Στο Ιρκούτσκ της Σιβηρίας γνώριζαν από τον περασμένο Απρίλιο ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα γινόταν πάλι πρόεδρος. Οι «μπάμπουσκες» της τοπικής βιοτεχνίας είχαν από τότε διαφορετική διάταξη. Εξω ήταν ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Πούτιν και μέσα ο πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ.

Οταν τον ερχόμενο Μάιο ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα εισέλθει για τρίτη, εξαετή αυτή τη φορά, θητεία στο Κρεμλίνο θα βρει έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από εκείνον που άφησε πριν από τέσσερα χρόνια. Στη Δύση οι παραδοσιακές Κασσάνδρες προβλέπουν ότι «θα ανατρέψει τα πάντα». Κάποιοι σοβαρότεροι πιστεύουν ότι η πολιτική του στο εσωτερικό και στον διεθνή χώρο θα είναι μια εκσυγχρονισμένη παραλλαγή της γενικής πολιτικής του τις δύο προηγούμενες θητείες του. Δεν φαίνεται να αντέχουν σε μια ουσιαστική ανάλυση της κατάστασης αυτές οι εικασίες. Ο ίδιος ο Πούτιν φρόντισε να βοηθήσει την περασμένη εβδομάδα τους εικοτολογούντες αναλυτές δίνοντάς τους ένα στίγμα πορείας και κάποιο μήνυμα. Με άρθρο του στην «Ισβέστια» έκανε απολύτως σαφές ότι η πολιτική του θα έχει δύο κίνητρα – την εξασφάλιση της οικονομικής ανάπτυξης στο εσωτερικό και, δεύτερον, την εστίαση της προσοχής στη δημιουργία ενός «διεθνούς πόλου επιρροής, μαζί με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και την Ασία».

Το όραμα τού Πούτιν είναι μια «Ευρασιατική Ενωση» των κρατών της άλλοτε Σοβιετικής Ενωσης η οποία «θα αποτελούσε έναν ουσιαστικό κρίκο μεταξύ Ευρώπης και της δυναμικής περιοχής της Ασίας και του Ειρηνικού». Και για να καθησυχάσει εκείνους που θα έβλεπαν στην πρότασή του μια προσπάθεια για νεκρανάσταση της Σοβιετικής Ενωσης υπό τη Μόσχα ο Πούτιν είναι κατηγορηματικός. «Θα ήταν αφελές και ανόητο να προσπαθήσει κανείς να αναζωογονήσει κάτι που ανήκει οριστικά στο παρελθόν» γράφει. Η Ενωση που βλέπει θα στηρίζεται «σε νέες αρχές και οικονομικά και πολιτικά θεμέλια».

Αλλαγές στις βασικές κατευθύνσεις της εξωτερικής πολιτικής του δεν πρέπει να αναμένονται. Ασχέτως από το ποια τύχη θα έχει η προσπάθεια για την Ευρασιατική Ενωση είναι γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική της «Ρωσίας του Πούτιν Νο 3» θα δώσει πολύ μεγαλύτερη προσοχή στην Ασία παρά στην Ευρώπη και την Αμερική. Ο Πούτιν δεν έκρυψε ποτέ την απογοήτευσή του – και πολλές φορές την οργή του – για τη στάση της Δύσης γενικά στα «ανοίγματα» που έκανε προς το μέρος της. Μόνο τη Γερμανία και ως έναν βαθμό τη Γαλλία εξαιρεί από τις χώρες που «δεν δείχνουν να ακολουθούν πάντοτε τα κελεύσματα της Ουάσιγκτον» σημειώνει το ρωσικό πρακτορείο Novosti. Οσο για την Αμερική, ο Πούτιν φαίνεται ότι «δεν ξεχνά την πικρία που του προκάλεσε ο Τζορτζ Μπους όταν τον εγκατέλειψε στο ζήτημα της Τσετσενίας παρ’ όλο που εκείνος του παραστάθηκε στο πρόβλημα της Αλ Κάιντα» διαπίστωσε πρόσφατα το βρετανικό «The Guardian».

Οι συναισθηματισμοί και οι προκαταλήψεις δεν έχουν όμως ρόλο στην πολιτική. Ο Πούτιν δεν μπορεί να αγνοήσει ότι η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας δεν έχει ούτε συμμάχους ούτε πραγματικούς φίλους. Με παράπονο και περισσότερη ανησυχία ο αρθρογράφος των «Moscow Times» διαπίστωνε προχθές ότι οι άλλες χώρες και οι ηγέτες τους «ελάχιστα ενδιαφέρονται για το τι θα πει η Μόσχα». Σήμερα η παγκόσμια γεωπολιτική εικόνα δεν του επιτρέπει να απομακρυνθεί πολύ ούτε από την Ευρώπη ούτε από την Αμερική. Η αυξανόμενη συνεχώς επιρροή της Κίνας στη «ζώνη των προνομιακών συμφερόντων» της Ρωσίας, δηλαδή στη Σιβηρία, την Απω Ανατολή, την Κεντρική Ασία και τον Καύκασο, θα τον αναγκάσει να διατηρήσει όσο το δυνατόν καλές σχέσεις με την ΕΕ και την Ουάσιγκτον. Η κάθετη πτώση της τιμής του πετρελαίου ενισχύει αυτή την τάση και αποστομώνει εκείνους που στη Ρωσία εξακολουθούν να διαφωνούν με την «προσέγγιση στα δυτικά πρότυπα».

ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
Περιμένοντας το (νέο) «θαύμα»

Η ψυχολογική ανακούφιση που ένιωσε ο ρωσικός λαός από την ανατροπή της «εποχής Γέλτσιν» και οι αστρονομικές τιμές του πετρελαίου επέτρεψαν στον Πούτιν να δώσει ελπίδα για το μέλλον στους Ρώσους, να εξασφαλίσει σταθερότητα, να αποκαταστήσει κάπως το διεθνές κύρος της χώρας και να δημιουργήσει ένα στοιχειώδες κοινωνικό κράτος.

Σήμερα όμως το ασφαλιστικό σύστημα έχει καταρρεύσει, οι τιμές του πετρελαίου δεν αρκούν, οι (σοβιετικής εποχής) υποδομές δεν αντέχουν και η ισοσκέλιση του προϋπολογισμού είναι ανέφικτη, λέει ο υπουργός Οικονομικών.

Πέρα από όλα αυτά, ο Ρώσος σήμερα δεν αρκείται στο «θαύμα» του παρελθόντος.

Θέλει καλύτερες κρατικές υπηρεσίες, θέλει πάταξη της διαφθοράς, σωστή διακυβέρνηση και μια πιο «άνετη ζωή», καθώς σήμερα έχει όσο ποτέ υψηλό οικονομικό επίπεδο (το μέσο ΑΕΠ έφθασε τις 20.000 δολάρια – από 2.000 δολάρια το 1999).


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ