Περί αντιθέσεων
«Ο όγκος της κατοικίας δεν είναι κλειστός, αλλά με σαφείς προθέσεις: Διαθέτει τέσσερις διαδοχικές ανοιχτές πλευρές και δύο εξωτερικές κλειστές, οι οποίες όμως επιτρέπουν επιλεκτικές θεάσεις στον ελαιώνα και στοχευμένη είσοδο του φωτός. Είναι ακριβώς η «απλωσιά» της τοποθεσίας που επέβαλε την επιλεκτική εξωστρέφεια, να μην είναι η κατοικία εκτεθειμένη προς όλες τις κατευθύνσεις. Ενα σπίτι οφείλει να δημιουργεί ένα περιβάλλον οικειότητας και προστασίας, αλλά ταυτόχρονα να ανοίγεται –στον ήλιο, στον αέρα, στη θέα».
Τα στοιχεία της διάκρισης
«Η κριτική επιτροπή του «Häuser Award 2016: The best family homes in Europe» διέκρινε, πιστεύω, τη λειτουργική πρωτοτυπία, τη γλυπτική εγκυρότητα και τη διαυγή σχέση της κατοικίας με το ελληνικό τοπίο: ένας διάφανος διάδρομος αλλά και μια αυλή συνδέουν τον χώρο διημέρευσης με τα υπνοδωμάτια, το σύνολο εγγράφεται σε ένα πρίσμα ταυτόχρονα αυστηρό και δεκτικό, ενώ οι ελιές, το απέναντι βουνό και ο ήλιος αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία της κατοικίας, μέρος από τη σάρκα της –όπως τα δροσάνθεμα στην οροφή της».
Για τη συμβατότητα με την ελληνική αρχιτεκτονική
«Εάν ταυτίζουμε την ελληνική αρχιτεκτονική με γραφικές λιθεπενδύσεις και μια αναποφάσιστη πληθώρα υλικών, τότε όντως το σπίτι δεν συμβαδίζει με αυτήν. Από τον Ναό της Αφαίας στην Αίγινα και το Ζαγόρι έως τους οικισμούς της Θήρας, η ελληνική αρχιτεκτονική εκφράζει ένα πνεύμα λιτό και συνήθως περιορισμένο σε ένα υλικό: τον λίθο, τεχνητό ή μη. Στην κατοικία στα Μέγαρα το αρχαίο αυτό υλικό έχει παραμείνει εμφανές, χρωματισμένο με το θερμό χρώμα της περιβάλλουσας γης. Αλλωστε, ο ιδιοκτήτης είχε εκφράσει την επιθυμία για «κάτι δωρικό», αυστηρό, λιτό. Νομίζω ότι η κατοικία το πέτυχε».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ