Ριπλέϊ, τρία χρόνια πριν. Βράδυ της 4ης Ιουλίου 2004, με 10 εκατομμύρια Ελληνες καρφωμένους στους τηλεοπτικούς δέκτες τους για χάρη του κ. Οτο Ρεχάγκελ και των παικτών του που έχουν φτάσει ένα σκαλί από τον ποδοσφαιρικό παράδεισο ορμώμενοι από το… πουθενά. Ο Αγγελος Χαριστέας έχει σκοράρει, το 15λεπτο της πορτογαλικής πίεσης έχει ξοδευτεί χωρίς συνέπειες για την ελληνική εστία και στο 86ο λεπτό οι γηπεδούχοι βολοδέρνουν με την μπάλα στο κέντρο. Η αγωνία αγγίζει κόκκινο και ο διάσημος «εισβολέας» των ευρωπαϊκών γηπέδων Jimmy Jump μπουκάρει στον αγωνιστικό χώρο και σπριντάρει προς το μέρος του Λουίς Φίγκο. Πετάει μια σημαία της Μπαρτσελόνα στα μούτρα του «προδότη» Πορτογάλου που είχε μετακομίσει στη μισητή Ρεάλ Μαδρίτης και εν συνεχεία «βουτάει» μέσα στην εστία του Αντώνη Νικοπολίδη. Αμηχανία παντού για ελάχιστα δευτερόλεπτα. Ησυχία που σπάει από μια κραυγή στις θέσεις των επισήμων: «Ελα, Ντέμη! Ελα, πάμε, τελείωσε! Πάμε, πάμε κάτω, τελείωσε, αγόρι μου, νικήσαμε, πάμε μέσα στο γήπεδο». Προτού ολοκληρώσει τη φράση του, ο Γιώργος Καραγκούνης, που λόγω τιμωρίας παρακολουθεί τον τελικό του Euro 2004 από την εξέδρα παρέα με τον τραυματία Ντέμη Νικολαΐδη, έχει κατέβει πέντε-έξι σκαλιά και σε δευτερόλεπτα βρίσκεται στον πάγκο της Εθνικής, όπως και ο νυν πρόεδρος της ΠΑΕ ΑΕΚ. Παράνομα ασφαλώς, αφού ήταν τιμωρημένος! Ανυπάκουος, ανυπότακτος, παθιασμένος. Αυθεντικός. Με αθωότητα που παραπέμπει σε άλλες, πιο «ανθρώπινες» εποχές. Αυτός είναι ο «Τυπάρας», ο οποίος λειτουργώντας για ακόμη μία φορά περισσότερο με την καρδιά και το ένστικτο και λιγότερο με τη λογική και το οικονομικό συμφέρον επέστρεψε εφέτος στην αγαπημένη ομάδα του, τον Παναθηναϊκό.


Ο τελικός του Euro 2004 δεν είχε ολοκληρωθεί όταν ο (τιμωρημένος) Γιώργος Καραγκούνης στεκόταν ήδη όρθιος δίπλα στους αναπληρωματικούς της εθνικής ομάδας. Αλλά ποιος να σταματήσει τον «Κάρα»; Ποιος κανονισμός της UEFA και ποιο στέλεχος της ΕΠΟ; Χείμαρρος! Το είχε ξανακάνει στο φινάλε του αγώνα με τη Ρωσία για τη φάση των ομίλων, όταν ήταν και πάλι τιμωρημένος αλλά όρμηξε στον αγωνιστικό χώρο κραυγάζοντας προς τους συμπαίκτες του που έμοιαζαν να βρίσκονται σε σύγχυση μετά τη γλυκιά ήττα (2-1): «Προκριθήκαμε ρεεεεε!». Αυτό ήταν. Το… μπουρλότο για τα «όλε όλε» το είχε βάλει. Και ας κινδύνευσε με (νέα) τιμωρία, λόγω της εισβολής.


Είναι και… αγύριστο κεφάλι, όταν παίρνει μια απόφαση. Οπως τον χειμώνα του 2003, πριν από την επάρατη «Ριζούπολη» και τον προημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. «Είχα κάποιες συζητήσεις με τον πρόεδρο. Δεν τα βρήκαμε και μου ευχήθηκε καλή επιτυχία. Θα μείνω σίγουρα στον Παναθηναϊκό μέχρι το καλοκαίρι. Από εκεί και πέρα, θα ψάξω να βρω τον δρόμο μου. Να κάνω ένα καλό συμβόλαιο και να πάω να παίξω κάπου αλλού. Μπορεί να υπάρχει τώρα κρίση στο ποδόσφαιρο, αλλά η δική μου περίπτωση είναι ιδιάζουσα. Είμαι πέντε χρόνια στον Παναθηναϊκό με συμβόλαιο 800.000 δρχ. [ 2.348 ευρώ]. Οταν οι εποχές ήταν καλύτερες, ποτέ δεν με κάλεσαν για αναπροσαρμογή. Θα έπρεπε να σκεφτούν την προσφορά μου και να με αντιμετωπίσουν διαφορετικά» είχε πει τότε σε συνέντευξή του σε περιοδικό.


Ο Καραγκούνης αρνήθηκε τα 200 εκατ. δρχ. (587.000 ευρώ) και τα 270 εκατ. δρχ. (792.370 ευρώ) που του πρόσφερε ο κ. Αγγελος Φιλιππίδης δύο φορές μετά τον τραυματισμό του στο γόνατο στη διάρκεια του επαναληπτικού προημιτελικού με την Μπάρτσα, τότε που ο κ. Σέρχιο Μαρκαριάν έλεγε ότι «αν είχαμε τον Καραγκούνη στο δεύτερο ημίχρονο, θα είχαμε προκριθεί». Γιατί είπε «όχι»; Για να κάνει πεισματικά πραγματικότητα το… ιταλικό όνειρό του: την καριέρα στην Ιντερ. «Ο κόσμος του Παναθηναϊκού δεν είναι χαζός για να πιστέψει ότι δεν πήραμε τίτλο επειδή χάσαμε από την Παναχαϊκή και την Προοδευτική, ενώ είχαμε νικήσει όλα τα ντέρμπι εκείνη τη χρονιά. Ο μόνος λόγος ήταν η διαιτησία» έλεγε ευθαρσώς (από) τότε. Και επέστρεψε εκεί όπου τον είχε φέρει στα 13 του από τον Πύργο ο κ. Χουάν Ραμόν Ρότσα. Για να πάρει το… αίμα του πίσω, μαζί και το πρώτο του πρωτάθλημα.


Αν και οι εγχώριες διακρίσεις ουδέποτε ήταν ο πρώτος στόχος του. Αυτός ο κόμπος της πίκρας στον λαιμό τον δυσκόλευε να μιλήσει δυνατά όταν αναφερόταν στον προημιτελικό του Κυπέλλου UEFA με την Πόρτο (του κ. Ζοζέ Μουρίνιο) στην επίσημη παρουσίασή του από τον Παναθηναϊκό πριν από λίγες ημέρες. Ανατράφηκε ποδοσφαιρικά σε μια ομάδα με ευρωπαϊκές διακρίσεις. Αυτές ζητούσε, αυτές κατέκτησε, γι’ αυτές (δικαίως) υπερηφανεύεται. Το έχει καμάρι ότι είναι ο μοναδικός έλληνας ποδοσφαιριστής που επί έξι συναπτά έτη (από δύο με Παναθηναϊκό, Ιντερ και Μπενφίκα) φτάνει στον προημιτελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης.


Ο ποδοσφαιρικός εγωισμός του είναι τόσο ισχυρός όσο καταδεικνύει η «ποδιά» στον Ζινεντίν Ζιντάν στον προημιτελικό του Euro 2004 με τη Γαλλία. Η ατόφια παιδικότητά του φτάνει μέχρι του σημείου (πρόσφατο παράδειγμα) να διαμαρτύρεται στον προπονητή του Παναθηναϊκού κ. Ζοζέ Πεσέιρο για «βήματα» του Βαγγέλη Μάντζιου σε ένα ματς… ποδοχάντμπολ στην προπόνηση. Και η αστείρευτη θετική του ενέργεια διαχέεται παντού!


«Μπορούμε τα πάντα με προσπάθεια και δουλειά. Μη φοβάστε τίποτε» είπε στους πιτσιρικάδες της ομάδας από τις πρώτες ημέρες της επιστροφής του στην Παιανία. Ηδη έχει αποφανθεί: «Εχουμε και καλά παιδιά και πολύ καλούς παίκτες. Και οι ξένοι και οι Ελληνες. Πρόβλημα ψυχολογίας είχε η ομάδα, όχι αγωνιστικό. Αλλά θα τα φτιάξουμε όλα, θα δείτε, θα κάνουμε ωραία πράγματα, θα τη φτιάξουμε την ομάδα» έλεγε σε «κολλητούς» του ύστερα από μία εβδομάδα στο αθλητικό κέντρο όπου έμαθε την ποδοσφαιρική «αλφαβήτα». Αν και εντός του τερέν, πάλι… αναρχοαυτόνομος είναι!


Ο αστικός μύθος αναφέρει ότι ο αείμνηστος Γιάννης Κυράστας είχε δώσει εντολή να χαραχθούν στη Λεωφόρο «εσωτερικές» γραμμές, όρια, μόνο και μόνο για να καθορίζουν τον χώρο δράσης του. Ουδείς όμως μπορεί να τον τιθασεύσει όπως εκείνος την μπάλα, με αυτό το ιδιότυπο στυλ που παραπέμπει στις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Κάτω το κεφάλι, αλλά αντίληψη του χώρου με «ακτίνες Χ». Σουτ, πάσες, ακατάπαυστο τρέξιμο, «πάμε, πάμε» προς τους συμπαίκτες του, «μα τι δίνεις τώρα;» προς τους διαιτητές και πάθος 15χρονου για τη νίκη.


Διότι ο ένας και μοναδικός «Τυπάρας» (προσωνύμιο που οφείλεται στην αγαπημένη του φράση «πού είσαι, μωρή τυπάρα;» προς συμπαίκτες και φίλους) του ελληνικού ποδοσφαίρου μόνο «loser» δεν είναι. Ενας ώριμος πλέον «winner» βρίσκεται εδώ για να πλουτίσει με το ήθος και την ποδοσφαιρική ποιότητά του τη σχεδόν άδεια την τελευταία δεκαετία πράσινη τροπαιοθήκη και το θεαματικά πάμφτωχο ελληνικό πρωτάθλημα.


Στα 30 του πια, με το περιβραχιόνιο του αρχηγού (οσονούπω) στο μπράτσο, με αισιοδοξία, με δίψα εφήβου, με όνειρα πολλά: για όμορφο ποδόσφαιρο, για το ταξίδι στο Μουντιάλ, για πρωτάθλημα, για πορεία στην Ευρώπη. Για να πανηγυρίσει και πάλι με «όλε όλε» στη Λεωφόρο. «Σεισμός, σεισμός, ε-πα-να-πα-τρι-σμός», όπως φωνάζαμε κάποτε στο αεροδρόμιο της Λάρνακας φορώντας τα χακί, λίγες ημέρες πριν από την απόλυση…


Επί προσωπικού…


Αξέχαστο γκολ: Το πρώτο με την Πορτογαλία στην πρεμιέρα του Euro 2004.


Ομορφότερο γκολ: Με την Καβάλα, στις 30.1.2000 (σλάλομ, ντρίμπλες, σουτ).


Μεγαλύτερη χαμένη ευκαιρία: Η ήττα στον τελικό του Ευρωπαϊκού Ελπίδων από την Ισπανία, το 1998.


Ανεκπλήρωτο όνειρο: Η συμμετοχή σε Μουντιάλ.


Καλύτερος συμπαίκτης: Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν (στην Ιντερ).


Εν ενεργεία παίκτης που θαυμάζει: Κακά, Ρονάλντο.


Καλύτερο δικό του ματς: 26.9.2000: Αμβούργο – ΠΑΟ 0-1 και 6.10.2001: Αγγλία – Ελλάδα 2-2.


Ξανά μπαμπάς και αρχηγός


«Μίλησα και με τον κ. Βέλιτς και με τον κ. Γιάννη (σ.σ.: Βαρδινογιάννη). Μου δόθηκαν υποσχέσεις ότι θα χτιστεί μια μεγάλη ομάδα. Το νέο γήπεδο θα είναι πολύ σημαντικό γεγονός, ενώ διαπίστωσα ότι δεν υπάρχει πρόθεση να επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος». Ο Γιώργος Καραγκούνης δεν επρόκειτο να γυρίσει στο Τριφύλλι αν δεν «δενόταν» εξαρχής με το όραμα, τους στόχους, τα «θέλω» του συλλόγου. Απευθείας πτήση Λισαβόνα – Αθήνα δεν έβρισκε κάθε ημέρα, είχε κουραστεί.


«Προθερμαίνεται» και για… δεκάδες σακούλες με «Pampers». Υπομονή να έχει η εγκυμονούσα σύζυγός του Νανά και σε λίγους μήνες θα έχει συντροφιά ο μικρός Νάσος, με τον οποίο ανά χείρας ο μπαμπάς Καραγκούνης χάζευε τα stands της Λίβερπουλ και της Μίλαν την παραμονή του τελικού του Τσάμπιονς Λιγκ στην Αθήνα! Δύο εκατ. ευρώ εξοικονόμησε η Μπενφίκα από τον επαναπατρισμό του. Σχεδόν όσα του προσέφερε («καθαρά») η Σαχτάρ. Αλλά είναι μακρινό το Ντόνετσκ, πιεστική και ψυχοφθόρα η ξενιτιά με δύο μωρά. Μα εδώ ο «Κάρα» θα… νταντεύει όχι μόνο εντός της οικογενειακής, αλλά και εντός της επαγγελματικής εστίας!


Επέλεξε το ίδιο δωμάτιο με τον νεοαποκτηθέντα Βραζιλιάνο Μαρτσέλο Μάτος, επειδή είναι ο μοναδικός που μπορεί να συνεννοηθεί μαζί του (στα πορτογαλικά), μιλάει διαρκώς με τους «μικρούς» και τους μεγαλύτερους, αναγνωρίζεται από όλους ως ένας πρωταθλητής Ευρώπης. Εχει κατακτήσει τον σεβασμό και η ατάκα του Σωτήρη Νίνη είναι ενδεικτική: «Εμείς οι νεότεροι θα βοηθηθούμε από την παρουσία αλλά και τις εμπειρίες που έχει από το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Λίγοι παίκτες κατάφεραν αυτό που πέτυχε ο Καραγκούνης».