πιο αυστηρούς κανονισμούς στους χώρους εργασίας σε αυτή τη φάση, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αντίδραση του κόσμου στις εκρήξεις του Τιαντζίν θα την εξωθήσει να αναλάβει σοβαρή δράση, την οποία φυσικά θα φροντίσει να δημοσιοποιήσει. Ωστόσο το πρόβλημα στο Τιαντζίν δεν ήταν η έλλειψη κανονισμών αλλά, όπως αναγνωρίζει η ερώτησή σας, η απροθυμία της τοπικής κυβέρνησης να εφαρμόσει τους νόμους. Πράγματι, όσο περισσότερα πράγματα μαθαίνουμε για το δυστύχημα στο Τιαντζίν τόσο περισσότερο καταλαβαίνουμε ότι η διαφθορά ήταν ο λόγος της μη εφαρμογής των κανονισμών.
Υπάρχουν δημοσιεύματα, όπως ένα στην αμερικανική εφημερίδα «The Wall Street Journal», που αποκαλύπτουν ότι εκτός από τις αποθήκες της εταιρείας Ruihai υπάρχουν και άλλες αποθήκες στην ίδια πόλη κοντά σε σπίτια, οι οποίες ελέγχονται από την κρατική κοινοπραξία χημικών Sinochem. Οπότε προκύπτουν και άλλες παραβιάσεις της νομοθεσίας στο Τιαντζίν που θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε εξίσου καταστροφικά αποτελέσματα. Επομένως το πρόβλημα στο Τιαντζίν αντανακλά μια κρίσιμη αποσύνδεση μεταξύ των κεντρικών κανονισμών και της τοπικής εφαρμογής τους –δεν επιθυμούν να εφαρμόσουν αυτούς τους κανονισμούς.
Και αυτό είναι ένα ενδημικό, συστημικό πρόβλημα σε ολόκληρη την Κίνα. Για παράδειγμα, ισχύει και για τους κανονισμούς για την ασφάλεια των τροφίμων, έχουμε ακούσει για τροφικές δηλητηριάσεις από τοξικά προϊόντα ή για την περιβαλλοντική ασφάλεια –και αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που προκαλείται περιβαλλοντική καταστροφή από την ελλιπή εφαρμογή των νόμων. Πιστεύω όμως ότι κάτι θα αλλάξει καθώς εντείνεται η αντίδραση της κοινής γνώμης –στο Τιαντζίν οι κάτοικοι διαδηλώνουν και παρότι το καθεστώς προσπάθησε να αποσιωπήσει τα δημοσιεύματα στον Τύπο, τα νέα για χιλιάδες κατοίκους των οποίων η ζωή έχει τεθεί σε κίνδυνο ή η περιουσία καταστράφηκε διαδίδονται.
Επιπλέον πιθανολογώ ότι το κίνημα για την προστασία του περιβάλλοντος, αν και λειτουργεί σε καθεστώς αυστηρών περιορισμών, θα προσπαθήσει να είναι πιο ενεργό σε αυτή την περίπτωση, με σκοπό να επιφέρει μια πιο αποτελεσματική εφαρμογή των νόμων. Οπως είπα, πρόκειται για ένα συστημικό και πολιτισμικό πρόβλημα, το οποίο έχει τις ρίζες του στις σχέσεις των τοπικών ελίτ με την κυβέρνηση. Δημοσιεύματα αποκαλύπτουν πολύ στενές σχέσεις μεταξύ συγγενών των ιδιοκτητών της αποθήκης και των τοπικών αξιωματούχων που ήταν υπεύθυνοι για τον έλεγχο των προδιαγραφών ασφαλείας για την έκδοση αδειών».

Πώς αποτιμάτε την αντίδραση της κινεζικής κυβέρνησης στο δυστύχημα του Τιαντζίν;
«Η κινεζική κυβέρνηση υπήρξε πολύ αργή στην αντίδρασή της αρχικά, αλλά τώρα φαίνεται ότι έχει αποφασίσει να πάρει στα σοβαρά αυτό το δυστύχημα και αποκαλύπτει μέσω του κρατικού ειδησεογραφικού πρακτορείου Xinhua τα προβλήματα σχετικά με την αδειοδότηση για τη λειτουργία της Ruihai. Επιπλέον, το Xinhua είναι αυτό που αποκάλυψε ότι η εταιρεία Ruihai ιδρύθηκε με τη βοήθεια της επιρροής δύο ανδρών με προνομιακές σχέσεις με πολιτικά πρόσωπα, με πολιτικές διασυνδέσεις. Ο ένας ήταν γιος του πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας για τη δημόσια ασφάλεια του λιμανιού του Τιαντζίν και ο άλλος έχει σχέσεις με τη Sinochem. Επομένως οι σχέσεις διαφθοράς έχουν αποκαλυφθεί και δεν πρόκειται για κάτι πρωτότυπο στην Κίνα σήμερα.
Τέτοιου είδους δυστυχήματα αποκαλύπτουν το μέγεθος του φαινομένου, δύο χρόνια αφότου το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας υπό τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ ξεκίνησε την εκστρατεία του κατά της διαφθοράς. Και αυτό δείχνει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να εξαλειφθεί εντελώς η διαφθορά στην Κίνα, όπως και σε οποιαδήποτε χώρα –ακόμη και στις δυτικές χώρες προκύπτουν φαινόμενα διαφθοράς σε διαφορετικούς βαθμούς. Συγκεκριμένα στην Κίνα υπάρχει ένα σημαντικό εμπόδιο στην κινεζική κουλτούρα και στην κουλτούρα του ΚΚΚ που δεν επιτρέπει μια σοβαρή παρέμβαση της κεντρικής κυβέρνησης, η οποία θα εξάλειφε τη διαφθορά. Πρόσφατα διάβασα ένα άρθρο για τους χαμηλόβαθμους τοπικούς αξιωματούχους στην Κίνα που υποστήριζε ότι αυτοί έχουν πολύ περιορισμένες ευκαιρίες ανέλιξης και για αυτόν τον λόγο προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν το εισόδημά τους μέσω διεφθαρμένων συναλλαγών. Είναι ένα φαινόμενο τόσο ριζωμένο στο σύστημα που θα χρειαστεί πολύ μεγάλο διάστημα ώσπου να αλλάξει, αν πρόκειται ποτέ να γίνει αυτό».
Αριθμοί

Πρωταθλήτρια στους νεκρούς

To 2014 στην Κίνα 68.061 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε εργατικά δυστυχήματα, σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της χώρας. Αυτό μεταφράζεται σε 186 νεκρούς καθημερινά σε ένα κράτος 1,3 δισ. κατοίκων και αναλογεί στο 20% των θανάτων σε παγκόσμιο επίπεδο για τον ίδιο λόγο. Συγκριτικά στις Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν τη ζωή τους 12 άτομα την ημέρα σε εργατικά δυστυχήματα.
Μείωση των δυστυχημάτων

Παρά τον αυξημένο αριθμό των νεκρών σε εργατικά δυστυχήματα στην Κίνα, τα στοιχεία αποκαλύπτουν μία σταδιακή μείωση του αριθμού των θανάτων. Για παράδειγμα, τα εργατικά δυστυχήματα στους τομείς της βιομηχανίας, των ορυχείων και του εμπορίου προκάλεσαν 1.328 θανάτους ανά 100.000 υπαλλήλους μέσα στο 2014, μείωση κατά 12,9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Δεσμοί με το κράτος

Ο Γιου Σουεγουέι, ο άνδρας που φέρεται να είναι ο κύριος ιδιοκτήτης των αποθηκών στο επίκεντρο των φονικών εκρήξεων στο Τιαντζίν, διατελεί επίσης μέλος του ΔΣ μιας θυγατρικής εταιρείας της κρατικής Sinochem. Η Sinochem ελέγχεται από το Κρατικό Συμβούλιο, την κεντρική Αρχή που επιβλέπει τις έρευνες για τις εκρήξεις στην αποθήκη χημικών της Ruihai, που στοίχισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 114 άτομα και ανάγκασαν χιλιάδες να εγκαταλείψουν τις εστίες τους.
Προειδοποιήσεις στον αέρα

Πριν από το τραγικό δυστύχημα στο Τιαντζίν είχαν υπάρξει αρκετές προειδοποιήσεις σχετικά με την ασφάλεια της λειτουργίας των αποθηκών με χημικά στην Κίνα, πολλές εκ των οποίων είναι παλιές. Μια κρατική έρευνα υπογράμμισε τον κίνδυνο για «σοβαρά ατυχήματα και θύματα» στον τομέα των χημικών αλλά και την έκρηξη σε μία άλλη κινεζική πόλη εξαιτίας της ελλιπούς εφαρμογής των κανονισμών ασφαλείας. Συγκεκριμένα, στην Κίνα περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί σε περίπου 3.600 δυστυχήματα, που περιελάμβαναν επικίνδυνες χημικές ουσίες μεταξύ του 2009 και του 2014.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ