Είκοσι χρόνια μετά την ανατριχιαστική γενοκτονία τουλάχιστον 800.000 ανθρώπων, στην πλειονότητά τους μελών της φυλής των Τούτσι, από εξτρεμιστές της φυλής των Χούτου, στη Ρουάντα, ίσως ήρθε η ώρα να ξεκαθαρίσει το τοπίο σχετικά με τον ρόλο της Γαλλίας στα γεγονότα εκείνης της εποχής. Εναν ρόλο που πολλοί θεωρούν βρώμικο λόγω της στάσης που κράτησε η τότε κυβέρνηση του Σοσιαλιστή προέδρου Φρανσουά Μιτεράν.
Αυτό υποστηρίζει σε άρθρο του ο «Guardian» θεωρώντας ότι «για 20 χρόνια δημοσιογράφοι και ακτιβιστές προσπαθούσαν ανεπιτυχώς να ξεσκεπάσουν τον σκιώδη ρόλο της Γαλλίας στη γενοκτονία του 1994». Αφορμή για την αναθέρμανση του δημόσιου διαλόγου για το θέμα έδωσε η έναρξη στη Γαλλία της δίκης του Πασκάλ Σιμπικάνγκουα, ενός πρώην αξιωματικού των μυστικών υπηρεσιών του στρατού της Ρουάντας, ο οποίος κατηγορείται για τον ρόλο του στη γενοκτονία του 1994. Ο παραπληγικός και 54χρονος σήμερα πρώην λοχαγός κατηγορείται για υποκίνηση, οργάνωση και συνέργεια στη γενοκτονία καθώς συνέβαλε, κατά το κατηγορητήριο, αποφασιστικά στον εξοπλισμό της «πολιτοφυλακής» των Χούτου, η οποία επί της ουσίας ήταν ο πυρήνας αδίστακτων αποσπασμάτων θανάτου.
Ο Σιμπικάνγκουα κατηγορείται ότι φρόντισε για τη δομή και την ανάπτυξη αυτών των ομάδων σφαγέων που έδρασαν κυρίως στο χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο ως τον Ιούλιο του 1994.
Είναι η πρώτη φορά που η γαλλική Δικαιοσύνη δικάζει έναν εμπλεκόμενο στον εμφύλιο της Ρουάντας. Αν ο Σιμπικάνγκουα καταδικαστεί, αντιμετωπίζει ποινή ισόβιας κάθειρξης.
Στις επτά εβδομάδες που αναμένεται να διαρκέσει η δίκη θα ακουστούν μαρτυρίες για το πώς οι Χούτου, η φυλή που πλειοψηφεί στον πληθυσμό της αφρικανικής χώρας, εξαπέλυσε ρατσιστικό πογκρόμ εναντίον των Τούτσι, οι οποίοι, αν και μειοψηφία, κυβερνούσαν για αιώνες την περιοχή.
Το 1962 οι Χούτου ανέτρεψαν το καθεστώς των Τούτσι έπειτα από νικηφόρο ανταρτοπόλεμο. Και το 1994 οι «παραδοσιακοί» δεσμοί της γαλλικής αποικιοκρατίας με τους Χούτου βρήκαν τη χειρότερη έκφρασή τους στην υποστήριξη που τους παρείχε το Παρίσι.

«Η δίκη αυτή σηματοδοτεί όχι μόνο το τέλος της Γαλλίας ως καταφυγίου δολοφόνων αλλά και την αφορμή για να αποκαλυφθεί ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα του 20ού αιώνα: ο ρόλος της Γαλλίας στη γενοκτονία της Ρουάντας»
σημειώνει το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας, προσθέτοντας ότι «ως σήμερα η Γαλλία εμφανιζόταν εξαιρετικά απρόθυμη να κινητοποιήσει τη νομική διαδικασία για τους 27 αξιωματικούς-φυγάδες από τη Ρουάντα που ευθύνονται για τον θάνατο 800.000 ανθρώπων. Οι φυγόδικοι αυτοί ζουν σε γαλλικό έδαφος».
Ως σήμερα η Γαλλία απέρριπτε τα αιτήματα της Ρουάντας για την έκδοση στην αφρικανική χώρα των 27 υπόπτων Χούτου που έχουν καταφύγει στο γαλλικό έδαφος, ενώ και οι γαλλικές Αρχές απέφευγαν να δικάσουν υπόπτους στη Γαλλία βάσει της αρχής της λεγόμενης «οικουμενικής δικαιοδοσίας» που επιτρέπει να μη δικάζονται άνθρωποι για σοβαρά εγκλήματα τα οποία διέπραξαν εκτός Γαλλίας.
Το 2008 η Ρουάντα κατηγόρησε επίσημα τη Γαλλία για ανάμειξη στη γενοκτονία του 1994 ζητώντας να ασκηθούν διώξεις εναντίον 13 υψηλόβαθμων πολιτικών αξιωματούχων και 20 στρατιωτικών. Μεταξύ εκείνων το όνομα των οποίων αναφερόταν σε έκθεση 500 σελίδων από επιτροπή που διεξήγαγε την έρευνα ήταν ο Σοσιαλιστής πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν (κατείχε το ύπατο αξίωμα ως το 1995) και ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Ντομινίκ ντε Βιλπέν.
Σύμφωνα με την έκθεση, η κυβέρνηση της Γαλλίας «ήταν εις γνώσιν των προετοιμασιών για τη γενοκτονία και συμμετείχε στις κυριότερες πρωτοβουλίες της δρομολόγησής της, ακόμη και στην εκτέλεσή της, και γάλλοι στρατιώτες διέπραξαν πολλούς βιασμούς σε πρόσφυγες Τούτσι».
Η ομολογία του Σαρκοζί


Τις κατηγορίες αυτές είχε επανειλημμένως αρνηθεί το Παρίσι, για τον λόγο αυτόν και οι δύο χώρες είχαν διακόψει τις μεταξύ τους σχέσεις από το 2006 ως το 2009, μέχρι που αποκαταστάθηκαν επί προεδρίας Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος παραδέχθηκε δημοσίως ότι «η Γαλλία διέπραξε σοβαρά λάθη σε σχέση με τη γενοκτονία».

«Η δίκη αυτή θα καταδείξει με ποιον τρόπο η Γαλλία επέβαλε την εξωτερική πολιτική της στη Ρουάντα. Μια πολιτική που έγινε με τρόπο μυστικό και που αποφασίστηκε από τα υψηλότερα κλιμάκια της τότε κυβέρνησης, πρωτοστατούντος του προέδρου Μιτεράν, με τη βοήθεια υψηλόβαθμων στρατιωτικών, όπως ο στρατηγός Κριστιάν Κεσνό, ο ναύαρχος Ζακ Λανσάντ και ο στρατηγός Ζαν-Πιερ Χουσόν»
καταλήγει το άρθρο του «Guardian».
Δημοσιεύτηκε στο helios plus στις 6 Φεβρουαρίου 2014

HeliosPlus