Η λίστα για την αντιπροσωπευτική ομάδα μπάσκετ του Γυμνασίου Λέινι έχει βγει, αλλά το δικό του όνομα λείπει. Το βλέμμα του νεαρού μπασκετμπολίστα έχει κολλήσει στο δέκατο γράμμα της αγγλικής αλφαβήτου. Διαβάζει και ξαναδιαβάζει το χαρτί σίγουρος ότι πρόκειται για λάθος. Επιστρέφει στο σπίτι, κλείνεται στο δωμάτιό του και βάζει τα κλάματα. Αρκετά χρόνια αργότερα, έπειτα από δύο ολυμπιακά μετάλλια και έξι πρωταθλήματα ΝΒΑ, ο πολυτιμότερος παίκτης όλων των εποχών ακούει στο ίδιο όνομα. Στο όνομα που δεν είχε συμπεριληφθεί σε εκείνη τη λίστα. Στο όνομα Μάικλ Τζόρνταν.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προτού συμπεριληφθούν στο πάνθεον των επιτυχημένων είδαν την πόρτα να κλείνει με πάταγο μπροστά τους – για την ακρίβεια, αποτελούν λεγεώνα. Ο Γουόλτ Ντίσνεϊ απολύθηκε από την εφημερίδα όπου εργαζόταν επειδή «δεν είχε ευφάνταστες ιδέες», η Οπρα Γουίνφρεϊ στα 22 της εκδιώχθηκε από ένα κανάλι γιατί «δεν είχε τα κατάλληλα προσόντα». Ο Αλμπερτ Αϊνστάιν στο σχολείο έφερε τη ρετσινιά του τεμπέλη, ο Ελβις Πρίσλει άκουσε κάποιον ατζέντη να του λέει «καλύτερα να συνεχίσεις να οδηγείς φορτηγά».
Στα χωράφια της τεχνολογίας και της επιχειρηματικότητας οι περισσότεροι έχουν συμφιλιωθεί πλήρως με το χαστούκι της πανωλεθρίας. Ο όρος «πίβοτ», μάλιστα, εκτός παρκέ, συμβολίζει τη στροφή που κάνει κάποιος μετατρέποντας την πρότερη αποτυχία του σε λαμπρή ευκαιρία. Ο Μπιλ Γκέιτς απέτυχε στην πρώτη επιχείρησή του (αυτό ήταν και το εφαλτήριο για τον θρίαμβο της Microsoft), ενώ ο Στιβ Τζομπς παράτησε το κολέγιο, απολύθηκε από την εταιρεία που ο ίδιος ίδρυσε – και επανήλθε δριμύτερος για να εξελιχθεί στον κοσμικό άγιο στον οποίο ανακηρύχθηκε μετά θάνατον.
Και εντός συνόρων, όμως, η θαυματουργή αποτελεσματικότητα της αποτυχίας μοιάζει να ισχύει. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος ίσως να μην έφτανε στη θέση του πρωθυπουργού αν το κόμμα που ίδρυσε το 1993, η Πολιτική Ανοιξη, δεν διαλυόταν, και η Φανή Χαλκιά που ίσως να μην επέστρεφε στους στίβους με τον ίδιο ζήλο για να πάρει χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, αν δεν τα είχε παρατήσει λίγο νωρίτερα.
Στο έγκριτο «Harvard Business Review», σε ένα τεύχος αφιερωμένο στην αποτυχία, ο καθηγητής και διευθυντής του Κέντρου Θετικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια Μάρτιν Σέλιγκμαν εξηγούσε ότι αν και η αποτυχία μπορεί να ωθήσει ορισμένους στην παθητικότητα, οι περισσότερο αισιόδοξοι που θα βιώσουν την κατάσταση ως πρόσκαιρη και αναστρέψιμη θα έχουν κερδίσει πολύτιμη εμπειρία. Το νόημα της αποτυχίας κρύβεται στο τι αποκομίζει κανείς από τη μελέτη της – «να δοκιμάσεις ξανά, να αποτύχεις ξανά, να αποτύχεις καλύτερα», σύμφωνα με τον διάσημο ορισμό του θεατρικού συγγραφέα Σάμιουελ Μπέκετ. «Εχω χάσει 300 παιχνίδια και περισσότερες από 9.000 βολές στην καριέρα μου. Εχω αποτύχει ξανά και ξανά στη ζωή μου. Για αυτόν τον λόγο και πέτυχα» λέει ο Μάικλ Τζόρνταν, επιβεβαιώνοντας ότι η ανάκαμψη έχει τη δική της γοητεία.

*Δημοσιεύθηκε στο BHMAmen στο τεύχος Νοεμβρίου 2013