Από τη Βοστώνη ως τον βόρειο Καύκασο και τη Μόσχα η απειλή του ισλαμικού εξτρεμισμού φαίνεται να δημιουργεί έναν σημαντικό δεσμό μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας. Οπως επισημαίνουν αναλυτές, η συνεργασία των δύο χωρών σε θέματα αντιμετώπισης της ισλαμικής τρομοκρατίας δεν είναι δυνατόν να πέρασε απαρατήρητη και ενδεχομένως αυτή είναι που «στοχοποίησε» τις ΗΠΑ στα μάτια των τσετσένων αδελφών Ταμερλάν και Τζοχάρ Τσαρνάεφ, που αιματοκύλισαν τον Μαραθώνιο της Βοστώνης την περασμένη Δευτέρα.
Συγκεκριμένα, η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών σε επίπεδο υπηρεσιών πληροφοριών ενάντια στην ισλαμική τρομοκρατία θα πρέπει να έγινε ακόμη πιο στενή μετά τη «σφαγή του Μπεσλάν», το 2004, όταν 32 μουσουλμάνοι φονταμενταλιστές από την Τσετσενία επέδραμαν πάνοπλοι σε ένα ρωσικό σχολείο και κατά την τριήμερη ομηρεία που ακολούθησε περισσότερα από 380 άτομα έχασαν τη ζωή τους –στην πλειονότητά τους παιδιά.
Πρόκειται για την πλέον διαβόητη επίθεση τσετσένων αυτονομιστών και δεδομένου του σάλου που προκάλεσε, έκτοτε στόχευαν περισσότερο σε μεμονωμένους στόχους και κυβερνητικούς αξιωματούχους –και όχι σε μεγάλες ομάδες πολιτών.
Αν οι μουσουλμάνοι καυκάσιοι φονταμενταλιστές ήθελαν έναν εύκολο στόχο δεν θα ήταν δύσκολο να μεταβούν στις ΗΠΑ με προσωρινή βίζα και εκεί να εξαπολύσουν επίθεση κατά τη διάρκεια ενός γεγονότος με πανεθνική εμβέλεια.
Αν όμως οι δύο δράστες πραγματοποιούσαν την ίδια επίθεση στη Μόσχα οι συνέπειες για τους ίδιους και τα αντίποινα για το κίνημά τους θα ήταν πολύ βαρύτερα υπό την κυβέρνηση του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος έχει δείξει ότι δεν φοβάται να ανταποδώσει τα ίσα σε ένα χτύπημα.
Μια έρευνα για την τσετσένικη τρομοκρατία η οποία έγινε από τον Πρεέτι Μπατατσάρτζι για το Ανεξάρτητο Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων εξηγεί ότι το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ πιστεύει ότι η Διεθνής Ισλαμική Ταξιαρχία για τη Διατήρηση της Ειρήνης αποτελεί το πρωταρχικό κανάλι χρηματοδότησης των τσετσένων ανταρτών, εν μέρει μέσω συνδέσμων με χρηματοδότες της Αλ Κάιντα. Παράλληλα, οι ΗΠΑ χαρακτηρίζουν πολλές από τις τσετσένικες ένοπλες αυτονομιστικές οργανώσεις τρομοκρατικές.
Η μακρόχρονη και ιστορικά αιματηρή διαμάχη της Τσετσενίας με τη Ρωσία έχει προσελκύσει και έναν μικρό αριθμό ισλαμιστών μαχητών εκτός Τσετσενίας, ορισμένοι από τους οποίους είναι άραβες ένοπλοι με πιθανούς δεσμούς με την Αλ Κάιντα. Ενας τσετσένος πολέμαρχος ονόματι Χατάμπ λέγεται ότι συνάντησε τον ιδρυτή της Αλ Κάιντα Οσάμα μπιν Λάντεν εν όσω οι δυο τους πολεμούσαν ενάντια στη σοβιετική κατοχή του Αφγανιστάν, μεταξύ 1979-1989. Παράλληλα ο Ζακαρίας Μουσάουι, ο οποίος καταδικάστηκε για την εμπλοκή του στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, φέρεται να ήταν πρώην στρατολόγος για αντάρτες της Αλ Κάιντα με έδρα την Τσετσενία.
Τσετσένοι μαχητές φέρονται να πολεμούσαν μαζί με τις δυνάμεις της Αλ Κάιντα και των Ταλιμπάν ενάντια στη νατοϊκή συμμαχία στα τέλη του 2001, ενώ το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν ήταν η μοναδική κυβέρνηση που αναγνώρισε την αυτονομία της Τσετσενίας. Ο πλέον διαβόητος τσετσένος ισλαμιστής μαχητής θεωρείται ο Σαμίλ Μπασάγεφ, ο κάποτε πιο καταζητούμενος άνθρωπος στη Ρωσία, ο οποίος είχε διατάξει την επίθεση στο σχολείο του Μπεσλάν και σκοτώθηκε το 2006 σε βομβιστική επίθεση.
Τσετσένοι τρομοκράτες βρίσκονται πίσω από πολυάριθμες επιθέσεις επί ρωσικού εδάφους, συμπεριλαμβανομένων των βομβιστικών επιθέσεων σε συγκρότημα καταστημάτων και κατοικιών το 1999 στη Μόσχα με 64 νεκρούς και την υπόθεση ομηρείας στο θέατρο Ντουμπρόβκα το 2002, με περισσότερους από 120 νεκρούς.
Το ενδεχόμενο να έχει αρχίσει «εξαγωγή» της τσετσένικης τρομοκρατίας στις ΗΠΑ, ίσως με το «επιχείρημα» ότι «Ομπάμα και Πούτιν συνεργάζονται διεθνώς και προστατεύουν τα οικονομικά τους συμφέροντα», άρα «ο (όψιμος) φίλος του εχθρού μου είναι εχθρός μου», εξετάζεται σοβαρά από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Αν αυτό έχει κάποια δόση αλήθειας είναι εξαιρετικά ανησυχητικό φαινόμενο, καθώς συνοδεύεται από τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα που επιδιώκουν να χυθεί αίμα αθώων, ακριβώς όπως συνέβη στη Βοστώνη.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 19/4/13

HeliosPlus